το ιστολόγιο ενός Κύριου των Υπολογιστών και της Πληροφορικής ;-)

Άδεια χρήσης περιεχομένου

Creative Commons Licence
Το περιεχόμενο του ιστολογίου παρέχεται με άδεια χρήσης Creative Commons Attribution-ShareAlike 4.0 International License ...

Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

Μία έρευνα σχετικά με την "ελεύθερη επιλογή σχολείου"...


Το μεγαλούτσικο άρθρο που ακολουθεί (διαβάστε το καθιστοί ;-)) περιγράφει τις συνέπειες της απόπειρας εφαρμογής του μέτρου της "ελεύθερης επιλογής σχολείου" στις Αγγλοσαξονικές χώρεςμε βάση την κατάταξη των σχολείων, που προέκυψε μετά από την αξιολόγηση τους (αξιολόγηση; χμ, σαν κάτι να μου θυμίζει αυτό...)

κάντε ένα κουράγιο και διαβάστε το... 

του Κώστα Θεριανού και του Νίκου Φωτόπολου, (εισήγηση στο Τρίτο Τακτικό Συνέδριο Ελληνικής Κοινωνιολογικής Εταιρείας)

Η επιλογή σχολείου από τους γονείς (parental choice) αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί το βασικό εργαλείο για τη μετατροπή του σχολείου από δημόσιο και καθολικό αγαθό σε υπηρεσία που υπάγεται εξ ολοκλήρου στην ηγεμονία της αγοράς. Οι μεταρρυθμίσεις στις Η.Π.Α. και την Αγγλία, οι οποίες ήταν οι κυριότερες και οι πιο αντιπροσωπευτικές στο ζήτημα της εισαγωγής της επιλογής σχολείου, έχουν μελετηθεί επαρκώς από διάφορες οπτικές γωνίες και θεματικές. Έρευνες από την σκοπιά της αποτελεσματικότητας του σχολείου έχουν δείξει ότι οι επιδόσεις των μαθητών που μετακινήθηκαν από το σχολείο της γειτονιάς τους δεν βελτιώθηκαν θεαματικά. 

Έρευνες από την σκοπιά της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης έχουν δείξει ότι ακόμη και μετά την αλλαγή του σχολικού περιβάλλοντος το μορφωτικό κεφάλαιο της οικογένειας παρέμεινε ο ισχυρότερος επικαθοριστικός παράγοντας της επίδοσης του μαθητή.

Ορισμένες έρευνες όμως είχαν και ένα απροσδόκητο εύρημα που σχηματικά αποκλήθηκε από τους ερευνητές “the frog pond effect”: ορισμένοι από τους μαθητές που κατάγονταν από τα λαϊκά στρώματα και ήταν αριστούχοι στα σχολεία της γειτονιάς τους, έχασαν τα πρωτεία στα σχολεία που μετακινήθηκαν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της αυτοεκτίμησης τους και τη δραματική μείωση της επίδοσης τους.

Στην Ελλάδα, πέρα από την επιλογή της ιδιωτικής εκπαίδευσης από τα παραδοσιακά εύπορα κοινωνικά στρώματα, το πρόσφατο νομοθετικό πλαίσιο μέσα από τις ρυθμίσεις για πειραματικά σχολεία επιχειρεί να εισάγει στοιχεία επιλογής σχολείου.

Στην εργασία μας αυτή θα επιχειρήσουμε:
  • την ανάλυση και ερμηνεία των στρατηγικών που οι κοινωνικές τάξεις ακολουθούν στην επιλογή σχολείου
  • τη διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο διαμορφώνονται οι «στρατηγικές επιλογής σχολείου» στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνικής διαστρωμάτωσης
  • την ανάλυση όψεων του ιδεολογικού και πολιτικού υπόβαθρου πάνω στο οποίο εδράζεται το ιδεολόγημα της «ελεύθερης» επιλογής σχολείου.

1. Η επιλογή σχολείου ως μέτρο εκπαιδευτικής πολιτικής

Ένα από τα κεντρικά μέτρα του νεοφιλελευθερισμού στο χώρο της εκπαιδευτικής πολιτικής είναι η ελεύθερη επιλογή σχολείου από τους μαθητές και τους γονείς τους (parental choice). Στη νεοφιλελεύθερη συλλογιστική, μαθητές και γονείς θεωρούνται εκλαμβάνονται ως «χρήστες» ή «καταναλωτές» εκπαιδευτικών υπηρεσιών οι οποίες προσφέρονται και ζητούνται ελεύθερα στην εκπαιδευτική αγορά. Κατά συνέπεια, η δυνατότητά τους να επιλέξουν τον «πάροχο» της εκπαιδευτικής υπηρεσίας, θεωρητικά αποτελεί ένα μέτρο το οποίο διασφαλίζει:
  • το δικαίωμα στην ελεύθερη επιλογή μέσα από τη χρήση των κουπονιών (vouchers)εκπαίδευσης
  • τη βελτίωση των σχολείων, καθώς ανταγωνιζόμενα μεταξύ τους για την προσέλκυση όλο και περισσότερων «καταναλωτών», συμμετέχουν σε ένα αγώνα δρόμου διεκδίκησης μαθητών, γεγονός που συμβάλει στη βελτίωση των εκπαιδευτικών υπηρεσιών που προσφέρουν[1]
  • τη δυνατότητα ενός παιδιού από μια υποβαθμισμένη γειτονιά να μετακινηθεί σε ένα δημόσιο σχολείο μιας καλύτερης γειτονιάς ή σε ένα καλύτερο δημόσιο σχολείο από αυτό της γειτονιάς του, προκειμένου να κερδίσει τόσο από την ποιότητα της διδασκαλίας όσο και από τη φοίτηση μέσα σε ένα θετικό και αποτελεσματικό σχολικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από κουλτούρα «θετικής στάσης απέναντι στο σχολείο» και κλίμα «σχολικής επιτυχίας».
Προκειμένου λοιπόν να δούμε τα πράγματα στην πιο ρεαλιστική τους διάθεση και σε επίπεδο εφαρμοσμένης εκπαιδευτικής πολιτικής, η επιλογή σχολείου σε συνδυασμό με την αξιολόγηση και την αποκέντρωση είναι τα μέτρα που αποτελούν μόνιμες σταθερές όλων σχεδόν των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων της εκπαιδευτικής πολιτικής σε πολλές αναπτυγμένες χώρες. Πιο συγκεκριμένα, οι χώρες στις οποίες έγιναν μεταρρυθμίσεις σε αυτήν την κατεύθυνση είναι η Αγγλία, η Ουαλία, οι Η.Π.Α., η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία και η Σουηδία. Είναι σαφές ότι η εκπαιδευτική πολιτική της κάθε χώρας έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και παραμέτρους, των οποίων η αναλυτική παρουσίαση ξεφεύγει από τα πλαίσια αυτού του άρθρου.

Παρόλα αυτά ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η χρηματοδοτική αποκέντρωση στην Αγγλία και την Ουαλία έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και το κάθε σχολείο αναζητά πόρους για τη λειτουργία του πέραν των επιχορηγήσεων που δίνουν οι Δήμοι (LEA – Local Education Authorities). Στη Νέα Ζηλανδία η χρηματοδοτική αποκέντρωση έχει νομοθετηθεί και βρίσκεται στα πρώτα βήματα της πρακτικής εφαρμογής της με την τέως υπουργό παιδείας Maris O’ Rourke να θεωρεί ότι η εκπαίδευση είναι «θέμα χρήστη» για αυτό και η χρηματοδότηση των σχολείων πρέπει να είναι εξατομικευμένη. Επιπροσθέτως, στις Η.Π.Α., η νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση έχει ήδη ωριμάσει και μετά την οργάνωση και λειτουργία του δημόσιου σχολείου με ιδιωτικά οικονομικά κριτήρια έχουν εμφανισθεί νέες μορφές αποκέντρωσης/ ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης, όπως τα ανάδοχα σχολεία (charter schools).

Σε κάθε περίπτωση, κοινός τόπος των παραπάνω μεταρρυθμίσεων είναι η αναδιανομή της εξουσίας ανάμεσα στο κράτος, την τοπική αυτοδιοίκηση, τα σχολεία και τους γονείς μέσω της δημιουργίας μιας «εκπαιδευτικής αγοράς» και τη μετάλλαξη του ρόλου της εκπαίδευσης από δημόσια πολιτική σε ιδιωτική μέριμνα και ατομική υπόθεση. Ειδικότερα όμως, ο όρος «εκπαιδευτική αγορά» με την κλασική έννοια του όρου περιλαμβάνει το χώρο και τα μέσα όπου διασταυρώνονται οι δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης και οι εταίροι της συναλλαγής προσπαθούν να αποκομίσουν το μεγαλύτερο κόστος με το μικρότερο όφελος, σύμφωνα με την βασική οικονομική αρχή της νεοκλασικής μικροοικονομικής προσέγγισης. Ταυτόχρονα, όμως, οι όποιες ανταλλακτικές τους πράξεις υπάγονται σε σχέσεις άνισης δύναμης που προκύπτει από τη διαφορετική κοινωνική τους θέση ή από τις καταστάσεις της συναλλαγής (Abercrombie – Hill – Turner, 1991:1).

Η παραγνώριση αυτών των άνισων σχέσεων δύναμης που συμπυκνώνονται στην ανταλλαγή οδηγεί σε μια απρόσωπη και φετιχιστική σχέση η οποία αποτελεί ουσιαστικά το θεμέλιο λίθο αυτού που αποκαλούμε «φονταμενταλισμό της αγοράς» (Zafirovski, 2007: 2775). Όμως, επειδή η εκπαιδευτική διαδικασία, ιδιαίτερα στις πρώτες βαθμίδες, καθορίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την κρατική παρέμβαση στην πραγματικότητα η εκπαιδευτική αγορά είναι μια «οιονεί αγορά» (quasi-market) (LeGrand and Barlett, 1993). Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι η εξατομίκευση της χρηματοδότησης των σχολείων, τα οποία καλούνται να προσελκύσουν γονείς που θα τα επιλέξουν για να φοιτήσουν τα παιδιά τους. Όμως, το πρόγραμμα των σχολείων, ο τρόπος αξιολόγησης μαθητών και εκπαιδευτικών, οι μέθοδοι διδασκαλίας καθορίζονται από το κράτος. Τελικά, αυτό που μένει στην νεοφιλελεύθερη παρέμβαση στην εκπαίδευση είναι η επιλογή σχολείου από τους γονείς, χωρίς την παρεμβολή κάποιων χωροταξικών σχεδίων με βάση τα οποία το παιδί τους θα εγγραφεί με κριτήριο την διεύθυνση της κατοικίας του σε συγκεκριμένο σχολείο (Levacic, 1995: 167· &. Whitty, Power and Halpin, 1998).

Υπό αυτή την έννοια, ο όρος ιδιωτικοποίηση (privatization) της εκπαίδευσης δεν περιγράφει στην ακρίβεια του το φαινόμενο της εισόδου αγοραίων λογικών και πρακτικών στη δημόσια εκπαίδευση. Όπως παρατηρεί και οChitty (1992: 5) ο όρος ιδιωτικοποίηση στην οικονομία χρησιμοποιείται προκειμένου να περιγράψει την απόδοση στον ιδιωτικό τομέα διαφόρων επιχειρήσεων όπως οι σιδηρόδρομοι, οι τηλεπικοινωνίες, η παραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, νερού, φωταερίου, οι υπηρεσίες αποχέτευσης. Στην περίπτωση του εκπαιδευτικού συστήματος δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Δεν έχουμε το φαινόμενο της παραχώρησης σχολικών μονάδων σε ιδιώτες. Αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος χρηματοδότησης των δημόσιων σχολείων, τα οποία χρηματοδοτούνται ανάλογα με τον αριθμό των μαθητών που τα επιλέγουν.

Η Margaret Thatcher που εφάρμοσε την ιδέα των κουπονιών (vouchers) στο Ηνωμένο Βασίλειο περιγράφει ανάγλυφα αυτή την πολιτική στα πολιτικά της απομνημονεύματα: «Εισαγάγαμε την ανοικτή εγγραφή, η οποία επέτρεψε στα δημοφιλή σχολεία να αναπτυχθούν. Η ανοικτή εγγραφή διεύρυνε τις επιλογές των γονιών και εμπόδισε τις τοπικές αρχές να θέτουν όρια στην ανάπτυξη των καλών σχολείων προκειμένου να κρατήσουν αποτυχημένα σχολεία ανοικτά. Ουσιώδες στοιχείο της μεταρρύθμισής μας ήταν η χρηματοδότηση του σχολείου ανά μαθητή, δηλαδή τα χρήματα που διέθετε το κράτος σε κάθε μαθητή τον ακολουθούσαν όποιο σχολείο και αν επέλεγε να παρακολουθήσει. Με αυτό τον τρόπο, οι γονείς ψήφιζαν ανάλογα με το σχολείο που επέλεγαν για το ποιο σχολείο είναι καλό. Το καλό σχολείο κέρδιζε μαθητές. Το κακό σχολείο θα έπρεπε ή να βελτιωθεί ή να κλείσει. Έτσι, προχωρήσαμε σε μια δημόσια μορφή εκπαιδευτικού κουπονιού» (Thatcher 1993: 591)

Όπως γίνεται κατανοητό, η υπαγωγή του σχολείου στην ηγεμονία της λογικής και των πρακτικών της αγοράς έχει πολιτικές προεκτάσεις. Η κοινωνία των πολιτών μετατρέπεται σε κοινωνία καταναλωτών υπό την κυριαρχία μιας κοσμοαντίληψης όπου ο κόσμος ταυτίζεται με ένα αχανές supermarket. Μέσα σε αυτό τοsupermarket οι διεκδικήσεις αλλά και οι προσδοκίες των πολιτών για ένα αποτελεσματικότερο και καλύτερο κράτος πρόνοιας αντικαθίσταται από την καταναλωτική επιλογή στην οποία ρευστοποιούνται οι λειτουργίες των συνδικάτων και των πολιτικών κομμάτων. Στο πλαίσιο της αντίληψης αυτής, ο όρος «λαός» αντικαθίσταται από μια γενικόλογη, και πολιτικά άχρωμη έννοια «πολίτες», στη βάση μιας ατομιστικής προσέγγισης των δικαιωμάτων του πολίτη η οποία, εκτός του ότι υπονομεύει την έννοια της κοινότητας, αποκρύπτει συνειδητά τους διαχωρισμούς, τις ανισότητες και τις διακρίσεις που η κυρίαρχη κοινωνική ιεράρχηση διαμορφώνει με βάση τους ισχύοντες συσχετισμούς των πολιτικών δυνάμεων.

