το ιστολόγιο ενός Κύριου των Υπολογιστών ;-)

Άδεια χρήσης περιεχομένου

Creative Commons Licence
Το περιεχόμενο του ιστολογίου παρέχεται με άδεια χρήσης Creative Commons Attribution-ShareAlike 4.0 International License.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Το σχολείο των ονείρων μας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Το σχολείο των ονείρων μας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2021

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2021

Kαλέ μου λαπτοπάκο, έχε γειά :-(


Καλέ μου λαπτοπάκο…

Πριν λίγο, την ώρα που ετοίμαζα το μάθημα της Δευτέρας, -τσουφ- έσβησες ξαφνικά και δεν ξανά-άναψες από τότε...

Λογικά (;) αυτή τη στιγμή, οκτώ χρόνια από την ημέρα που σε απέκτησα σε τιμή ευκαιρίας λόγω ξε-στοκαρίσματος αποθεμάτων laptops με i3 τρίτης γενιάς, θα ταξιδεύεις για την εξασφαλισμένη από καιρό θέση σου στον “παράδεισο” των λαπτοπς…

Ο Freire είχε πει ότι η εκπαίδευση είναι μια πράξη αγάπης, η αγάπη (για πολλούς) είναι συνυφασμένη με τη θυσία, κι εσύ το γνωρίζεις αυτό καλύτερα από τον καθένα.

Από το 2013 έως το 2016 ήσουν μαζί μου σχεδόν καθημερινά στο ΕΠΑΛ Πολυγύρου για να υποστηρίζεις παρέα με τον μοναδικό φορητό βιντεοπροβολέα του σχολείου τη διδασκαλία του πανελλαδικώς εξεταζόμενου μαθήματος του τομέα πληροφορικής στις αίθουσες διδασκαλίας, μιας και δεν υπήρχαν υπολογιστές στις τάξεις. Τότε ήταν που χρειάστηκε να σου αλλάξω την πρώτη σου μπαταρία (30 ευρώ)…

Στη συνέχεια, από το 2016 έως το 2018 ήσουν ο βασικός υπολογιστής του Κέντρου Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού - ΚΕΣΥΠ Πολυγύρου, μιας και δεν υπήρχε αξιοπρεπής υπολογιστής κατά τη διάρκεια της θητείας μου εκεί. Το ίδιο διάστημα, με ακολούθησες σε όλα τα Γυμνάσια και Λύκεια του νομού Χαλκιδικής, από τη Γαλάτιστα μέχρι την Ιερισσό και από την Καλλικράτεια μέχρι τη Συκιά, για να υποστηρίξεις τις σχετικές ενημερώσεις των μαθητών για θέματα Επαγγελματικού Προσανατολισμού, γιατί στην πλειονότητα των σχολείων δεν υπάρχει υπολογιστής σε αίθουσα εκδηλώσεων. Βασικά στα περισσότερα σχολεία ούτε αίθουσα εκδηλώσεων υπάρχει αλλά αυτό είναι άλλο θέμα… Τότε ήταν που χρειάστηκε να σου αλλάξω τη δεύτερη σου μπαταρία (άλλα 30 ευρώ) και να σου πάρω και ένα καινούριο τροφοδοτικό (25ευρώ)…

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια με συντρόφευσες για εκατοντάδες ώρες στην συμμετοχή/παρακολούθηση κάθε λογής εκδήλωσης, επιμόρφωσης, σεμιναρίου, συνεδρίου και συνεδρίασης Συλλόγου Διδασκόντων, μιας και πλέον όλες αυτές οι δράσεις πραγματοποιούνται εξ αποστάσεως και εκτός εργασιακού ωραρίου…

Εκεί όμως που πραγματικά έβγαλες ασπροπρόσωπο τόσο εμένα όσο και (εξ αντανακλάσεως) τους προϊσταμένους μου στο υπουργείο παιδείας ήταν τα δύο τελευταία σχολικά έτη, κατά τη διάρκεια της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, λόγω της καραντίνας…