Αναμφίβολα λοιπόν, ο αφηρημένος ιδεότυπος του «πολίτη» μέσα σε αυτόν τον κυρίαρχα πολιτικό λόγο, απομονώνεται από τους συμπολίτες του, δρα σε ανταγωνισμό μαζί τους και εμφανίζεται να «δικαιούται» αγαθά και υπηρεσίες που οι άλλοι με τις πράξεις του, είτε τού τα στερούν, είτε τον εμποδίζουν να τα οικειοποιηθεί και να τα απολαύσει. Έτσι για παράδειγμα οι απεργοί εκπαιδευτικοί στερούν το δικαίωμα της εκπαίδευσης από τους άλλους πολίτες, οι νόμοι ρυθμίζουν τη ροή και την κατανομή των μαθητικών εγγραφών στερούν το δικαίωμα της επιλογής σχολείου κ.ο.κ


2. Η επιλογή σχολείου διασφαλίζει την ποιότητα της εκπαίδευσης;

Σε επίπεδο «κοινής» λογικής, κλίμα πολιτικής ρητορικής εντυπωσιασμού, καθώς και αφηρημένων νοητικών συλλογισμών η νεοφιλελεύθερη λογική της επιλογής σχολείου αρχικά τουλάχιστον κέρδισε οπαδούς. Στην πρακτική της εφαρμογή όμως, φάνηκε ότι οι πραγματικές κοινωνικές καταστάσεις διαφέρουν από τα ιδεατά υποθετικά σχήματα. Ο Wallford (2001) επισημαίνει ότι στην πράξη φάνηκε πολύ σύντομα ότι η αγορά μέσω των λειτουργιών της προσφοράς και της ζήτησης δεν μπορούσε να διασφαλίσει με αποτελεσματικότητα και σιγουριά την άνοδο της ποιότητας της εκπαίδευσης. Κι αυτό γιατί η επιλογή σχολείου δεν είναι το ίδιο με την επιλογή ξενοδοχείου ή μάρκας καφέ στο supermarket.

Αν κάποιος επιλέξει ξενοδοχείο και δεν μείνει ικανοποιημένος από τις υπηρεσίες μπορεί την επόμενη ημέρα να πάει σε άλλο. Αν δεν του αρέσει ο καφές μπορεί να αλλάξει μάρκα ή καφενείο. Όμως, αν κάποιος διαλέξει σχολείο και δεν μείνει ικανοποιημένος από την ποιότητα των σπουδών, δεν είναι εύκολο στη μέση της σχολικής χρονιάς να μετακινηθεί σε άλλο ή να αλλάξει με την ίδια ευκολία σχολικό περιβάλλον το οποίο περιλαμβάνει ένα ολόκληρο σύστημα ανθρωπίνων σχέσεων.

Επίσης, η ποιότητα της εκπαιδευτικής υπηρεσίας δεν είναι κάτι που γίνεται άμεσα αντιληπτό ούτε εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το φορέα που τη χορηγεί. Εξαρτάται, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό, και από το μαθητή που «καταναλώνει» αυτές τις υπηρεσίες, από τη θέληση του, τη στάση του απέναντι στη γνώση, τις ικανότητές του, το μορφωτικό κεφάλαιο της οικογένειας του, το γνωστικό του υπόβαθρο, το «ατομικό φίλτρο» που διαθέτει η προσωπικότητά του.

Άλλωστε, και πέρα από την εκπαίδευση οι εγγυήσεις στην ποιότητα των υπηρεσιών που μπορεί να παρέχει μια επώνυμη επιχείρηση, οποιασδήποτε μορφής, είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένες. Η επώνυμη επιχείρηση εγγυάται καλό επίπεδο υπηρεσιών. Ένα καλό ξενοδοχείο ή ένα καλό τουριστικό γραφείο μπορεί να εγγυηθεί την καλή ποιότητα του φαγητού, τον κλιματισμό, την καθαριότητα του δωματίου. Δεν μπορεί να εγγυηθεί τον καιρό και την ανυπαρξία ατυχημάτων που ενδεχομένως να καταστρέψουν το ταξίδι.

Δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο τουρίστας θα περάσει όμορφες στιγμές με την παρέα του, θα βρει ερωτικό σύντροφο, δεν θα τσακωθεί με τους φίλους του και δεν θα χωρίσει με τη σύζυγο του. Ανάλογα λοιπόν, το επώνυμο σχολείο μπορεί να εγγυηθεί τον καλό εξοπλισμό των αιθουσών και τους έμπειρους εκπαιδευτικούς, όχι όμως το ζήλο του μαθητή για μάθηση, τις ικανότητες του ή την ποιότητα των σχέσεων που θα έχει με τους συμμαθητές του, τα βιώματα που θα προκύψουν από αυτές, ότι δε θα έχει προβλήματα με τους συνομηλίκους του ή ότι δε θα υποστεί ερωτική απογοήτευση στη διάρκεια της φοίτησης κ.ο.κ Παράγοντες αστάθμητοι που όμως όσοι έχουν μπει σε σχολική τάξη ξέρουν ότι επηρεάζουν άμεσα την επίδοση του μαθητή.

Οι μεταρρυθμίσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις Η.Π.Α. προσφέρουν ένα σημαντικό εμπειρικό υλικό που έχει διερευνηθεί ενδελεχώς και το οποίο μπορεί σήμερα, αρκετά χρόνια μετά την πρώτη εφαρμογή αυτών των μεταρρυθμίσεων, να δείξει με σαφήνεια αν η νεοφιλελεύθερη ρητορική επαληθεύτηκε. Οι Ball and Youdell (2011) σε μια πρόσφατη εργασία τους συνόψισαν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε μια σειρά από χώρες. Κοινό αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών δεν ήταν η βελτίωση της εκπαίδευσης μέσω του ανταγωνισμού των σχολείων. Ήταν η απορρύθμιση της εκπαίδευσης ως δημόσιου αγαθού και η τραγική αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων στην εκπαίδευση.

Όμως, πέρα από την εξέταση του κατά πόσο συρρικνώθηκαν ή όχι οι δημόσιες εκπαιδευτικές υπηρεσίες – κάτι που όχι μόνο δεν ενδιαφέρει αλλά αντίθετα αποτελεί και στόχο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής – έχει ιδιαίτερη σημασία να εξετάσουμε την νεοφιλελεύθερη πολιτική της επιλογής σχολείου και της συγκρότησης εκπαιδευτικής αγοράς με κριτήριο την ίδια την λογική της: πόσο δηλαδή αποτελεσματική είναι στη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και την αύξηση της αποτελεσματικότητας του σχολείου με όρους της κυρίαρχης παιδαγωγικής: της τεχνοκρατικής αντίληψης της διδασκαλίας σχετικά με τις επιδόσεις των μαθητών στις σταθμισμένες εθνικές εξετάσεις για το πέρασμα από την μια βαθμίδα στην άλλη ή στα πανεπιστήμια.

Άλλωστε, η ελεύθερη επιλογή σχολείου σε όλες τις χώρες που εφαρμόσθηκε δεν δημιούργησε τους όρους για την ανάπτυξη ποικιλίας στα σχολεία όσον αφορά το αναλυτικό πρόγραμμα, την παιδαγωγική ή την οργάνωση τους (Apple, 2002: 108). Έρευνες από την σκοπιά της αποτελεσματικότητας του σχολείου έχουν δείξει ότι οι επιδόσεις των μαθητών που μετακινήθηκαν από το σχολείο της γειτονιάς τους δεν βελτιώθηκαν θεαματικά (Witte, 2000). Ουσιαστικά, αυτές οι έρευνες επαναφέρουν στη συζήτηση περί αποτελεσματικότητας του σχολείου και της σχέσης σχολικού περιβάλλοντος και κοινωνικής προέλευσης των μαθητών, το απροσδόκητο εύρημα μιας παλιάς έρευνας του Davis (1966) το οποίο είχε αποκληθεί σχηματικά ως “the frog pond effect”: ορισμένοι δηλαδή από τους μαθητές που κατάγονταν από τα λαϊκά στρώματα και ήταν αριστούχοι στα σχολεία της γειτονιάς τους, έχασαν τα πρωτεία στα σχολεία που μετακινήθηκαν.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της αυτοεκτίμησης τους και τη δραματική μείωση της επίδοσης τους. Ουσιαστικά, ακόμη και μετά την αλλαγή του σχολικού περιβάλλοντος το μορφωτικό κεφάλαιο της οικογένειας παρέμεινε ο ισχυρότερος επικαθοριστικός παράγοντας της επίδοσης του μαθητή. Στην περίπτωση μάλιστα που ο μαθητής «μετακόμιζε» σε ένα σχολικό περιβάλλον με υψηλή ακαδημαϊκή κουλτούρα και συμμαθητές προερχόμενους από οικογένειες με μεγάλο μορφωτικό κεφάλαιο, χωρίς να παρεμβάλλονται διαφοροποιημένες μορφωτικές και διδακτικές στρατηγικές και πρακτικές, η επίδοση του αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε.

Η νεοφιλελεύθερη πρακτική της ελεύθερης επιλογής σχολείου έφερε αλλαγές και στον τρόπο με τον οποίο κινούνται τα σχολεία μέσα στην «εκπαιδευτική αγορά». Στο Ηνωμένο Βασίλειο η έκδοση εθνικών πινάκων (leaguetables) με την κατάταξη των σχολείων ανάλογα με την επίδοση των μαθητών τους, προκειμένου να ξέρουν οι γονείς ποια είναι τα καλά σχολεία, επέφερε την πόλωση των σχολείων.

Οι Benn και Chitty (1997: 51) παραθέτουν στοιχεία από περιοχές του Hampshire, του Newcastle, του Rothrman, του Oldham, του Manchester, όπου υπήρξε πόλωση των σχολείων σε «καλά» και «κακά» και ανταγωνισμός των καλών σχολείων με τρόπους όπου το ένα προσπαθούσε να δυσφημίσει το άλλο για να συγκεντρώσει περισσότερους μαθητές και να εξασφαλίσει την επιβίωσή του. Για παράδειγμα τα καλά σχολεία της περιοχής του Yorkshire απέβαλλαν πιο εύκολα μαθητές προκειμένου να κρατήσουν την καλή τους φήμη και την υψηλή τους θέση στους εθνικούς πίνακες επίδοσης. Ή σε άλλη περίπτωση, ένα δυσλεκτικό παιδί ή ένας ανήσυχος μαθητής με προβλήματα διάσπαση προσοχής ή ένας μαθητής με χωρισμένους γονείς και άλλα οικογενειακά προβλήματα, με κενά και άλλες μαθησιακές δυσκολίες, είναι «κακό μαντάτο» για το καλό σχολείο, κηλίδα που ο εκάστοτε διευθυντής θα κοιτάξει να την ξεφορτωθεί με κάθε πρόσφορο μέσο (Vulliamy and Webb, 2000). Αυτό τελικά που συνέβη στην πραγματικότητα, όπως περιγράφεται με συνοπτικό και απτό τρόπο από τον Vulliamy (2000), ήταν ότι η πραγματικότητα διαμορφώθηκε με τέτοιο τρόπο που: «Αντί οι γονείς να επιλέγουν σχολεία, τα σχολεία επέλεγαν γονείς».

2. Επιλογή σχολείου και στρατηγική των κοινωνικών τάξεων.

Οι κοινωνικές τάξεις έχουν αναπτύξει διαφορετικές στρατηγικές στο ζήτημα της πολιτικής της επιλογής σχολείου. Ο Walberg (2007) μελετώντας το σύστημα των vouchers και των ανάδοχων σχολείων (charterschools) στις Η.Π.Α. επισήμανε ότι η επιλογή σχολείου είναι ένα μέτρο που όχι μόνο δεν έχει ενώσει, απεναντίας έχει προκαλέσει διχαστικές τομές στα δύο μεγάλα κόμματα. Για παράδειγμα στο Κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, οι νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί τάσσονται υπέρ της επιλογής σχολείου σαν το μέτρο εκείνο που υλοποιεί πλήρως την εισαγωγή της λογικής της αγοράς στα σχολεία.

Όμως, απέναντι σε αυτό το μέτρο τα συντηρητικά μεσαία στρώματα που ψηφίζουν το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων στέκονται επιφυλακτικά αφού η εφαρμογή του ανοίγει την αίθουσα της σχολικής τάξης του παιδιού τους σε παιδιά Λατίνων και Αφροαμερικανών οι οποίοι θα θελήσουν να επωφεληθούν από αυτό το μέτρο. Από την άλλη πλευρά, στο εσωτερικό του Δημοκρατικού Κόμματος των Η.Π.Α. οι Λατίνοι και Αφροαμερικανοί ψηφοφόροι βλέπουν θετικά το μέτρο που θα τους επιτρέψει να έχουν τα παιδιά τους τη δυνατότητα να φοιτήσουν σε σχολεία καλύτερων περιοχών. Όμως, την ίδια στιγμή στο εσωτερικό του ίδιου κόμματος, τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών τάσσονται εναντίον αυτού του μέτρου καθώς απειλεί τις εργασιακές τους σχέσεις.

Η επιλογή σχολείου, όπως δείχνει τόσο η εμπειρία αλλά και οι έρευνες στις χώρες που εφαρμόσθηκε το μέτρο, δεν αφορά τελικά όλες τις κοινωνικές τάξεις. Στην ουσία απευθύνεται κυρίως στα μεσαία στρώματα αφού τα ανώτερα στρώματα απευθύνονται εξ αρχής σε μεγάλα ιδιωτικά σχολεία. Όπως έχει παρατηρήσει και ο Apple(2002: 110) οι αγορές στην εκπαίδευση είναι μια συνισταμένη της προσπάθειας του κεφαλαίου να ιδιωτικοποιήσει μέρος της δημόσιας σφαίρας προκειμένου να βρει νέα πεδία κερδοφορίας. Όμως, αυτή η προσπάθεια βρίσκει σύμμαχους στα μεσαία στρώματα τα οποία παραδοσιακά αρνούνται ή «ξεχνούν» την ταξική τους καταγωγή και την κοινωνική τους προέλευση προσπαθώντας ταυτόχρονα να αλλάξουν τους κανόνες του ανταγωνισμού στην εκπαίδευση λόγω της αυξημένης ανασφάλειας που αισθάνονται για το μέλλον των παιδιών τους.

Το οικονομικό και κοινωνικό κεφάλαιο των μεσαίων στρωμάτων μπορεί αρκετά εύκολα να μετατραπεί σε μορφωτικό στην περίπτωση της λειτουργίας των σχολείων με όρους αγοράς. Οι γονείς από τα μεσαία στρώματα έχουν πιο ευέλικτα ωράρια, διαθέτουν αυτοκίνητα ή μπορούν οικονομικά να συνδράμουν στην περίπτωση μεταφοράς του παιδιού τους με σχολικά λεωφορεία, έχουν κοινωνικό δίκτυο που τους επιτρέπει την άντληση πληροφοριών σχετικά με τα σχολεία και την οικονομική δυνατότητα να ανταπεξέρθουν σε εξωσχολικές δραστηριότητες ενός σχολείου με συχνές εκδρομές, κατασκηνώσεις, πολιτιστικές πρωτοβουλίες κ.λπ. Η συγκέντρωση πολλών παιδιών από τα μεσαία στρώματα σε ένα δημόσιο σχολείο δημιουργεί τις προϋποθέσεις να λειτουργήσει το σχολείο σε αυτό το μοτίβο.

Πέρα όμως από το ζήτημα της ποιότητας της λειτουργίας του σχολείου, η επιλογή σχολείου παίζει και έναν άλλο ρόλο. Σε μια εποχή οικονομικής ύφεσης και επιδείνωσης των εισοδημάτων των μεσαίων στρωμάτων, η πολιτική της επιλογής σχολείου αφενός μεν παρέχει τη δυνατότητα φοίτησης των παιδιών των μεσαίων στρωμάτων σε σχολεία χωρίς μετανάστες ή «ειδικές» κατηγορίες μαθητικού πληθυσμού (ρομά, παιδιά μεταναστών κ.λπ.) και αφετέρου ενδυναμώνει πρακτικά τη νεοφιλελεύθερη ρητορική της μη υποχρέωσης καταβολής φόρων σε αναποτελεσματικά δημόσια σχολεία. Πρόκειται για τη «γεμάτη φοβίες» ή «φοβική» μεσαία τάξη (fearful middle class), όπως την έχουν περιγράψει οι Ball and Vincent (2001), η οποία ελπίζει ότι μέσω της επιλογής σχολείου μπορεί να επιτύχει:
  • τη φοίτηση των παιδιών της σε ένα σχολικό περιβάλλον που θα προσιδιάζει σε μια «φαντασιακή κοινότητα» της πειθαρχίας, της αριστείας, της εθνικής ομοιογένειας που δυστυχώς έχει πια χαθεί.
  • την ταξική απόδραση έστω και με φαντασιακό τρόπο καθώς αν δεν μπορεί να αλλάξει γειτονιά και να πραγματοποιήσει ανοδική κοινωνική κινητικότητα μπορεί τουλάχιστον να στείλει το παιδί του σε ένα καλό σχολείο το οποίο θα αποτελέσει και το όχημα για διαγενεακή ανοδική κοινωνική κινητικότητα.

3. Επιλογή σχολείου: όψεις της ελληνικής πραγματικότητας

Στη χώρα μας, οι μαθητές εγγράφονται στο σχολείο με βάση τη διεύθυνση της κατοικίας τους. Υπάρχει το Π.Δ. 104/79 που στο άρθρο 15 ρυθμίζει τον τρόπο μετεγγραφής σε άλλο σχολείο πέρα από εκείνο στο οποίο πρέπει να εγγραφεί ο μαθητής με βάση την διεύθυνση της κατοικίας του. Έτσι στο άρθρο 15 προβλέπεται ότι προκειμένου να πάρει μεταγραφή ένας/ μια μαθητής/ - τρια πρέπει να πιστοποιεί με επίσημα έγγραφα:

α) Ότι ο μαθητής μετώκησεν εις απόστασιν καθιστώσαν αδύνατον ή εξαιρετικώς δυσχερή την φοίτησιν του εις το εξ ου η μετεγγραφή Γυμνάσιον ή Λύκειον.
β) Ότι η μετεγγραφή επιδιώκεται προς φοίτησιν εις σχολείον ετέρας κατευθύνσεως ή εις τμήμα ετέρας κατευθύνσεως μη υφισταμένης εις το εξ ου η μετεγγραφή σχολείον.

γ) Ότι ο μαθητής ημερησίου Γυμνασίου ή Λυκείου ήρξατο εργαζόμενος προς βιοπορισμόν κατά την ημέραν και ως εκ τούτου έχει ανάγκην μετεγγραφής εις εσπερινόν Γυμνάσιον ή Λύκειον.

δ) Ότι ο μαθητής Εσπερινού Γυμνασίου ή Λυκείου έπαυσεν εργαζόμενος βιοποριστικώς την ημέραν και αιτείται την μετεγγραφήν του εις ημερήσιον Γυμνάσιον ή Λύκειον.

ε) Ότι ο μαθητής απέκτησεν, κατά τας κειμένας διατάξεις, δικαίωμα φοιτήσεως εις Πρότυπον ή Πειραματικόν Σχολείον.

Από τη νομοθεσία λοιπόν βλέπουμε ότι ουσιαστικά δεν επιτρέπεται η επιλογή σχολείου. Από την εμπειρική διερεύνηση του φαινομένου όμως μπορούμε να συμπεράνουμε ότι υπάρχουν τρεις κατά κανόνα στρατηγικές στην επιλογή σχολείου στην ελληνική κοινωνία:

α) όταν οι γονείς δηλώνουν ψευδή διεύθυνση κατοικίας (μέσω των λογαριασμών ΔΕΚΟ κλπ) προκειμένου να εγγραφούν σε σχολείο που γεωγραφικά αντιστοιχεί σε άλλη περιοχή

β) όταν επιλέγουν τα πειραματικά σχολεία (μέσω κλήρωσης) και όπως όλα δείχνουν σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο μέσω εισιτήριων εξετάσεων

γ) όταν επιλέγουν ευθέως ιδιωτικό σχολείο είτε αναλόγως του βαλαντίου τους είτε συμμετέχοντας στα προγράμματα υποτροφιών - χορηγιών που τα ιδιωτικά σχολεία προσφέρουν.

Σύμφωνα λοιπόν με την εμπειρία μας, φαίνεται ότι στην ελληνική κοινωνία λειτουργούν και οι τρεις από τους παραπάνω εναλλακτικούς τρόπους είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό. Για παράδειγμα ενδημούν αφανείς πρακτικές όπου οι γονείς δηλώνουν διαφορετική διεύθυνση κατοικίας προκειμένου να αποφύγουν το σχολείο της γειτονιάς αν αυτό δεν τους αρέσει. Άλλοι απευθύνονται στα πειραματικά σχολεία, τα οποία μέχρι πρόσφατα επέλεγαν τους μαθητές με κλήρωση, ενώ αναμένεται να εφαρμοστεί στην πράξη ο νέος νόμος που δημιουργεί προϋποθέσεις εισιτηρίων εξετάσεων. Τέλος, υπάρχει και το 7% περίπου του συνολικού μαθητικού πληθυσμού που φοιτά σε ιδιωτικά σχολεία.

Δεδομένης της ανυπαρξίας του μέτρου της επιλογής σχολείου έχει σημασία να εξετάσουμε για ποιο λόγο επιλέγει κάποιος γονιός το ιδιωτικό σχολείο προκειμένου να φοιτήσει εκεί το παιδί του. Η επιλογή αυτή μπορεί ουσιαστικά να αφορά λιγότερο από το 10% του μαθητικού πληθυσμού, ωστόσο η «συμβολική» αξία του πληθυσμού αυτού είναι ιδιαίτερα μεγάλη αφού μέσω των μεγάλων κυρίως ιδιωτικών σχολείων αναπαράγεται μια κρίσιμη κοινωνική κατηγορία η οποία συγκροτεί ένα σημαντικό τμήμα της εγχώριας οικονομικής, πνευματικής και πολιτικής elite.

Επισημαίνουμε ότι για λόγους που συνδέονται με τις ιδιαιτερότητες των μεσαίων στρωμάτων στην Ελλάδα, μας ενδιαφέρουν όχι οι γονείς από τα μεγαλοαστικά στρώματα, αλλά γονείς από τη μεσαία τάξη και κυρίως αυτοί που μένουν σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας και προσπαθούν να αποφύγουν την φοίτηση του παιδιού τους στο σχολείο της γειτονιάς τους. Έτσι, σε μικρής κλίμακας έρευνα που επικαιροποιήσαμε [2] στην περιοχή της Κυψέλης και των Πατησίων, σε περιορισμένο δείγμα γονιών που επιλέγουν ιδιωτικά σχολεία προκειμένου να φοιτήσουν τα παιδιά τους, εμφανίζονται με την εξής σειρά οι τρεις κυριότεροι λόγοι επιλογής ιδιωτικού σχολείου:

Οι τρεις πρώτοι λόγοι επιλογής ιδιωτικού σχολείου: %
  • δεν γίνονται απεργίες και καταλήψεις
  • δε φοιτούν αλλοδαποί/παλλινοστούντες μαθητές
  • χρήσιμες γνωριμίες 
Έρευνα: Διερεύνηση των λόγων επιλογής του ιδιωτικού σχολείου με ερωτηματολόγιο.
Δείγμα: 82 γονείς των οποίων τα παιδιά φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία
Περίοδος: 2007
Περιοχή: Κυψέλη, Πατήσια


Στην Ελλάδα ο χώρος της ιδιωτικής εκπαίδευσης δεν μελετηθεί ενδελεχώς. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν συστηματικές μελέτες και έρευνες πάνω στα κίνητρα επιλογής του ιδιωτικού σχολείου με αποτέλεσμα τα όσα γνωρίζουμε να προέρχονται από εμπειρικές αναφορές ή από τη συλλογή και την αξιολόγηση στοιχείων, πολλές φορές αντιφατικών και επιστημονικά μη αξιόπιστων, αφού η εικόνα των ιδιωτικών σχολείων ποικίλει και εμφανίζει σημαντικό βαθμό ανομοιογένειας.

Είναι λοιπόν σαφές ότι για το λόγο αυτό δεν θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε ένα «κλειστό κατάλογο» κριτηρίων επιλογής, αφού το φαινόμενο «ιδιωτικά σχολεία» μεταλλάσσεται παράλληλα με μεταβολές στοιχείων, όπως η κοινωνική και ταξική δομή, οι μεταρρυθμίσεις και οι επιμέρους αλλαγές στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής πολιτικής, η οικονομική συγκυρία, οι νοοτροπίες και τα κοινωνικά στερεότυπα, ο βαθμός της οικονομικής ύφεσης.

Στην παρούσα φάση, επιχειρώντας να σταχυολογήσουμε ορισμένους από τους βασικούς λόγους επιλογής του ιδιωτικού σχολείου, θα μπορούσαμε να εστιάσουμε σε κίνητρα όπως «η αίσθηση του ασφαλούς σχολικού περιβάλλοντος», «η φύλαξη πέραν του σχολικού ωραρίου», η «ανάληψη της μετακίνησης προς και από το σχολείο», οι «εξωσχολικές δραστηριότητες» (extra curricular activities) «η εκμάθηση των ξένων γλωσσών», «τα εκπαιδευτικά ταξίδια, οι εκπαιδευτικές ανταλλαγές και τα εκπαιδευτικά προγράμματα», «η έλλειψη αλλοδαπών / παλιννοστούντων μαθητών», η «μη απώλεια ωρών λόγω απεργιών ή καταλήψεων», «η ύπαρξη λογοδοσίας του εκπαιδευτικού προσωπικού προς τη διεύθυνση», «η απαλλαγή από διεκδικήσεις των εκπαιδευτικών (απεργίες, καταλήψεις) οι οποίες εμποδίζουν τη ροή της εκπαιδευτικής διαδικασίας».

Σε αρκετές περιπτώσεις, το ιδιωτικό σχολείο λύνει το πρόβλημα της μετακίνησης, φύλαξης και παραμονής των παιδιών σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, κυρίως για τους γονείς που εργάζονται με φορτωμένα ωράρια.

Παρ' όλο που πολλοί μιλούν για το επίπεδο σπουδών των ιδιωτικών σχολείων, οι μαθητές τους ούτε τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα μαθήματα αποφεύγουν, ούτε οι πρωτιές στα ΑΕΙ ανήκουν σε αυτούς. Στα ολιγάριθμα μεγάλα ιδιωτικά σχολεία, εκτός από τα προαναφερόμενα, παίζουν ρόλο και άλλα κίνητρα τα οποία συνδέονται με παράγοντες όπως η οικογενειακή παράδοση, το περιεκτικό «πολιτισμικό περιβάλλον» του σχολείου, το κεφάλαιο των κοινωνικών και δημόσιων σχέσεων, οι προοπτικές μετά την αποφοίτηση και οι απευθείας σπουδές στο εξωτερικό, ενώ μπορείς να συναντήσεις ακόμα και «νεο-ελιτίστικες» νοοτροπίες που επιδιώκουν τη συμμετοχή σε τέτοιους χώρους για λόγους κοινωνικού γοήτρου. Δεν είναι λίγα άλλωστε τα μεγάλα σχολεία που διαφημίζουν τους αποφοίτους τους, οι οποίοι σήμερα διακρίνονται στην πολιτική, στα γράμματα και την επιχειρηματική ζωή, με στόχο να προσελκύσουν πελάτες.

Συζήτηση

Συμπερασματικά το φαινόμενο της επιλογής σχολείου, εκτός από τα παραδοσιακά υψηλά κοινωνικό - οικονομικά στρώματα τα οποία καταφεύγουν στα ιδιωτικά σχολεία λόγω παράδοσης και οικογενειακής στρατηγικής φαίνεται να μην απασχολεί ιδιαίτερα τους γονείς από τα χαμηλής κοινωνικό οικονομικής προέλευσης στρώματα.

Αυτό συμβαίνει γιατί η προσδοκία μια καλύτερης παιδείας γίνεται αντιληπτή κυρίως μέσα από την παροχή φροντιστηριακής εκπαίδευσης είτε στο επίπεδο των ξένων γλωσσών, είτε στο επίπεδο της προετοιμασίας για τις εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο. Αντίθετα η το ζήτημα της επιλογής ενός ιδιωτικού σχολείου μοιάζει να αποτελεί είτε εξω-πραγματική προσδοκία, είτε «άπιαστο όνειρο» άρα και των εκ των πραγμάτων μη αντικείμενο προβληματισμού και αναζήτησης.

Η εμπειρική διερεύνηση αποδεικνύει επίσης ότι το ζήτημα της επιλογής σχολείου δεν φαίνεται επίσης να απασχολεί σε μεγάλη έκταση τους μαθητές και τις οικογένειες της επαρχίας. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί απουσιάζει η πραγματικότητα της σχολικής ιδιωτικής εκπαίδευσης, είτε γιατί τα δημόσια σχολεία δεν αντιμετωπίζουν τόσο σοβαρά προβλήματα όπως τα σχολεία στα αστικά κέντρα (ύπαρξη αλλοδαπών μαθητών, νεανική παραβατικότητα, η μαζικοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας μέσα σε απρόσωπα σχολεία «μαμούθ» κ.ο.κ)

Το ζήτημα της επιλογής σχολείου, φαίνεται να απασχολεί κυρίως τις οικογένειες που προέρχονται από μεσαία και ανώτερα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα τα οποία διευθετούν την απαίτηση αυτή είτε με την επιλογή του ιδιωτικού σχολείου, είτε με την επιλογή ενός πειραματικού δημόσιου, είτε ακολουθώντας τη μέθοδο των ψευδών στοιχείων για «μετακόμιση» σε γειτονικά σχολεία.