Ειδικότερα, τον Μάρτη του 2020 μετά από πολύ-ωρη αναμονή στις εισόδους των διαρκώς πεσμένων e-class και e-me, μπήκες ηρωικά στην Google Classroom και κατά τη διάρκεια της καραντίνας παρέμενες συνδεδεμένος εκεί για προετοιμασία εκπαιδευτικού υλικού, επιμόρφωση/υποστήριξη συναδέλφων, μαθητών και γονέων τουλάχιστον 10-12 ώρες την ημέρα. Προς το τέλος εκείνης της πρώτης καραντίνας γνωρίστηκες με τη "ζόρικη" Cisco Webex η οποία απαίτησε την αναβάθμιση του δίσκου σου σε SSD (40 ευρώ), της κύριας μνήμης σου σε 8 GB (25 ευρώ) και της σύνδεσης στο Internet σε 100αρα (35 ευρώ / μήνα), για να καταδεχθεί να τρέξει αξιοπρεπώς στα γέρικα κυκλώματα σου. Τότε ήταν που χρειάστηκε να αντικαταστήσουμε και την δεύτερη σου μπαταρία (άλλα 30 ευρώ)…

Αυτό όμως που κλόνισε ανεπανόρθωτα την υγεία σου καλέ μου ήταν οι εκατοντάδες ώρες σύγχρονης τηλεκπαίδευσης κατά το διάστημα Οκτωβρίου-Απριλίου του σχολικού έτους 2020-21, όταν για να ικανοποιήσεις την απαιτητικότατη Cisco WebEx χρειάστηκε να υπερβάλλεις εαυτόν και να φυσήξεις ασθμαίνοντας από τους ανεμιστήρες σου χιλιάδες κυβικά δροσερού αέρα στα πυρωμένα σου κυκλώματα. 

Όπως και να χει καλέ μου λαπτοπάκο δεν είσαι πιά μαζί μας και γράφω αυτές τις γραμμές γιατί θέλω κάπως να αποτυπωθεί η προσφορά σου στο δημόσιο σχολείο, μιας και από όσο έχω αντιληφθεί, ούτε στην επερχόμενη (;) αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, αλλά ούτε και σε αυτή των εκπαιδευτικών υπάρχει κάποιος δείκτης για να καταγράψει τη προσφορά και τις θυσίες σου για το δημόσιο σχολείο :-( την προσφορά και τις θυσίες όλων αυτών των λάπτοπς που μέσα από τα βάθη της πυριτιούχου καρδιάς τους πιστεύουν ακράδαντα ότι (α) οι άνθρωποι χρειάζονται την εκπαίδευση για να γίνουν καλύτεροι οι ίδιοι και η κοινωνία και ότι (β) η εκπαίδευση μπορεί και πρέπει να είναι κτήμα όλων των ανθρώπων, no matter what...

Έχε γειά!!!



Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Draft - Αν θέλεις να παραμείνεις εκπαιδευτικός (και να μη μεταμορφωθείς σε ρινόκερο)



Επηρεασμένος από μία εκπομπή του Άρη Χατζηστεφάνου (διαθέσιμη εδώ) στην οποία έκανε αναφορά στον Ρινόκερο (του Ιονέσκο) και στον αγώνα του πρωταγωνιστή να παραμείνει άνθρωπος την ώρα που όλοι γύρω του μεταμορφώνονται σε ρινόκερους σκέφτηκα να ξεκινήσω μία πρόχειρη λίστα μετρήσιμων κανόνων που αν τους παραβείς παύεις να είσαι εκ-παιδευτικός και αρχίζεις να μεταμορφώνεσαι σε ρινόκερο :-)

Κανόνες
  1. αγάπη
  2. στην σχολική καθημερινότητα σημαντικότερος από το μάθημα (= εκ-παιδευτική διαδικασία που έχει στόχο τη μάθηση) είναι μόνο ο μαθητής, τίποτε άλλο...
  3. δικαιοσύνη
  4. κανόνες και όρια
  5. επιβράβευση του αποτελέσματος σε συνάρτηση με την προσπάθεια
  6. ανοιχτότητα (στο εκπαιδευτικό υλικό που παράγεις)
Τι άλλο; Παρακαλώ βοηθάτε...