Κατά κανόνα το ζήτημα του δικαιώματος της επιλογής, φαίνεται να αφορά κυρίως τα στρώματα εκείνα που δυσφορούν με τις πραγματικά αντίξοες συνθήκες των σχολείων των υποβαθμισμένων περιοχών (κυρίως στο κέντρο των μεγάλων αστικών κέντρων ή εκεί που υπάρχει υψηλός βαθμός πολύ-πολιτσμικότητας) και θέλουν πάση θυσία τα παιδιά τους να μη φοιτήσουν εκεί. Ωστόσο υπάρχει και μια άλλη κατηγορία η οποία για δικούς της λόγους αποφεύγει να ταυτίζεται με την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα καλλιεργώντας για τον εαυτό της τη συλλογική φαντασίωση του «ανήκειν» σε μια ανώτερη θέση στην πυραμίδα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Επιπροσθέτως, η κατηγορία αυτή διατηρεί την προσδοκία ανάπτυξης ανοδικής κινητικότητας διαμορφώνοντας απέναντι στην επιλογή σχολείου μια καθαρά ωφελιμιστική και «εργαλειακή» τάση αφού πιστεύει ότι το σχολείο είναι το μόνο μέσο για να σταδιοδρομήσουν τα μέλη της και να υπερβούν τα όρια της κοινωνικής τους προέλευσης και καταγωγής.


Βιβλιογραφικές αναφορές

Abercrombie, N. – Hill, S. – Turner, B. (1991) Λεξικό Κοινωνιολογίας (μτφρ. Α. Κάντας & Σ. Κάντας – επιμ. Π. Τερλεξής). Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Apple, M. (2002) Εκσυγχρονισμός και Συντηρητισμός στην Εκπαίδευση (μτφρ. Μ. Δεληγιάννη). Αθήνα: Μεταίχμιο.

Ball, S. and Vincent, C. (2011) New Class Relations in Education: the Strategies of the “Fearful” Middle Classes. In Demaine, J. (ed.) Sociology of education today. London: Palgrave.

Ball, St. and Youdell, D. (2011) H κρυφή ιδιωτικοποίηση στη δημόσια εκπαίδευση (μτφρ. Β. Παππή – επιμ. Γ. Γρόλλιος). Αθήνα: ΙΠΕΜ – ΔΟΕ.

Bartlett, W. (1993) Quasi-markets and educational reforms. In J. Le Grand and W. Bartlett (eds) Quasi-markets and Social Policy. London: Macmillan.

Benn, C and Chitty, C. (1997) Thirty Years On. London: Penguin Books.

Bourdieu, P (1998) Αντεπίθεση πυρών (μτφρ. Κ. Διαμαντάκου). Αθήνα: Πατάκης.

Chitty, C. (1992) The education system transformed. Chortlon: Baseline books.

Davis, J. (1966) ‘‘The Campus as a Frog Pond: An Application of the Theory of Relative Deprivation to Career Decisions of College Men.’’ American Journal of Sociology 72(1):17-31.

Dixon, K. (2001) Οι ευαγγελιστές της αγοράς (μτφρ. Κ. Διαμαντάκου). Αθήνα: Πατάκης.

Klein, N. (2010) Το Δόγμα του Σοκ (μτφρ. Α. Φιλλιπάτος). Αθήνα: εκδόσεις Λιβάνη.

Levacic (1995) Local Management of Schools: Analysis and Practice. Buckingham: Open University Press.

Thatcher, M. (1993) The Downing Street Years. London: Harper Collins.

Vulliamy, G. (2000) New Labour and school exclusions: excluding sociology or a sociology of exclusions?Professorial Inaugural Lecture (Department of Educational Studies, University of York).

Walberg, H. (2007) School choice. The findings. Washington, D.C.: Cato Institute.

Walford, G. (2001) ‘Does the market ensure quality?’ Westminster Studies in Education. 24, 1: 23-33.

Whitty G., Power, S. and Halpin, D. (1998) Devolution and Choice in Education: The school, the state and the market. Buckingham: Open University Press.

Witte, J. (2000) The market approach to education. An analysis of America’s first voucher program. Princeton University Press.

Zafirovski, M. (2007) Markets. In George Ritzer (ed.) The Blackwell Encyclopedia of Sociology. Oxford: Blackwell Publishing.


[1] (πιο αναλυτικά για το νεοφιλελευθερισμό βλ. Bourdieu, 1998· Dixon, 2001· και μια νεώτερη αποτίμηση των κοινωνικών συνεπειών του στο Klein, 2010)

[2] Βλ. Φωτόπουλος, Ν (2002) «Ιδιωτικά Σχολεία, Επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ή Ιδρύματα με εκπαιδευτικό και πολιτιστικό προσανατολισμό», Aθήνα: Εκπαιδευτική Κοινότητα, τ. σελ.

Πηγή: criticeduc.blogspot.gr

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Συγκριτικός Πίνακας με τα μαθήματα των νέων ειδικοτήτων του Τομέα Πληροφορικής των ΕΠΑΛ


Δημοσιεύτηκε το ΦΕΚ 1336/26-05-2014 που καθορίζει το Ωρολόγιο Πρόγραμμα των μαθημάτων ανά Ειδικότητα Τομέα Ομάδας Προσανατολισμού των Β΄, Γ΄ τάξεων Ημερησίων ΕΠΑ.Λ. και των B΄, Γ΄, Δ΄ τάξεων Εσπερινών ΕΠΑ.Λ.

Για τον Τομέα Πληροφορικής (από την Β τάξη και μετά), όπως είχε ήδη οριστεί στον νόμο 4186-2013 για το Νέο Λύκειο «Αναδιάρθρωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και λοιπές διατάξεις», θα λειτουργήσουν οι εξής τρεις ειδικότητες:
  1. Τεχνικός Η/Υ και Δικτύων Η/Υ 
  2. Τεχνικός Εφαρμογών Πληροφορικής 
  3. Τεχνικός Εφαρμογών Λογισμικού
Τα μαθήματα των ειδικοτήτων (της Β και Γ τάξης) παρουσιάζονται στο συγκριτικό πινακάκι που ακολουθεί παρακάτω (για μεγαλύτερο μέγεθος κάνε κλικ εδώ).



Η αίσθηση που αφήνουν οι τίτλοι των μαθημάτων είναι κατ' αρχήν θετική συγκριτικά με το ούτως ή άλλως απαρχαιωμένο υπάρχον πρόγραμμα σπουδών. Ας δούμε και τα βιβλία αλλά και την απαιτούμενη επιμόρφωση στα νέα αντικείμενα...

Με κίτρινο και πράσινο σημειώνονται τα ίδια μαθήματα μεταξύ των ειδικοτήτων.

Επί της ουσίας οι διαφοροποιήσεις στα προγράμματα σπουδών, που εξειδικεύουν τις παρεχόμενες προς τους μαθητές γνώσεις στο αντικείμενο της ειδικότητας, βρίσκονται σε δύο μαθήματα για κάθε τάξη.

Από ότι φαίνεται τα Δίκτυα και ο Προγραμματισμός στη Γ' τάξη θα εξακολουθήσουν να είναι τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα.

Οι εργαστηριακές ώρες της Γ' τάξης είναι μειωμένες (κατά 6) σε σχέση με το παλιό πρόγραμμα σπουδών (16 στο παλιό, 10 στο νέο) ενώ της Β΄ είναι ελαφρώς (κατά 4) αυξημένες (10 στο παλιό, 14 στο νέο).

Αν έπρεπε να επιλέξω μία από τις τρεις (πράγμα που θα ισχύει φαντάζομαι για τα περισσότερα ΕΠΑΛ λόγω αριθμού μαθητών) θα επέλεγα την "Τεχνικός εφαρμογών λογισμικού". 

Πληροφορίες για το νέο ΕΠΑΛ εδώ κι εδώ

Πληροφορίες για τον τομέα πληροφορικής εδώ

Η πρόταση των σχολικών συμβούλων κ. Μακεδονίας για την Τεχνική Εκπαίδευση εδώ








Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Καλές (;) πρακτικές διαχείρισης ΣΕΠΕΗΥ


Σχεδόν Ιούνιος και κάθε χρόνο τέτοια εποχή με πιάνει μια διάθεση αναπόλησης / απολογισμού της σχολικής χρονιάς που πέρασε.

Σκαλίζοντας λοιπόν παλιότερες αναρτήσεις έπεσα πάνω στην παρουσίαση που ακολουθεί η οποία παρουσιάστηκε την Τρίτη 21/01/2014 και την Παρασκευή 24/01/2014 στις συναντήσεις με συναδέλφους πληροφορικούς του νομού Χαλκιδικής.

Φιλοδοξούσε θέσει το πλαίσιο της κουβέντας σχετικά με τη διαχείριση Σχολικών Εργαστηρίων Πληροφορικής και ταυτόχρονα να δώσει μια εικόνα των προβλημάτων που αντιμετωπίσαμε στο ΕΠΑΛ / ΕΚ Πολυγύρου και των λύσεων που υλοποιήσαμε.

Το πέτυχε; χμ...







Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

Μία αξιόπιστη, οικονομική και ταυτόχρονα Ανοιχτή και Ελεύθερη λύση Υπολογιστών για σχολικές μονάδες (εργαστήρια και γραφεία)


Μέχρι πριν λίγες μέρες για την κάλυψη των αναγκών τους σε θέματα πληροφορικής (επεξεργασία κειμένου, λογιστικά φύλλα, εκτυπώσεις, αναζήτηση στο internet, κλπ) οι εκπαιδευτικοί του σχολείου μας χρησιμοποιούν τρεις παλιούς υπολογιστές (PIV 1,8MHz, 512MB RAM, 40GB HDD με λειτουργικό σύστημα Windows XP SP3 και σουίτα γραφείου MS Office 2003) που ήταν εγκατεστημένοι στο γραφείο του Συλλόγου των καθηγητών.

Τα προβλήματα ήταν πολλά, τα παράπονα περισσότερα και οι ώρες συντήρησης τους ακόμη πιο πολλές.

Λίγες μέρες πριν "πέσαν στα χέρια μας" (από κάποια δωρεά) 300 ευρώ τα οποία αποφασίστηκε να διατεθούν για την κάλυψη αυτών των αναγκών.

Μιας και τα χρήματα αυτά μόλις και μετά βίας έφταναν για την αγορά μίας καινούριας κεντρικής μονάδας επιλέξαμε να στραφούμε στη λύση των ανακατασκευαμένων  (για το τι είναι οι ανακατασκευασμένοι δείτε εδώ και εδώ)

Τελικά στο ποσό αυτό μπορέσαμε να "|χωρέσουμε" δύο ανακατακευασμένους ΗΥ Dell Optiplex 745 SFF (Core 2 Duo 1.8 GHz 2048MB 80 DVD-ROM Vista COA) και δύο οθόνες 17 inch B Grade (λίγα καμμένα pixels ή αχνές σκιές).

Δεν ήταν πρώτη φορά που αγοράσαμε ανακατασκευασμένους υπολογιστές για το σχολείο μας. Όπως περιγράφεται σε παλιότερη ανάρτηση μεταξύ άλλων, ένα από τα τρία εργαστήρια πληροφορικής του σχολείου μας, αποτελούμενο από 14 ανακατασκευασμένους υπολογιστές Compaq (PIV, 1,8GHz, 512 GB RAM, 40HDD, Windows XP Sticker Licence), λειτουργεί χωρίς πρόβλημα εδώ και έξι χρόνια. Όλο αυτό το διάστημα έχει χτυπήσει μόνο ένα σκληρός δίσκος.

Λύσεις για ανακατασκευασμένους ΗΥ μπορείτε να βρείτε εύκολα με μια αναζητησούλα στο google. Για να αποφύγω την άμεση διαφήμιση δεν αναφέρω την εταιρία με την οποία συνεργαζόμαστε τα τελευταία 5 χρόνια, αν θέλετε πληροφορίες επικοινωνήστε... 

Παρά το γεγονός ότι τα μηχανήματα αυτά έχουν sticker licence για Windows Vista, με στόχο την προώθηση Ελεύθερου και Ανοιχτού Λογισμικού, επιλέξαμε να στήσουμε μια διανομή linux.

Από τις πολλές διαθέσιμες πειραματιστήκαμε με τις εξής δύο:
  1. το Zorin Linux το οποία θυμίζει περισσότερο Windows 7 από ότι τα ίδια Windows 7 ;-). και διατίθεται σε τέσσερις διαφορετικές διανομές: Lite, Core, Educational και Gaming με διαφορετικές απαιτήσεις σε τεχνικά χαρακτηριστικά αλλά και προεγκαταστημένο λογισμικό
  2. το Mint Linux το οποίο διατίθεται σε πάμπολλες διανομές. Εμείς επιλέξαμε τη διανομή Mate λόγω των σχετικά χαμηλών απαιτήσεων σε υλικό και του Windows-like περιβάλλοντος του.
Για όσους έχουν χρόνο και διάθεση υπάρχουν δεκάδες διανομές (ρίξτε μια ματιά στο distrowatch) τις οποίες μπορείτε να κατεβάσετε και να εγκαταστήσετε σε ένα virtual μηχάνημα.

Μάλιστα με αφορμή τη διακοπή υποστήριξης των Windows XP από την Microsoft έχουν ανέβει αρκετά άρθρα που προτείνουν διανομές, ρίξτε μια ματιά...

Τα Windows XP τελείωσαν, και τώρα τι;

Windows XP: λήξη υποστήριξης το 2014, ερωτήματα & προτάσεις για την αναβάθμιση επιχειρήσεων
Why Linux Mint is a worthwhile Windows XP replacement

Replace the Retiring Windows XP with Linux

Εντέλει στήσαμε την δεύτερη επιλογή (η οποία σημειωτέον έχει και καλή υποστήριξη: υπάρχει ενεργή ελληνική κοινότητα) η οποία στήθηκε πολύ εύκολα. Εξίσου εύκολα στήθηκαν και οι περιφερειακές συσκευές του (usb και δικτυακός εκτυπωτής).

Οι υπολογιστές δόθηκαν σήμερα σε χρήση και περιμένουμε αντιδράσεις και εντυπώσεις (θα μοιράσω ερωτηματολόγιο καταγραφής των εντυπώσεων των χρηστών) από τους χρήστες οι οποίες θα αναρτηθούν σε μελλοντικό άρθρο.


Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Τι αγνοούν -ή θέλουν να αγνοούν- οι Αμερικάνοι για την επιτυχία του φινλανδικού μοντέλου


Παρακαλώ κάντε τον κόπο και διαβάστε το παρακάτω άρθρο της Anu Partanen, Φινλανδής δημοσιογράφου που ζει στη Νέα Υόρκη. Το άρθρο συγκρίνει το φιλανδικό και το αμερικάνικο εκπαιδευτικό μοντέλο, το οποίο (Αμερικάνικο) πασχίζουμε εδώ και 2-3 χρόνια να μαϊμουδίσουμε...

Για να σας ανοίξω την όρεξη (μιας και το άρθρο είναι μεγαλούτσικο) αντιγράφω πέντε-έξι φράσεις που μου καρφώθηκαν στο μυαλό, διαβάστε τες και είμαι σίγουρος ότι δε μπορέσετε να αντισταθείτε στον πειρασμό να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο:
  • Η σκανδιναβική χώρα είναι μία εκπαιδευτική υπερδύναμη επειδή εκτιμά περισσότερο την ισότητα παρά την αριστεία.
  • “Α, και δεν υπάρχουν ιδιωτικά σχολεία στη Φινλανδία”
  • “Δεν υπάρχει λέξη για την λογοδοσία στη Φινλανδία”. “Η λογοδοσία είναι αυτό που μένει όταν η ευθύνη έχει αφαιρεθεί” 
εδώ ανατριχιάζω - κυριολεκτικά...
  • στη Φινλανδία όλοι οι καθηγητές και οι διοικούντες έχουν κύρος, αξιοπρεπή μισθό και μεγάλη αίσθηση του καθήκοντος (είναι πολύ υπεύθυνοι)
  • Και ενώ οι αμερικάνοι λατρεύουν να μιλούν για ανταγωνισμό, o Sahlberg τονίζει ότι δεν υπάρχει τίποτα που να κάνει τους φινλανδούς να νιώθουν πιο άβολα από αυτό. Στο βιβλίο του, αναφέρει το απόφθεγμα ενός φινλανδού συγγραφέα του Samuli Paronen: “Οι αληθινοί νικητές δεν διαγωνίζονται”.
  • ο στόχος του μεταρυθμιστικού προγράμματος που η Φινλανδία θεσμοθέτησε, και η οποία κατέληξε σε τόσο μεγάλη επιτυχία σήμερα, δεν ήταν ποτέ η αριστεία. Ήταν η αμεροληψία, η ίση μεταχείριση. 
  • Από το 1980, ο κύριος οδηγός της φινλανδικής εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν η ιδέα ότι κάθε παιδί πρέπει να έχει την ίδια ακριβώς ευκαιρία να μάθει, ανεξάρτητα από το οικογενειακό ιστορικό, εισόδημα, ή γεωγραφική προέλευση. Η εκπαίδευση λογιζόταν κυρίως και πάνω απ’ όλα όχι ως ένα τρόπος να παράγει σταρ επιδόσεων, αλλά ως ένα όργανο για να εξισορροπήσει την κοινωνική ανισότητα. 
...κι εδώ είναι που με πιάνουν τα κλάματα μιας και προέρχομαι από σχετικά φτωχή οικογένεια χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, μεγάλωσα στην επαρχία (αγροτικό χωριό 1500 κατοίκων) αλλά παρόλα αυτά το όποιο κουτσουρεμένο ελληνικό δημόσιο σχολείο και οι δάσκαλοι-καθηγητές που το υπηρετούσαν (όχι όλοι εξίσου καλά, οι περισσότεροι όμως...) μου έδωσε τη δυνατότητα να περάσω στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, να μάθω μια ξένη γλώσσα, να κάνω ένα μεταπτυχιακό, να κάνω το όνειρο μου πραγματικότητα και το χόμπι μου δουλειά (είμαι εκ-παιδευτικός), να παλεύω με ένα διδακτορικό σχετικό με τη δουλεία μου, να ονειρεύομαι και και να κάνω σχέδια για το μέλλον (χμ, αυτό εδώ και 1-2 χρόνια έχει αλλάξει, αλλά τέλος πάντων...)

Τα σημερινά παιδιά όμως; Τα παιδιά μου (οι κόρες μου) αλλά και τα "παιδιά μου" (οι μαθητές μου) με τις αλλαγές που συντελούνται δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να έχουν αυτή τη δυνατότητα. Δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε αυτό... Πρέπει να παλέψουμε για ένα άλλο σχολείο, για το σχολείο που ονειρευόμαστε όπως το είχαμε περιγράψει σε ένα κείμενο που προέκυψε από συζητήσεις κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων του Σεπτέμβρη με τίτλο "ένα άλλο σχολείο είναι εφικτό"...

Ακολουθεί το άρθρο:

Το παρακάτω άρθρο της Anu Partanen, Φινλανδής δημοσιογράφου που ζει στη Νέα Υόρκη, αποτελεί μία σύγκριση του φιλανδικού και του αμερικάνικου εκπαιδευτικού συστήματος. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της Φινλανδίας έχει εμπνεύσει πολλές χώρες -μεταξύ των οποίων και τη δική μας. Όμως, η μετάβαση σε ένα τέτοιο μοντέλο εκπαίδευσης, όπως επισημαίνεται και στο άρθρο είναι μία πολύ δύσκολη διαδικασία γιατί απαιτεί διαφορετική οργάνωση της κοινωνίας και των αξιών της. Δυστυχώς στην Ελλάδα οι εκπαιδευτικές “μεταρρυθμίσεις” των τελευταίων χρόνων έχουν ως πρότυπο το μοντέλο των Η.Π.Α και όχι της Φιλανδίας.


Η σκανδιναβική χώρα είναι μία εκπαιδευτική υπερδύναμη

επειδή εκτιμά περισσότερο την ισότητα παρά την αριστεία.


Όλοι συμφωνούν πως οι ΗΠΑ πρέπει να βελτιώσουν δραματικά το εκπαιδευτικό τους σύστημα. Αλλά πως; Τελευταία μία από τις πλέον ένθερμες τάσεις της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης εξετάζει τη θεαματική επιτυχία της Φιλανδίας που έχει αναδειχθεί σε εκπαιδευτική υπερδύναμη της Δύσης. Δυστυχώς όμως, όταν αναφερόμαστε στο τι μαθήματα έχουν να μας προσφέρουν τα φιλανδικά σχολεία, η συζήτηση φαίνεται να χάνει το νόημα της.

Η μικρή σκανδιναβική χώρα, ήταν γνωστή -αν ήταν γενικά γνωστή για κάτι- ως η πατρίδα της Nokia, της εταιρεία-κολοσσού της κινητής τηλεφωνίας. Αλλά τελευταία η Φιλανδία έχει τραβήξει το ενδιαφέρον παγκοσμίων ερευνών για την ποιότητα ζωής -το Newsweek την κατέταξε στην πρώτη θέση τον περασμένο χρόνο- και το φινλανδικό εκπαιδευτικό σύστημα λαμβάνει ιδιαίτερο έπαινο, καθώς τα τελευταία χρόνια οι Φινλανδοί μαθητές πετυχαίνουν τα υψηλότερα σκορ στον κόσμο.

Τα φινλανδικά σχολεία χρωστούν τη νεαποκτειθήσα φήμη τους κυρίως σε μία έρευνα: την έρευνα PISA, η οποία διεξάγεται κάθε τρία χρόνια από τον Οργανισμό για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ). Η έρευνα συγκρίνει τις επιδόσεις των 15χρονων σε διαφορετικές χώρες στους τομείς: ανάγνωση, μαθηματικά και επιστήμες. Η Φινλανδία κατατάσσεται στην κορυφή ή κοντά σε αυτήν και στις τρεις κατηγορίες σε κάθε έρευνα από το 2000, πλάι σε χώρες με υπερεπιδόσεις όπως η Νότια Κορέα και η Σιγκαπούρη. Στην πρόσφατη έρευνα του 2009 η Φινλανδία έπεσε ελαφρά με τους μαθητές της Σανγκάης, και της Κίνας να έχουν τα καλύτερα σκορ, αλλά να συνεχίζουν να είναι κοντά στην κορυφή. Καθ’ όλη αυτήν την περίοδο, οι αποδόσεις των αμερικανών στην ίδια έρευνα είναι μέτριες στην καλύτερη των περιπτώσεων.

Συγκρινόμενη με τα στερεότυπα του ανατολικοασιατικού μοντέλου -πολλές ώρες εξοντωτικού διαβάσματος για εξετάσεις και παπαγαλία- η επιτυχία της Φινλανδίας είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα επειδή τα φινλανδικά σχολεία αναθέτουν λιγότερη δουλειά στο σπίτι και απασχολούν τα παιδιά με ένα πιο δημιουργικό τρόπο. Όλο αυτό έχει οδηγήσει ένα συνεχές ρεύμα ξένων εκπροσώπων που ταξιδεύουν στη Φινλανδία για να επισκεφτούν σχολεία και να μιλήσουν με τους εθνικούς ειδικούς της εκπαίδευσης, αλλά και μία συνεχή κάλυψη των παγκοσμίων μέσων ενημέρωσης που εντυπωσιάζονται από το φινλανδικό θαύμα.

Γι’ αυτό το λόγο υπήρχε αρκετό ενδιαφέρον για την πρόσφατη επίσκεψη στις ΗΠΑ ενός εκ των κορυφαίων φινλανδών ειδικών στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, του PasiSahlberg, διευθυντή τουEducation‘s Center for International Mobility (Κέντρων Εκπαίδευσης για την Διεθνή Κινητικότητα) και συγγραφέα του βιβλίουFinnish Lessons: What Can the World Learn from Educational Change in Finland? (μεταφρασμένο και στα ελληνικά: Φινλανδικά Μαθήματα: Τι μπορεί να μάθει ο κόσμος από την εκπαιδευτική αλλαγή στη Φινλανδία) Νωρίτερα αυτό το μήνα, o Sahlberg σταμάτησε στο Dwight School της Νέας Υόρκης για να μιλήσει με εκπαιδευτικούς και μαθητές. Η επίσκεψή του τράβηξε την προσοχή των εθνικών ΜΜΕ και ήταν η αφορμή για πολλή συζήτηση.

Και όμως δεν είναι ξεκάθαρο αν το μήνυμα του Sahlberg έγινε σαφές. Όπως ο ίδιος μου εξήγησε αργότερα,υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που κανείς στην Αμερική δε θέλει να τα συζητήσει πραγματικά.

***
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Dwight School ένας φωτογράφος των New York Times αγωνίστηκε για μία θέση στο τηλεοπτικό συνεργείο του Dan Rather καθώς ο Sahlberg συμμετείχε σε μία συζήτηση στρογγυλής τραπέζης μετους μαθητές. Το επακόλουθο άρθρο των Times σχετικά με το γεγονός θα εστίαζε στη Φινλανδία ως ένα “ενδιαφέρον μοντέλο σχολικής μεταρρύθμισης”.

Όμως ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που ο Sahlberg είπε σε αυτήν την επίσκεψη πέρασε πρακτικά απαρατήρητο: “Α, και δεν υπάρχουν ιδιωτικά σχολεία στη Φινλανδία”.

Αυτή η αντίληψη ίσως είναι δύσκολο να κατανοηθεί από έναν Αμερικάνο, αλλά είναι αλήθεια. Μόνο ένας μικρός αριθμός ανεξάρτητων σχολείων υπάρχει στην Φιλανδία και ακόμα και αυτά χρηματοδοτούνται από το δημόσιο. Δεν επιτρέπεται σε κανένα να επιβάλλει δίδακτρα. Δεν υπάρχουν ούτε ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ο καθένας στην Φινλανδία παρακολουθεί ένα δημόσιο σχολείο, είτε μιλάμε για παιδικό σταθμό είτε για διδακτορικό δίπλωμα.

Η ειρωνεία του σχολίου του Sahlberg στην διάρκεια της ομιλίας του στο Dwight School είναι προφανής. Όπως πολλά από τα καλύτερα σχολεία της Αμερικής, το Dwight είναι ένα ιδιωτικό ίδρυμα, στο οποίο η φοίτηση κοστίζει πάνω από $35.000 για τους μαθητές του λυκείου -χωρίς να αναφέρουμε πως το Dwight είναι ένας κερδοσκοπικός οργανισμός, μία καινούρια τάση στις ΗΠΑ. Εν τούτοις κανείς δεν σχολίασε την δήλωση του Sahlberg. Με ξάφνιασε αυτό το γεγονός. Όχι όμως και τον ίδιο τον Sahlberg.

Ο Sahlberg γνωρίζει τι αρέσει στους Αμερικάνους να συζητούν όταν πρόκειται για εκπαίδευση γιατί είναι ο άνθρωπος τους σε αυτόν προστρέχουν σε ό,τι αφορά τη Φινλανδία. Γιος δύο δασκάλων, μεγάλωσε μέσα σε ένα φινλανδικό σχολείο. Σπούδασε μαθηματικά και φυσική σε ένα γυμνάσιο στο Ελσίνκι, δούλεψε σε πολλές θέσεις στο φινλανδικό υπουργείο Παιδείας και πέρασε χρόνια ως ειδικός εκπαίδευσης στον ΟΟΣΑ, την Παγκόσμια Τράπεζα και άλλους διεθνείς οργανισμούς.

Τώρα, μαζί με τα υπόλοιπα καθήκοντα του, ο Sahlberg υποδέχεται περίπου 100 επισκέψεις ξένων εκπαιδευτικών το χρόνο, συμπεριλαμβανομένων πολλών αμερικανών, οι οποίοι θέλουν να μάθουν το μυστικό της φινλανδικής επιτυχίας. Το καινούργιο του βιβλίο είναι εν μέρει μία προσπάθεια να απαντηθούν οι ερωτήσεις που δέχεται συνέχεια.

Σύμφωνα με τη δική του άποψη, οι αμερικάνοι έχουν μόνιμες εμμονές με συγκεκριμένες ερωτήσεις: Πώς μπορείς να ελέγχεις τις επιδόσεις των μαθητών σου αν δεν τους κάνεις τεστ συνεχώς; Πώς μπορείς να βελτιώσεις τη διδασκαλία αν δεν λογοδοτούν οι κακοί δάσκαλοι ή αν δεν υπάρχει χρηματικό κίνητρο (merit pay) για τους καλούς δασκάλους; Πώς ενθαρρύνεις τον ανταγωνισμό και εμπλέκεις τον ιδιωτικό τομέα; Πώς παρέχεις την επιλογή σχολείου;

Οι απαντήσεις που δίνουν οι Φινλανδοί δείχνουν να είναι εντελώς αντίθετες από ό,τι οι Αμερικάνοι μεταρρυθμιστές προσπαθούν να κάνουν.

Κατ’αρχάς, η Φινλανδία δεν έχει καθιερωμένου τύπου τεστ. Η μόνη εξαίρεση είναι το λεγόμενο “National Matriculation Exam”, (Εθνικές Εξετάσεις Εισαγωγής στο Παν/μιο), το οποίο δίνουν όλοι στο τέλος ενός εθελοντικού δευτεροβάθμιου σχολείου, του σχετικά ανάλογου με το αμερικανικό λύκειο.