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Η ομιλία ενός εκ-παιδευτικού στο TedX Thessalonikis 2016


Η ομιλία του εκ-παιδευτικού Στέργιου Πάριζα στο TedX Thessaloniki 2016 κλείνει κάπως έτσι...
Όλοι εμείς οι εκπαιδευτικοί μέσα απ' τις μικρές μας κοινωνίες έχουμε στα χέρια μας το μέλλον του κόσμου. Με υλικά όπως αγάπη, μεράκι, αφοσίωση, όχι φόβος για το λάθος, ελεύθερη έκφραση, μπορούμε να φτιάξουμε το πιο λαχταριστό γλυκό με τα παιδιά μας.
Αξίζει να την παρακολουθήσετε, είναι πηγή έμπνευσης...



Διαθέσιμη και εδώ

Το τραγουδάκι με το μικρό Μιχάλη (το γέλιο αυτού του παιδιού είναι όλα τα λεφτά)...




Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Ένας καθηγητής μαθαίνει πως να αλλάζει τις μεθόδους και να τις κάνει πιο ανοιχτές...


Το πρωτότυπο κείμενο αναρτήθηκε εδώ από τον Edward Renner. Η μετάφραση είναι του Κωστή Μουσαφείρη και αναρτήθηκε εδώ. Στο κείμενο που ακολουθεί έκανα κάποιες μικρές αλλαγές στην απόδοση μιας και ο τρόπος που αντιλαμβάνεται ο καθένας τη γλώσσα είναι προσωπική υπόθεση ;-)

Ακολουθεί το κείμενο...

Στην ηλικία των 77, δημοσίευσα το πρώτο μου ηλεκτρονικό βιβλίο (e-book) και "τρέχω" και MOOC (Μαζικά Ανοικτά Διαδικτυακά Μαθήματα). Αυτές δεν ήταν προσπάθειες που ανέλαβα ποτέ ηθελημένα. 

Αποφάσισα να γράψω το Φόρμες για το Μέλλον (Forms for a future) - ένα βιβλίο για τις πολιτικές συζητήσεις που χρειάζεται να κάνουμε για να έχουμε ένα μέλλον που να αξίζει να το ζήσουμε. Και έτσι, το Φθινόπωρο του 2007, μετά από μια απουσία 15 ετών από τον χώρο της εκπαίδευσης, διαπραγματεύθηκα να αναλάβω μια βοηθητική θέση στο Honors College, λογαριάζοντας πως μια μικρή τάξη προπτυχιακών θα με βοηθούσε να εστιάσω την προσοχή μου. Η σειρά μαθημάτων διεξαγόταν τρεις φορές την εβδομάδα και προέβλεπε τρία απαιτούμενα πλήρη βιβλία. 

Δεν ήμουν προετοιμασμένος για αυτό που βρήκα με την επιστροφή μου. 

Οι φοιτητές μου ανήκαν όλοι στη γενιά της χιλιετίας (Millennials). Συγκεκριμένα, ένας κύριος παρακολουθούσε πάντα την τάξη με ένα ακουστικό στο ένα του αυτί. Οπότε, τον ρώτησα: 

- Τι ακούς στο αριστερό σου αυτί; 
- Μουσική. 
- Και από το δεξί σου αυτί; 
- Το μάθημα. 
- Γιατί; 
- Μαθαίνω καλύτερα με αυτόν τον τρόπο. 
- Πιστεύεις ότι αυτό θα δούλευε και με όλους τους υπόλοιπους; 
- Ναι. 
και στη συνέχεια σε πολύ ειλικρινή τόνο, με ρώτησε:
- Μήπως βρίσκετε ότι η παρατήρησή μου αυτή ήταν με έλλειψη σεβασμού κύριε;

Απάντησα:

- Όχι, όχι τώρα. Αλλά, έπρεπε να ρωτήσω. 

Αυτή η συνομιλία αντικατοπτρίζει πολλές αλλαγές για το πως μαθαίνουν οι φοιτητές και για το πως μπορούν να διδάσκουν οι δάσκαλοι. Πλέον στην τάξη μου, δεν υπάρχουν βιβλία. Τα μαθήματα πραγματοποιούνται εικονικά. Δεν υπάρχουν διαλέξεις και όλο το ουσιώδες υλικό διανέμεται online. Οι μαθητές γράφουν, σχολιάζουν και κεντρίζουν ο ένας τον άλλον, κατά τη διάρκεια του εξαμήνου, ενώ συναντιόμαστε, αυτοπροσώπως, μια φορά την εβδομάδα, για μια εποπτευόμενη (moderated) ανταλλαγή ιδεών. 