Αντ’αυτού, οι δάσκαλοι των δημόσιων σχολείων εκπαιδεύονται να αξιολογούν τα παιδιά στις τάξεις τους χρησιμοποιώντας ανεξάρτητα τεστ τα οποία δημιουργούν μόνοι τους. Όλα τα παιδιά παίρνουν έναν έλεγχο (report card) στο τέλος κάθε τριμήνου, αλλά τα δεδομένα σε αυτούς βασίζονται σε ατομική αξιολόγηση από τον κάθε δάσκαλο. Κατά περιόδους, το υπουργείο εκπαίδευσης παρακολουθεί την εθνική πρόοδο κάνοντας δειγματολειπτικά τεστ σε ομάδες μαθητών από πολλά και διαφορετικά σχολεία.

Όσο για την «υπαιτιότητα» των δασκάλων και των διοικούντων o Sahlberg απαντά σηκώνοντας τους ώμους: “Δεν υπάρχει λέξη για την λογοδοσία στη Φινλανδία” είπε αργότερα στο ακροατήριο του Teachers College του Πανεπιστημίου της Columbia. “Η λογοδοσία είναι αυτό που μένει όταν η ευθύνη έχει αφαιρεθεί”.

Για τον Sahlberg αυτό που μετράει είναι ότι στη Φινλανδία όλοι οι καθηγητές και οι διοικούντες έχουν κύρος, αξιοπρεπή μισθό και μεγάλη αίσθηση του καθήκοντος (είναι πολύ υπεύθυνοι). Απαιτείται μεταπτυχιακό για να μπορέσει κάποιος να μπει στο επάγγελμα και τα προγράμματα εκπαίδευσης δασκάλων είναι ανάμεσα στα πιο εκλεκτικά επαγγελματικά σχολεία στη χώρα. Αν ο δάσκαλος είναι κακός, είναι ευθύνη του διευθυντή να το παρατηρήσει και να το αντιμετωπίσει.

Και ενώ οι αμερικάνοι λατρεύουν να μιλούν για ανταγωνισμό, o Sahlberg τονίζει ότι δεν υπάρχει τίποτα που να κάνει τους φινλανδούς να νιώθουν πιο άβολα από αυτό. Στο βιβλίο του, αναφέρει το απόφθεγμα ενός φινλανδού συγγραφέα του Samuli Paronen: “Οι αληθινοί νικητές δεν διαγωνίζονται”. Είναι δύσκολο να σκεφτείς μία πιο μη-αμερικανική ιδέα αλλά όταν μιλάμε για την εκπαίδευση, η επιτυχία των Φινλανδών δείχνει ότι η στάση τους ίσως έχει πλεονεκτήματα. Δεν υπάρχουν λίστες με κορυφαία σχολεία ή δασκάλους. Η κύρια ιδέα που οδηγεί την εκπαίδευση δεν είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ εκπαιδευτικών και σχολείων αλλά η συνεργασία.

Τέλος, στη Φινλανδία η επιλογή σχολείου προφανώς δεν είναι προτεραιότητα, όπως δεν είναι και η εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα. Το οποίο μας φέρνει πίσω στη σιωπή μετά το σχόλιο του Sahlberg στο Dwight ότι τέτοια σχολεία δεν υπάρχουν στη Φινλανδία.

“Εδώ στην Αμερική” είπε ο Sahlberg στο Teachers College “οι γονείς μπορούν να διαλέξουν να πάνε τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία. Είναι η ίδια ιδέα με την έννοια της αγοράς που ισχύει, ας πούμε στα μαγαζιά. Τα σχολεία είναι ένα μαγαζί και οι γονείς μπορούν να αγοράσουν οτιδήποτε θέλουν. Και στη Φινλανδία οι γονείς μπορούν επίσης να διαλέξουν. Αλλά οι επιλογές είναι όλες οι ίδιες”.

Εδώ ακριβώς είναι το αληθινά σοκαριστικό. Καθώς ο Sahlberg συνέχισε, το κεντρικό μήνυμα του ξεπρόβαλε είτε κάποιος από το ακροατήριο ήθελε να το ακούσει είτε όχι.

Δεκαετίες πριν, όταν το φινλανδικό σύστημα χρειαζόταν άμεσα μεταρρύθμιση, ο στόχος του προγράμματος που η Φινλανδία θεσμοθέτησε, και η οποία κατέληξε σε τόσο μεγάλη επιτυχία σήμερα, δεν ήταν ποτέ η αριστεία. Ήταν η αμεροληψία, η ίση μεταχείριση.

Από το 1980, ο κύριος οδηγός της φινλανδικής εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν η ιδέα ότι κάθε παιδί πρέπει να έχει την ίδια ακριβώς ευκαιρία να μάθει, ανεξάρτητα από το οικογενειακό ιστορικό, εισόδημα, ή γεωγραφική προέλευση. Η εκπαίδευση λογιζόταν κυρίως και πάνω απ’ όλα όχι ως ένα τρόπος να παράγει σταρ επιδόσεων, αλλά ως ένα όργανο για να εξισορροπήσει την κοινωνική ανισότητα.

Κατά τους Φινλαδούς, όπως το περιγράφει ο Sahlberg, αυτό σημαίνει ότι τα σχολεία πρέπει να είναι υγιή, ασφαλή περιβάλλοντα για τα παιδιά. Αυτό ξεκινά με τα βασικά. Η Φινλανδία προσφέρει σε όλους τους μαθητές δωρεάν σχολικά γεύματα, εύκολη πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ψυχολογική υποστήριξη και εξατομικευμένη καθοδήγηση σε κάθε μαθητή.

Στην πραγματικότητα, μια που η ακαδημαϊκή αριστεία δεν ήταν συγκεκριμένη προτεραιότητα στην φινλανδική λίστα, όταν οι μαθητές τους πέτυχαν τόσο υψηλά σκορ στην έρευνα PISA το 2001, πολλοί Φινλανδοί θεώρησαν ότι τα αποτελέσματα ήταν λάθος. Αλλά τα επακόλουθα τεστ PISA επιβεβαίωσαν ότι η Φινλανδία -σε αντίθεση με πολύ κοντινές στη φιλοσοφία χώρες, όπως η Νορβηγία- παρήγαγε ακαδημαική αριστεία μέσω της συγκεκριμένης πολιτικής γραμμής στόχευσης στην ίση μεταχείριση.

Το ότι αυτό το σημείο αγνοείται πάντα ή μένει στην άκρη στις ΗΠΑ φαίνεται ιδιαίτερα οξύ τώρα, που η οικονομική κρίση και το κίνημα “Occupy Wall Street” (“Καταλάβετε την Wall Street”) έχουν επισημάνει με τόσο έντονο τρόπο τα προβλήματα της ανισότητας στην Αμερική. Το χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που μπορούν να διαθέσουν 35.000$ δίδακτρα για κάθε παιδί το χρόνο -ή απλά την τιμή ενός σπιτιού σε μία περιοχή με καλά σχολεία- και του υπόλοιπου “99 τοις εκατό” είναι οδυνηρά απλό να το δεις.

***

O Pasi Sahlberg επισημαίνει ότι το βιβλίο του «Finnish Lessons» δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας δες-πώς-το-κάνω-οδηγός για να διορθωθούν τα εκπαιδευτικά συστήματα σε όλες τις χώρες. Κάθε χώρα είναι διαφορετική και όπως πολλοί Αμερικάνοι επισημαίνουν, η Φινλανδία είναι ένα μικρό έθνος με πολύ πιο ομοιογενή πληθυσμό από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Όμως ο Sahlberg δεν πιστεύει ότι το μέγεθος ή η ομοιογένεια πρέπει να δώσουν άλλοθι στην Αμερική να απορρίψει το φινλανδικό παράδειγμα. Η Φινλανδία είναι σχετικά ομοιογενής χώρα -το 2010 μόνο 4,6% των κατοίκων της έχουν γεννηθεί σε άλλη χώρα συγκρινόμενοι με το 12,7% στις ΗΠΑ. Αλλά ο αριθμός των γεννημένων σε ξένη χώρα κατοίκων διπλασιάστηκε την δεκαετία μέχρι το 2010 και η χώρα δεν έχασε τις αρχές της στην εκπαίδευση. Οι μετανάστες τείνουν να συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένες περιοχές, κάνοντας τον πληθυσμό ορισμένων σχολείων πιο μεικτό από άλλα, εξακολουθεί να μην υπάρχει ιδιαίτερη διακύμανση ανάμεσα στα φινλανδικά σχολεία στην έρευνα PISA την ίδια περίοδο.

Ο Samuel Abrams, επισκέπτης καθηγητής στο Teachers College του πανεπιστημίου του Columbia, έχει ασχοληθεί με την επίδραση του μεγέθους και της ομοιογένειας στην εκπαιδευτική επίδοση ενός έθνους συγκρίνοντας τη Φινλανδία με μία άλλη σκανδιναβική χώρα: τη Νορβηγία. Όπως και η Φινλανδία, η Νορβηγία είναι μικρή και χωρίς ιδιαίτερη διαφοροποίηση γενικά, αλλά έχει μία προσέγγιση στην εκπαίδευση η οποία είναι περισσότερο αμερικανική παρά φινλανδική. Το αποτέλεσμα; Μέτρια απόδοση στην έρευνα PISA. Η εκπαιδευτική πολιτική, ισχυρίζεται ο Abrams, είναι μάλλον πιο σημαντική για την επιτυχία του σχολικού συστήματος από το μέγεθος της χώρας και την εθνική σύστασή της.

Πράγματι, ο πληθυσμός της Φινλανδίας (5,4 εκατομμύρια) μπορεί να συγκριθεί με μία αμερικανική πολιτεία -έτσι κι αλλιώς το μεγαλύτερο ποσοστό της αμερικανικής εκπαίδευσης καθορίζεται σε πολιτειακό επίπεδο. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής, έναν ερευνητικό οργανισμό στην Ουάσιγκτον, το 2010 υπήρχαν 18 πολιτείες με ίδιο ή σημαντικά μικρότερο ποσοστό μεταναστών από τη Φινλανδία.

Ακόμα, παρά τις πολλές διαφορές τους, η Φινλανδία και οι ΗΠΑ έχουν έναν κοινό εκπαιδευτικό στόχο. Όταν οι φινλανδοί αξιωματούχοι αποφάσισαν να μεταρρυθμίσουν το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας τους τη δεκαετία του 1970, το έκαναν επειδή συνειδητοποίησαν ότι για να γίνουν ανταγωνιστικοί δε μπορούσαν να βασιστούν στη βιομηχανία ή στους λιγοστούς φυσικούς πόρους. Αντ’ αυτού έπρεπε να επενδύσουν σε μία γνωσιοκεντρική οικονομία.

Με τα βιομηχανικά κέντρα της Αμερικής τώρα σε παρακμή, ο στόχος της εκπαιδευτικής πολιτικής των ΗΠΑ -όπως έγινε σαφές από τον ίδιο τον πρόεδρο Ομπάμα- είναι να διατηρηθεί η αμερικανική ανταγωνιστικότητα κάνοντας το ίδιο πράγμα. Η εμπειρία της Φινλανδίας δείχνει ότι για να κερδίσει σε αυτό το παιχνίδι μία χώρα πρέπει να προετοιμάσει καλά, όχι μόνο ένα μέρος ένα μέρος του πληθυσμού της, αλλά όλον τον πληθυσμό της για τη νέα οικονομία. Το να κατέχεις κάποια από τα καλύτερα σχολεία του κόσμου ίσως δεν είναι και αυτό αρκετό αν υπάρχουν παιδιά που μένουν πίσω.

Είναι αυτός ένας αδύνατος στόχος; Ο Sahlberg λέει ότι ενώ το βιβλίο του δεν αποτελεί εγχειρίδιο χρήσης, σκοπεύει να είναι ένα “φυλλάδιο ελπίδας”.

“Όταν ο πρόεδρος Κένεντι έκανε την έκκληση του για αναβάθμιση της αμερικανικής επιστήμης και τεχνολογίας στέλνοντας έναν άνθρωπο στο φεγγάρι το τέλος της δεκαετίας του ’60, πολλοί είπαν ότι δε μπορεί να γίνει” είπε ο Sahlberg κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Νέα Υόρκη. “Αλλά είχε ένα όνειρο. Όπως ακριβώς ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ κάποια χρόνια πριν είχε ένα όνειρο. Αυτά τα όνειρα έγιναν πραγματικότητα. Το όνειρο της Φινλανδίας ήταν ότι θέλαμε να έχουμε ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα για κάθε παιδί ανεξάρτητα από το που πήγαινε σχολείο ή από το τι οικογένεια προερχόταν. Και πολλοί ακόμα και στη Φινλανδία έλεγαν ότι κάτι τέτοιο δε μπορεί να γίνει”.

Προφανώς, πολλοί έκαναν λάθος. Είναι δυνατό να δημιουργήσεις ισότητα. Και ίσως ακόμα πιο σημαντικό -ως πρόκληση στον αμερικάνικο τρόπο σκέψης σχετικά με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση- η εμπειρία της Φινλανδίας δείχνει ότι είναι δυνατό να πετύχεις αριστεία με το να εστιάσεις όχι στον ανταγωνισμό αλλά στη συνεργασία, όχι στην επιλογή αλλά στην ίση μεταχείριση.

Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η εκπαίδευση στην Αμερική δεν είναι η εθνική ποικιλομορφία του πληθυσμού της αλλά η οικονομική ανισότητα της κοινωνίας και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα που η φινλανδική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση αντιμετώπισε. Περισσότερη ίση μεταχείριση εντός συνόρων ίσως είναι αυτό ακριβώς που η Αμερική χρειάζεται για να είναι πιο ανταγωνιστική στο εξωτερικό.

Το άρθρο αποτελεί μετάφραση του “What Americans keep ignoring about Finland’s school success” της Anu Partanen

 αντιγραφή από το http://giaenadiaforetikosxoleio.wordpress.com

Δημιουργία εφαρμογών για έξυπνες φορητές συσκευές (με εύκολο τρόπο ;-))



Τελειώνοντας την ερευνητική εργασία με θέμα computer games ας ρίξουμε μια ματιά στη δημιουργία εφαρμογών για έξυπνες φορητές συσκευές (κινητά τηλέφωνα και tablets).

Ας δημιουργήσουμε λοιπόν με εύκολο τρόπο εφαρμογές για έξυπνες φορητές συσκευές (κινητά τηλέφωνα και tablets) χρησιμοποιώντας web-based platforms.