Η χρήση, όμως, Ανοικτού Εκπαιδευτικού Περιεχομένου δεν είναι απλώς ένας σχεδιασμός μαθημάτων, είναι επίσης και μια μεθοδολογία παιδαγωγικής διαδικασίας. Η δομή των μαθημάτων μου επιτρέπει στο ίδιο υλικό να διανέμεται στους φοιτητές που είναι φυσικά παρόντες ή και εξ αποστάσεως, σε πραγματικό ή σε εικονικό χρόνο, με ή και χωρίς άμεση πρόσβαση σε μένα, είτε δωρεάν είτε έναντι αντιτίμου. Μπορούμε να μάθουμε από τους μαθητές μας πως να διδάσκουμε, μαθαίνοντας τι ακριβώς μαθαίνουν από τον τρόπο με τον οποίο τους διδάσκουμε. Αυτό το επίπεδο αμοιβαίας εμπλοκής είναι είναι εκείνο που πραγματικά ενθουσιάζει. Τους χρειαζόμαστε εξ' ίσου όσο μας χρειάζονται και εκείνοι.

Αυτές οι αλλαγές στον τρόπο που λειτουργεί η τάξη, με ώθησαν να σκεφτώ για την εξέλιξη του στυλ διδασκαλίας μου: από τις διαλέξεις στην τάξη και τα έντυπα βιβλία, στη χρήση διαδραστικών ηλεκτρονικών βιβλίων iBooks και των MOOCs (Ελεύθερα Μαζικά Διαδικτυακά Μαθήματα). Η μετάβαση δεν ήταν κάτι το ξαφνικό, όπως, ίσως θα φανταζόταν κάποιος. Κοιτάζοντας προς τα πίσω, αντιλαμβάνομαι ότι μια εμπειρία που έζησα πριν 25 χρόνια, ήταν ένας δείκτης των επερχόμενων αλλαγών στην εκπαίδευση.

Εκείνη την εποχή, το Πανεπιστήμιο όπου ήμουν Καθηγητής, διέθετε τρία Τμήματα Εισαγωγικής Ψυχολογίας, που εξυπηρετούσαν 350 φοιτητές το καθένα. Τα μαθήματα γινόταν στις 9 π.μ., στις 11 π.μ., και στις 1 μ.μ. και διδασκόταν από μια ομάδα εκπαιδευτών. Ο καθένας παρουσίαζε το δικό του κομμάτι πάνω σε μια ειδικότητα ψυχολογίας, διεξήγαγε ένα τεστ πολλαπλών επιλογών με αυτόματη βαθμολόγηση, και τέλος.

Περιττό να πούμε ότι τα μαθήματα δεν άρεσαν στους φοιτητές. Οι εκπαιδευτές τους ήταν πολύ επικριτικοί για την όλη τους στάση και τα κίνητρα που τους είχαν οδηγήσει να εγγραφούν σε αυτά τα μαθήματα, και η όλη ατμόσφαιρα ήταν μια σειρά αντικρουόμενων στόχων, και όχι αμοιβαίας συμμετοχής. Ήταν σαν εκείνο το έτος που αντικατέστησα έναν καθηγητή που ήταν σε άδεια. Εκείνο το φθινοπωρινό εξάμηνο ήταν απαίσιο. Υπήρχε τόσο μικρή συμμετοχή οποιουδήποτε είδους. Αρχικά, τα έριχνα στους φοιτητές. Μετά μου πέρασε η ιδέα ότι αν επρόκειτο να συνεχίσουμε να μαντρώνουμε τους φοιτητές σε "εκπαιδευτικούς στάβλους εκτροφής," μπορεί να είναι και δική μου ευθύνη να αλλάξω τον τρόπο διδασκαλίας μου για να καταφέρω να τους εμπνεύσω ώστε να συμμετέχουν ενεργά.

Το επόμενο εαρινό εξάμηνο, ξόδεψα την πρώτη μέρα στην τάξη παίρνοντας θέση κοντά στη λεγόμενη “γαλαρία”, στην προτελευταία σειρά. Από εκεί, διηγήθηκα την ιστορία με την περίπτωση δολοφονίας του Genovese, το 1964, στη Νέα Υόρκη, στην οποία 38 περαστικοί απλώς παρατηρούσαν χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτε. Τους ειρωνεύτηκα για το ότι ήταν ανώνυμοι. Το πρόγραμμα σπουδών εκείνου του εξαμήνου περιελάμβανε επαρκές υλικό και καθοδήγηση για τη δημιουργία name tags (ετικέτα που κρεμάμε στο πέτο μας με το όνομά μας). Στις επόμενες πέντε συναντήσεις / μαθήματα παρότρυνα τους φοιτητές να τις κρεμούν στο λαιμό τους. Στο επόμενο μάθημα συνειδητοποίησα πως τους είχα πείσει σχεδόν όλους να φορούν τις ετικέτες με τα ονόματά τους, χρησιμοποιώντας τις πέντε αρχές κοινωνικής επιρροής που περιγράφονται στο βιβλίο τους. 

Η κάθε συνάντηση / μάθημα περιελάμβανε το βίωμα, κατά κάποιον τρόπο, των βασικών εννοιών της κοινωνικής ψυχολογίας. Μέχρι το τέλος του εξαμήνου, υπήρχαν περισσότεροι φοιτητές μέσα στην διδακτική αίθουσα από όσους είχαν εγγραφεί στα μαθήματα. Έφερναν μαζί τους και τους φίλους τους μέσα στην τάξη! Το πείραμα αυτό προκάλεσε αρκετό ενθουσιασμό, οπότε και ο Πρόεδρος μου ζήτησε να παραθέσω μια ομιλία για τις διδακτικές μου μεθόδους. Πάντως, μέχρι το τέλος του έτους, υπήρχε μια αίσθηση ότι εγώ είχα ξελογιάσει τους φοιτητές και ότι αυτό ήταν κάτι που μόνον εγώ μπορούσα να πετύχω.

Τώρα, όμως, συνειδητοποιώ εκείνο που δεν είχαμε κατανοήσει πλήρως τον καιρό εκείνο: δεν ήταν η δική μου απόδοση αυτή που θα δικαιολογούσε την έκβαση αυτή, αλλά η συνθετική προσέγγιση που υιοθέτησα. Είχα χρησιμοποιήσει ένα νέο τρόπο που εστίαζε στους φοιτητές ως εκπαιδευόμενους, και όχι επάνω μου σαν δάσκαλο. 

Σαν ακαδημαϊκοί, πιστεύουμε πως η γνώση ανήκει στο πεδίο των δημόσιων αγαθών (public domain). Η επινόηση ενός τρόπου που να επιτρέπει στους φοιτητές να βιώνουν τις έννοιες που διδάσκονται μέσα στην τάξη, συνιστά μια μορφή ακαδημαϊκής μαθητείας. Πρέπει η γνώση να είναι δημόσια. Οι μέθοδοι παροχής Ανοιχτού Εκπαιδευτικού Περιεχομένου για τη διδασκαλία και τη μάθηση το κάνουν εφικτό. Η ανατροπή της παραδοσιακής τάξης εστιάζεται στη εμπλοκή του φοιτητή με το υλικό, όχι μόνο με τον καθηγητή.

Όταν, τελικά, επέστρεψα στην τάξη το 2007, συνειδητοποίησα, για ακόμη μια φορά, ότι ήταν δική μου ευθύνη να αλλάξω τον τρόπο με τον οποίο διδάσκω, για να εμπνεύσω τους φοιτητές. Προς έκπληξή μου, ανακάλυψα ότι στις μέρες μας είναι πολύ ευκολότερο να πετύχουμε υψηλότερα επίπεδα συμμετοχής φοιτητών με τις ψηφιακές τεχνολογίες του 21ου αιώνα. Τώρα, έχω επιλογές. Περιστασιακά, διδάσκω, αλλά ως επί το πλείστον παρακολουθώ τους φοιτητές μου να διεκπεραιώνουν τις δραστηριότητες που τους ανέθεσα. Πλέον, η διδασκαλία μου είναι πολύ πιο προσωπική. Και το καλύτερο από όλα, έχει πολύ περισσότερη πλάκα. 