Είναι πολύ πιο εύκολο από ότι ακούγεται ;-)

Μια δοκιμή με κάποια (δες παρακάτω) από τις πολλές διαθέσιμες πλατφόρμες θα σας πείσει...

appsbuilder 
διαθέσιμο στον ιστότοπο: http://www.apps-builder.com/en/home
Μια σειρά από webinars για τον appsbuilder

appsgeyser
διαθέσιμο στον ιστότοπο: http://www.appsgeyser.com/

ibuildapp
διαθέσιμο στον ιστότοπο: http://ibuildapp.com/

como
διαθέσιμο στον ιστότοπο: http://www.como.com/

appery.io
διαθέσιμο στον ιστότοπο: http://appery.io/

Φιλανδία: Αναζητώντας το σχολείο της ισότητας


Αντιγράφω από το http://www.o-klooun.com/





Φιλανδία: Αναζητώντας το σχολείο της ισότητας


    Μπαίνοντας στο δημοτικό σχολείο της Ράουμα, μιας φινλανδικής πόλης στον κόλπο του Μπότνικ, δεν βλέπεις ούτε περίφραξη, ούτε είσοδο : περνάς απλώς μπροστά από ένα πάρκινγκ ποδηλάτων κι από μια παιδική χαρά. Από το γυμναστήριο έως την αίθουσα μουσικής, τα πάντα μοιάζουν να έχουν σχεδιαστεί για να κάνουν τα παιδιά να νιώθουν όσο το δυνατόν πιο άνετα.
    Κατά τη διάρκεια των σαράντα πέντε λεπτών που διαρκεί το μάθημα, η καθηγήτρια των αγγλικών εναλλάσσει πέντε διαφορετικές δραστηριότητες. Διατηρεί αμείωτη την προσοχή των μαθητών της ήδη από τα πρώτα δευτερόλεπτα του μαθήματος, χάρη σε μια μπάλα που κυκλοφορεί στην τάξη και στέλνεται με μια πάσα σε κάθε μαθητή που λαμβάνει τον λόγο. Βέβαια, το σύστημα δεν είναι άγνωστο στις τάξεις κι άλλων χωρών, όμως, στη Φινλανδία, με 12,4 μαθητές ανά εκπαιδευτικό (μία από τις καλύτερες αναλογίες στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση στην Ευρώπη) αποδεικνύεται εξαιρετικά αποτελεσματικό.
    Στα μέσα Αυγούστου, ο θερισμός δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί, όταν οι Γαλλίδες Φανί Σολεϊγιαβού και Φαμπιέν Μουαζί συνόδεψαν τα παιδιά τους στο σχολείο, για την πρώτη ημέρα της σχολικής χρονιάς. Ήταν η δεύτερη χρονιά τους σε φινλανδικό σχολείο. Οι μητέρες τους είναι καθηγήτριες που έλαβαν από το γαλλικό υπουργείο Παιδείας άδεια άνευ αποδοχών για να ακολουθήσουν τους συζύγους τους που εργάζονται στη χώρα, και επέλεξαν για τα παιδιά τους το τοπικό σχολείο και όχι το γαλλικό, στο οποίο τους προσφερόταν η δυνατότητα να φοιτήσουν. Και οι οποίες δεν φαντάζονταν ποτέ ότι η επιλογή τους θα άλλαζε ριζικά την εικόνα που έχουν για την παιδεία.
    Η Κλερ Ερπέν, μια άλλη Γαλλίδα που αποφάσισε να μείνει μακριά από τη Γαλλία, προσθέτει : « Τα τρία μου παιδιά έχουν αρχίσει να γίνονται σωστοί άνθρωποι. Στο σχολείο σέβονται τη διαφορετικότητά τους κι αυτά σέβονται τους άλλους. Οι καθηγητές γνωρίζουν πώς να ενθαρρύνουν τους μαθητές και να τους κάνουν να βγάλουν ό,τι καλύτερο κρύβουν μέσα τους ». Τα παιδιά των οικογενειών αυτών είχαν βρεθεί αντιμέτωπα με προβλήματα δυσλεξίας, σχολικής αποτυχίας ή πρόωρης διανοητικής ανάπτυξης : όσο κι αν δεν πρόκειται για σπάνιες καταστάσεις, το γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα δυσκολεύεται να τις αντιμετωπίσει.
    Πολλοί θα δυσκολευτούν να πιστέψουν όλα όσα διηγούνται αυτές οι γυναίκες : ένα σχολείο δίχως εντάσεις, δίχως ανταγωνισμό ανάμεσα στους μαθητές, δίχως επιθεωρητές, χωρίς κανένας μαθητής να μένει στην ίδια τάξη, χωρίς καν βαθμούς κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών της φοίτησης. Κι όλα αυτά, ενώ κατορθώνει να επιτυγχάνει τις καλύτερες επιδόσεις παγκοσμίως.
    Οι έρευνες του PISA (Διεθνές πρόγραμμα για την παρακολούθηση των γνώσεων που αποκτήθηκαν από τους μαθητές), του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) προκαλούν μεγάλη ανησυχία στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ για την ώρα σχολιάζονται ελάχιστα στη Γαλλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες, χώρες οι οποίες δεν επιτυγχάνουν καλύτερες επιδόσεις.
    Παρά τις επενδύσεις τους στην παιδεία, κατατάσσονται στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ όσον αφορά τις ικανότητες των δεκαπεντάχρονων μαθητών τους στην κατανόηση κειμένου, στα μαθηματικά ή στις επιστήμες [1]. Εκτός από τη μεθοδολογική τους ακρίβεια, με την οποία επιδιώκεται η εξάλειψη κάθε παράγοντα που ενδέχεται να οφείλεται σε πολιτισμικές παραμέτρους και να επηρεάζει τα αποτελέσματα, οι αξιολογήσεις παρουσιάζουν το πλεονέκτημα ότι δεν αφορούν την αφομοίωση ενός συγκεκριμένου εκπαιδευτικού προγράμματος, αλλά την απόκτηση ενός συνόλου ικανοτήτων, οι οποίες είναι χρήσιμες για την κατανόηση του κόσμου και για την επίλυση προβλημάτων στην καθημερινή ζωή του ατόμου.
    Είναι, ωστόσο, οι ίδιες έρευνες που ανέδειξαν απρόσμενα τη Φινλανδία σε χώρα μοντέλο. Στην κατάταξη του 2009, η οποία αφορούσε 65 χώρες, όπως εξάλλου και στις τρεις προηγούμενες (2000, 2003 και 2006), η Φινλανδία κατατάσσεται ανάμεσα στις κορυφαίες χώρες, μαζί με τη Νότια Κορέα και αρκετές ασιατικές πόλεις εταίρους του ΟΟΣΑ (Σαγκάη, Χονγκ Κονγκ και Σιγκαπούρη). Πρόκειται επίσης για τη χώρα (μαζί με τη Νότια Κορέα) της οποίας οι επιδόσεις είναι περισσότερο ομοιογενείς, καθώς επίσης και για εκείνη όπου η σχέση ανάμεσα στο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον του μαθητή και στις σχολικές του επιδόσεις αποδεικνύεται μικρή. Εξάλλου, το 93% των νεαρών Φιλανδών επιτυγχάνουν στις εξετάσεις του απολυτηρίου Λυκείου (το οποίο επιτρέπει την πρόσβαση στα ΑΕΙ χωρίς κατατακτήριες εξετάσεις) έναντι 80% κατά μέσο όρο στις δυτικές χώρες [2]. Βέβαια, είναι αλήθεια ότι στη Φινλανδία το επίπεδο των κοινωνικών ανισοτήτων είναι από τα χαμηλότερα που παρατηρούνται στις χώρες του ΟΟΣΑ.
    Τα αποτελέσματα του PISA προσέλκυσαν ένα νέο είδος τουριστών στη χώρα. Μετά την επίσκεψή του στη Φινλανδία, τον Αύγουστο του 2011, ο Γάλλος τότε (δεξιός) υπουργός Παιδείας, Λικ Σατέλ, δήλωνε : « Υπάρχει ένας αριθμός συνταγών τις οποίες είδα να λειτουργούν σε αυτήν τη χώρα και οι οποίες μπορούν να μεταφερθούν στη δική μας, κυρίως η μεγάλη αυτονομία » [3] « που δίνεται στις σχολικές μονάδες » [4]. Έναν χρόνο αργότερα, η βρετανική επιθεώρηση Socialist Review χαιρέτιζε ένα σύστημα « δίχως εξετάσεις », στο οποίο « κάθε παιδί δικαιούται ένα υγιεινό γεύμα κάθε μεσημέρι » [5]. Είτε προέρχεται από τη νεοφιλελεύθερη γαλλική δεξιά, είτε από τον αγγλικό τροτσκισμό, κάθε ξένος παρατηρητής έρχεται να « ψωνίσει » από το φινλανδικό εκπαιδευτικό σύστημα κάποια καινοτομία, η οποία –αποκομμένη από το συνολικό της πλαίσιο- θα επιβεβαιώσει την ορθότητα του δικού του προγράμματος.
    Τις περισσότερες φορές, τα διεθνή μέσα ενημέρωσης αγνοούν τις ιδιαίτερες συνθήκες κάτω από τις οποίες γεννήθηκε το συγκεκριμένο μοντέλο, [6] στο οποίο έχουν αφιερωθεί αρκετά συναρπαστικά βιβλία [7]. Ωστόσο, στη Φινλανδία, πρώτον, η αποκέντρωση δεν είναι συνώνυμο της επιδίωξης να υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στις περιφέρειες, δεύτερον, όταν γίνεται λόγος για μεγαλύτερη συμμετοχή των εκπαιδευτικών στη ζωή του σχολείου δεν υπονοείται η αύξηση των ωρών παρουσίας τους μέσα στο σχολείο και, τρίτον, πίσω από την επιδίωξη της συγκράτησης των δαπανών δεν κρύβεται η επιθυμία να προωθηθούν τα συμφέροντα των ιδιωτικών επιχειρήσεων. « Ξεχάστε το PISA », μας λέει ο Ζούκα Σαρτζάλα, ένας από τους πρωτεργάτες της μεταρρύθμισης του σχολείου τη δεκαετία του 1970. « Φυσικά, είμαστε υπερήφανοι που αναγνωρίζεται η δουλειά μας. Ωστόσο, το σύστημά μας θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα σύνολο : δεν είναι δυνατόν να τσιμπολογάει κανείς οποιαδήποτε πλευρά του αρέσει ».
    Δυσπιστία απέναντι στις αξιολογήσεις
    Στη Φινλανδία, η δωρεάν παιδεία δεν περιορίζεται μονάχα στη διδασκαλία. Μέχρι την ηλικία των 16 ετών, το κράτος αναλαμβάνει τη δωρεάν παροχή όλων των ειδών που χρειάζεται ο μαθητής κατά τη φοίτησή του [8], καθώς επίσης και των γευμάτων στο σχολικό εστιατόριο, όλες τις ιατροφαρμακευτικές δαπάνες και τα έξοδα μεταφοράς του μαθητή από και προς το σχολείο. Η χρηματοδότηση προέρχεται κατά κύριο λόγο από τους 336 δήμους της χώρας, όμως το κράτος διαχειρίζεται τους πόρους που διατίθενται για την παιδεία.
    Παρ' όλο που η συμμετοχή στη χρηματοδότηση των εκπαιδευτικών δαπανών του Έσποο, του πλουσιότερου δήμου της χώρας, που βρίσκεται κοντά στην πρωτεύουσα, ανέρχεται μονάχα στο 1%, ο μέσος όρος της κρατικής χρηματοδότησης ανέρχεται στο 33% [9] και φθάνει το 60% στους φτωχότερους δήμους. Επίσης, η κυβέρνηση προσπαθεί να αποθαρρύνει το άνοιγμα ιδιωτικών σχολείων. Τη δεκαετία του 1970, τα ιδιωτικά σχολεία σχεδόν εξαφανίστηκαν (σε αυτά φοιτά το 2% των μαθητών, έναντι 17% στη Γαλλία [10]), με εξαίρεση τα ιδιωτικά σχολεία που ανήκουν σε συνεταιρισμούς που εφαρμόζουν εναλλακτικά συστήματα, του τύπου Steiner ή Freinet.
    Το κόστος της δημόσιας παιδείας δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα υψηλό, το αντίθετο μάλιστα. Αν οι δαπάνες για την παιδεία σταθμιστούν με τον παράγοντα της αγοραστικής δύναμης κάθε χώρας, η Φινλανδία δαπανά λιγότερα χρήματα για κάθε μαθητή της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε σχέση με τον μέσο όρο των δυτικών χωρών, και πολύ λιγότερα σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή με το Ηνωμένο Βασίλειο [11].
    Δίνεται δε έμφαση στην ποιότητα της στελέχωσης, καθώς και στον αριθμό και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού έχει υψηλό κύρος και μεγάλη ζήτηση, παρά το γεγονός ότι προϋποθέτει μακροχρόνιες σπουδές, τουλάχιστον πενταετείς, (μάστερ, συχνά δε ακόμα πιο μακροχρόνιες) ενώ το επίπεδο των μισθών βρίσκεται –λίγο πολύ- στον μέσο όρο των απολαβών των εκπαιδευτικών στον δυτικό κόσμο [12] : αν και στην αρχή της καριέρας του ένας Φινλανδός εκπαιδευτικός έχει μισθό κατά 36% υψηλότερο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και κατά 27% στη δευτεροβάθμια σε σχέση με τον Γάλλο συνάδελφό του, στο τέλος της καριέρας τους οι απολαβές τους είναι συγκρίσιμες.
    Στη Φινλανδία, μονάχα ένας στους δέκα υποψήφιους κατορθώνει να εργαστεί ως εκπαιδευτικός. Εξάλλου, από τον εκπαιδευτικό περιμένουν τόσο μεγάλη αφοσίωση στη δουλειά του, ώστε ορισμένοι καθηγητές δεν διστάζουν να δίνουν στους γονείς των μαθητών τους τον αριθμό του τηλεφώνου τους ή την ηλεκτρονική τους διεύθυνση. Επιπλέον, μεγάλο μέρος της ειδικής επαγγελματικής κατάρτισης την οποία παρακολουθούν μετά τις σπουδές τους (τουλάχιστον ένα έτος) δεν αφορά το περιεχόμενο των γνώσεων που θα κληθούν να μεταδώσουν, αλλά την παιδαγωγική, τον τρόπο με τον οποίο θα μεταδοθούν οι γνώσεις.
    Η Ούλα Ροχιόλα, υποδιευθύντρια του δημοτικού σχολείου της Ράουμα, περιγράφει ως εξής την αποστολή της : «Έχουμε το καθήκον να ενσωματώσουμε στην κοινωνία όλα τα παιδιά. Καθένα από αυτά είναι σημαντικό ! » Πρέπει να δίνεται μια απάντηση σε κάθε αναπηρία, διαφορά ή δυσκολία στο κοινωνικό, συναισθηματικό ή σχολικό επίπεδο. Και εξηγεί : « Εάν αισθάνεστε άνετα μέσα στην ομάδα και μαθαίνετε πράγματα που αντιστοιχούν στο δικό σας επίπεδο, δεν θα αναπτύξετε αισθήματα απογοήτευσης. Ένα παιδί που μαθαίνει γρήγορα μπορεί να περάσει ολόκληρη τη σχολική ζωή του δίπλα σε έναν πολύ πιο αργό συμμαθητή του, εάν λαμβάνουμε υπόψη τις ανάγκες και των δυο τους στην καθημερινή ζωή ».
    Ενώ το μοντέλο που επικρατεί σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο προωθεί τους δείκτες επιδόσεων, τις αξιολογήσεις και τις κατατάξεις σε λίστες αριστείας, οι Φινλανδοί παιδαγωγοί προβαίνουν σε μια διαφορετική μορφή αξιολογήσεων. Κατά τη γνώμη τους, η αξιολόγηση οφείλει να αποτελεί ένα εργαλείο για την αναπροσαρμογή των μέσων και των μεθόδων που τίθενται στην υπηρεσία της ανάπτυξης της προσωπικότητας των παιδιών και των εκπαιδευτικών και σε καμία περίπτωση ένα εργαλείο ελέγχου και προώθησης του ανταγωνισμού.
    Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο οι αξιολογήσεις πραγματοποιούνται δειγματοληπτικά και όχι σε εθνικό επίπεδο. Καθένας γνωρίζει τα δικά του αποτελέσματα, όχι όμως και εκείνα των υπόλοιπων σχολείων. Εξάλλου, πολλοί δήμοι προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη εναντίον εφημερίδων που ήθελαν να δημοσιοποιήσουν τις κατατάξεις που προέκυπταν από τις αξιολογήσεις. Κι ακόμα κι όταν τα δικαστήρια απέρριψαν το αίτημά τους, μεγάλο μέρος του Τύπου προτίμησε τελικά να μην τις δημοσιεύσει.
    Η Σους Χούθα, φιλόλογος στο Ελσίνκι, διηγείται : « Τη δεκαετία του 1990 ενθαρρύνθηκε ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα σχολεία. Μάλιστα, στο Ελσίνκι, ένας συντηρητικός αιρετός της τοπικής αυτοδιοίκησης τα παρακίνησε να κάνουν ακόμα και διαφήμιση. Σήμερα, έχουμε συνειδητοποιήσει ότι αυτό ήταν λάθος ». Με την κατάργηση του « σχολικού χάρτη » [13] πυροδοτήθηκε ένα κύμα αναζήτησης σχολείων με καλή φήμη : αν και αυτό το φαινόμενο είναι περιθωριακό στην υπόλοιπη χώρα, στην πρωτεύουσα έχει πάρει διαστάσεις, καθώς το 30% της 7ης τάξης (παιδιά 13 ετών) δεν φοιτούν στο σχολείο της γειτονιάς τους.
    Το φαινόμενο συμβαδίζει με την ταχύτατη αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και την κοινωνική εξέλιξη που παρατηρείται στην Φινλανδία. Σύμφωνα με τον Τουόμα Κουρτίλα, διευθυντή της Ένωσης Γονέων, « υπάρχει ο κίνδυνος να μετατραπεί η εκπαιδευτική μας πολιτική σε μια απλή βιτρίνα, πίσω από την οποία οι κοινωνικές πολιτικές μας θα γνωρίζουν υποχώρηση και υποβάθμιση. Οι σημερινές επιτυχίες οικοδομήθηκαν τη δεκαετία του 1970 και το 1980. Και οι επιτυχίες του αύριο οικοδομούνται σήμερα.
    Εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά παιδιά που δεν ξεπερνούν την υποχρεωτική φοίτηση. Είμαι αισιόδοξος, αλλά θα πρέπει να υπάρχει επαγρύπνηση μπροστά στην αύξηση των ανισοτήτων ». Κι ο Πέτρι Ποχτζόνεν, αναπληρωτής διευθυντής του Εθνικού Γραφείου Εκπαίδευσης, συμπληρώνει : « Ζητάμε από το σχολείο να δώσει απάντηση σε όλα τα προβλήματα της κοινωνίας, πράγμα δύσκολο ».
    Ο Έερο Βααταΐνεν, ο οποίος για μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρξε διευθυντής σχολείου και στη συνέχεια διευθυντής του Γραφείου Εκπαίδευσης της πόλης Βαντάα, κοντά στο Ελσίνκι, συνοψίζει ως εξής μια άποψη η οποία είναι ευρύτατα διαδεδομένη στους κύκλους των Φινλανδών εκπαιδευτικών : « Οφείλουμε να μην ξεχνάμε ότι τα παιδιά δεν βρίσκονται στο σχολείο για να υποβάλλονται σε τεστ. Έρχονται στο σχολείο για να μάθουν τη ζωή, για να βρουν τον δρόμο τους. Μπορούμε άραγε εμείς να μετρήσουμε τη ζωή ; » Στην ευρωπαϊκή χώρα η οποία καταλαμβάνει τις καλύτερες θέσεις στις διεθνείς κατατάξεις και αξιολογήσεις, υπάρχει μεγάλη δυσπιστία απέναντι σε αυτές.
    Notes
    [1] ΟΟΣΑ, Αποτελέσματα του PISA σε έξι τόμους, Εκδόσεις του ΟΟΣΑ, Παρίσι, 2011.
    [2] Στατιστική του ΟΟΣΑ, 2010.
    [3] (ΣτΜ) : Για τους νεοφιλελεύθερους πολιτικούς, η « αυτονομία » αποτελεί ένα εργαλείο χάρη στο οποίο θα μπορέσουν να δημιουργήσουν δημόσια σχολεία πολλών ταχυτήτων.
    [4] « En visite en Finlande, Chatel prepare la rentrée de 2012 », Les Echos, Παρίσι, 19-8-11.
    [5] Terry Wrigley, « Growing up in Goveland : How Politicians Are Wrecking Schools », Socialist Review Λονδίνο, Ιούλιος-Αύγουστος 2012.
    [6] Το 1966, μετά τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου, στο οποίο συμμετείχαν κεντρώοι υπέρμαχοι της αγροτικής μεταρρύθμισης και ολόκληρη η φινλανδική Αριστερά, δρομολογήθηκε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η οποία άρχισε να εφαρμόζεται το 1972, συνδυάζοντας στοιχεία από τη Σουηδία και τη Ανατολική Γερμανία, με πλήθος πρωτοφανείς εκπαιδευτικές καινοτομίες. Υποστηρίχθηκε από τη νέα γενιά των εκπαιδευτικών και το ενωτικό συνδικάτο OAJ που ιδρύθηκε το 1974, το οποίο, ωστόσο, δεν δίστασε να έρθει σε πολύ σκληρή σύγκρουση το 1984 με την αριστερή κυβέρνηση, προκειμένου να επιτύχει την ικανοποίηση ριζοσπαστικών θεσμικών και μισθολογικών αιτημάτων.
    [7] Paul Robert, « La Finlande : un modèle éducatif pour la France ? Les secrets de la réussite », ESF éditeur, 2008, Pasi Sahlberg. « Finnish Lessons\ : What Can the World Learn from Educational Change in Finland ? » Teachers College Press, Νέα Υόρκη, 2011. Hannelle Niemi, Auli Toom, Arto Kallioniemi, « Miracle of Education : The Principles and Practices of Teaching and Learning in Finnish Schools », Sense Publishers, Ρότερνταμ, 20012.
    [8] (ΣτΜ) : Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι μαθητές αγοράζουν τα βιβλία.
    [9] Δεδομένα του Εθνικού Γραφείου Εκπαίδευσης, του ανεξάρτητου οργανισμού που είναι επιφορτισμένος με την παρακολούθηση των προγραμμάτων και με την αξιολόγηση της διδασκαλίας στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
    [10] (ΣτΜ) : Καθώς η Γαλλία είναι ένα ουδετερόθρησκο κράτος με πλήρη απουσία των θρησκειών από τον τομέα των κρατικών δραστηριοτήτων, δεν υπάρχει μάθημα θρησκευτικών στα σχολεία(ούτε και προσευχή, εκκλησιασμός κ.λπ.), με αποτέλεσμα όσοι επιθυμούν τα παιδιά τους να λάβουν θρησκευτική αγωγή να τα γράφουν σε ιδιωτικό σχολείο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και μια ταξική ομοιογένεια : στη Γαλλία τα περισσότερα ιδιωτικά σχολεία σχετίζονται με κάποια θρησκεία ή θρησκευτικό δόγμα.
    [11] ΟΟΣΑ, « Regards sur l'éducation », 2010.
    [12] Ό.π.
    [13] (ΣτΜ) : Του χάρτη που ορίζει τα σχολεία στα οποία οφείλουν να φοιτήσουν τα παιδιά κάθε περιοχής. Αν στην Ελλάδα είναι σχετικά εύκολο να παρακαμφθεί, έτσι ώστε ένα παιδί να γραφτεί σε διαφορετικό σχολείο, στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αυτό είναι πολύ δυσκολότερο, με αποτέλεσμα να αποτελεί αίτημα των νεοφιλελεύθερων η κατάργησή του, έτσι ώστε οι γονείς να διαθέτουν το « δικαίωμα επιλογής », να γράψουν το παιδί τους σε « καλό » σχολείο.

    Δευτέρα 12 Μαΐου 2014

    Πρόγραμμα διαβάσματος - επανάληψης για τις πανελλαδικές



    Όταν (πριν από πολλά-πολλά χρόνια) διάβαζα για πανελλήνιες μου άρεσε (και κυρίως με βοηθούσε) πολύ να φτιάχνω πρόγραμμα διαβάσματος. Ειδικά τις τελευταίες μέρες λίγο πριν τις εξετάσεις...

    Επισυνάπτω λοιπόν παρακάτω ένα ημερολόγιο το οποίο μπορείτε να κατεβάσετε να εκτυπώσετε και να χρησιμοποιήσετε ώστε να προγραμματίσετε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο το διάβασμα σας.

    Το πρόγραμμα σε μορφή .docx

    Το πρόγραμμα σε μορφή .odt

    Το πρόγραμμα σε μορφή .pdf

    Καλή μελέτη.

    Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

    Όλα (;) όσα χρειάζεστε για να στήσετε μια (εικονική) Επιχείρηση Πληροφορικής επισκευής ΗΥ




    Ελάττωση - Επαναχρησιμοποίηση - Ανακύκλωση εξοπλισμού Πληροφορικής ήταν ο τίτλος της εργασίας που τρέξαμε για τρίτη συνεχόμενη χρονιά στο ΕΠΑΛ Πολυγύρου με ιδιαίτερη επιτυχία.

    Μεταξύ των άλλων φέτος παρουσιάσαμε τη δράση μας και στην ημερίδα καινοτόμων διδακτικών πρακτικών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση που πραγματοποιήθηκε στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης κάπου στα τέλη Φεβρουαρίου. Μάλιστα με αφορμή την παρουσίαση υποσχεθήκαμε να πακετάρουμε το υλικό της εικονικής επιχείρησης και να το ανεβάσουμε στο blog ώστε να είναι διαθέσιμο για επαναχρησιμοποίηση από κάθε ενδιαφερόμενο.

    Ακολουθεί λοιπόν ένα μέρος του υλικού της "επιχείρησης"

    Αφίσα της δράσης fixPC

    Αφίσα της δράσης greenPC

    Τιμοκατάλογος παρεχόμενων υπηρεσιών της εικονικής επιχείρησης

    Φόρμα Παραλαβής Εξοπλισμού

    Έντυπο Τεχνικού Ελέγχου

    Φόρμα παράδοσης - επισκευής εξοπλισμού

    Την πορεία των επισκευών την κρατούσαμε σε ένα απλό αρχείο λογιστικού φύλλου.

    Για την επιχείρηση μπορείτε να πάρετε μια εικόνα από την παρουσίαση που ακολουθεί.



    Επίσης για τις επισκευές μας είχαμε ως οδηγό την παρουσίαση που ακολουθεί...



    Τα παραπάνω υλικά διατίθενται κάτω από άδεια

    Creative Commons License
    Αυτό έργο χορηγείται με άδεια Creative Commons Attribution-ShareAlike Greece 3.0 .


    Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

    Επαναληπτικά Διαγωνίσματα για το μάθημα του Δομημένου Προγραμματισμού




    Παρακάτω θα βρείτε επαναληπτικά διαγωνίσματα για το μάθημα του Δομημένου Προγραμματισμού για (σχεδόν) όλα τα κεφάλαια που εξετάζονται στις πανελλαδικές.

    Σε κάποια από αυτά, μετά το τέλος των ασκήσεων έχω και τις λύσεις τους, χρησιμοποιήστε τες με το σωστό τρόπο :-)

    Πολλές από τις ασκήσεις που θα βρείτε στα διαγωνίσματα είναι ασκήσεις συναδέλφων που βρήκα κυρίως στο "στέκι των πληροφορικών" (πρόκειται για το γνωστό φόρουμ http://alkisg.mysch.gr/steki/ που διατηρεί ο συνάδελφος Άλκης Γεωργόπουλος). Δυστυχώς τις έχω μπερδέψει σε τέτοιο βαθμό μέσα στα διαγωνίσματα όλα αυτά τα χρόνια που μου είναι αδύνατο να κάνω αναφορά στη δουλειά των συναδέλφων. Ελπίζω να μην έχουν πρόβλημα με την ενσωμάτωση της δουλειάς τους στα διαγωνίσματα κάτω από την άδεια cc-Attribution-NonCommercial-ShareAlike. Ούτως ή άλλως ο σκοπός είναι ιερός :-) 

    Καλή μελέτη και καλή επιτυχία

    Παρακαλώ ενημερώστε με για λάθη (που είμαι σίγουρος θα υπάρχουν αρκετά)

    Έχουμε και λέμε...

    Επαναληπτικό 1-4 + Λύσεις
    Επαναληπτικό 1-3
    Επαναληπτικό 4
    Επαναληπτικό 1-7 + Λύσεις
    Επαναληπτικό 1-9
    Επαναληπτικό 1-9 + Λύσεις

    Επαναληπτικό 5-9 έκδοση 1
    Επαναληπτικό 5-10 έκδοση 2 + Λύσεις

    Επαναληπτικό 10-11 + Λύσεις

    Επαναληπτικό κεφάλαια 8-9 + Λύσεις.doc

    Επαναληπτικό 11
    Επαναληπτικό 11 - Κώδικας Ασκήσεων

    Επαναληπτικό (γενικό)

    Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

    Προγραμματιστικά Εργαλεία Διαδικτύου- Κεφάλαιο 3ο: Δημιουργία Ιστοσελίδων και Ιστοτόπου


    Οι σημειώσεις για το 3ο κεφάλαιο του σχολικού βιβλίου καθώς και η εκφώνηση της άσκησης για τα νησιά των σποράδων.

    Καλή μελέτη