Στις μέρες μας οι Ανοιχτές Τεχνολογίες χαρακτηρίζονται από σεβασμό μιας και επιτρέπουν τους φοιτητές να κάνουν τη δουλειά τους στο χώρο και τον χρόνο που ταιριάζει καλύτερα στον τρόπο ζωής τους - που για τους περισσότερους περιλαμβάνει και εργασία. Κοινωνικά, είναι πιο συνεργατικές και συμμετοχικές. Τεχνικά, επιτρέπουν πιο αποτελεσματική πρόσβαση στο εκπαιδευτικό υλικό η οποία είναι ταυτόχρονα πιο διευρυμένη, συναρπαστική και ενημερωμένη.

Τελικά κατάφερα να αλλάξω την εστίαση μου και πολλά περισσότερα... Έχω τελειώσει πλέον το βιβλίο μου:Forums for a FutureΜπορείτε να το βρείτε ελεύθερα με τη μορφή MOOC στο USF Canvas.net.




Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Οι Τιτάνες, δηλαδή εμείς, ο καθένας, δυο χέρια δυνατά και άξια...


Οι Τιτάνες...

Όταν τα σχολειά, οι μαθητές, οι δάσκαλοι στέκονται αντάξιοι των προγόνων τους και της μάθησης που υπηρετούν, τίποτ' άλλο δε με νοιάζει,
αν το λένε δραχμή, ευρώ, μάρκο, τηλεόραση, Βουλή, Ευρωπαϊκή Ένωση,
ή όπως κάθε παραμυθάς το λέει,
αρκεί να μαθαίνουμε, να διδάσκουμε, να διδασκόμαστε, να ερευνούμε, να αμφισβητούμε,
το επίπεδο κρατούν στα χέρια τους οι Άτλαντες, που είναι γίγαντες, που είναι Τιτάνες, που είναι γήινες κι υπερκόσμιες μορφές
δηλαδή εμείς, ο καθένας, δυο χέρια δυνατά και άξια,
μικρά μα και μεγάλα,
Ναι, δεν με νοιάζει πως το λένε το ευρώ, πως το λεν το ποταμό, πως το λεν το κέρμα,
τα χέρια με νοιάζουν από τους Τιτάνες.

από το ιστολόγιο του Π. Καζακίδη

Καλή σχολική χρονιά ;-)

Υ.Γ. το παραπάνω ποίημα έπεσε στην αντίληψη μου το Καλοκαίρι που μας πέρασε λίγο πριν - λίγο μετά τις μέρες των διαπραγματεύσεων, πράγμα που κάνει μπαμ νομίζω ;-) Ετοίμασα την ανάρτηση αλλά για κάποιο λόγο δεν το ανέβασα. Τώρα που ξεκαθαρίζω τις παλιές αναρτήσεις το ξανα-βρήκα και μου φαίνεται ότι ταιριάζει μια χαρά και για αρχή σχολικής χρονιάς...





Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

"Η Άλλη Όψη" στο "4ο Εκπαιδευτικό Συμπόσιο teAch 2015"


Το απόγευμα της προηγούμενης Τετάρτης ανηφόρισα για το κολέγιο Ανατόλια, για παρακολουθήσω το ανοιχτό σε κάθε ενδιαφερόμενο "4ο Εκπαιδευτικό Συμπόσιο teAch 2015".

Το βασικό θέμα του φετινού Συμποσίου teAch 2015 εστίασε στη δημιουργικότητα, ζητώντας από τους εκπαιδευτικούς να προβληματιστούν σχετικά με διδακτικές προσεγγίσεις οι οποίες τείνουν να προωθούν την δημιουργικότητα των μαθητών τους. Πραγματοποιήθηκαν ομιλίες και παρουσιάσεις σχετικές με τα σενάρια και τις στρατηγικές διδασκαλίας που έχουν στόχο την καλλιέργεια της δημιουργικότητας των μαθητών.

Ο καιρός μου έκανε τη χάρη (αέρας, συννεφιά, βροχή) και το όλο σκηνικό θύμιζε campus Αγγλικού Πανεπιστημίου.

Στις 17:50 που έφτασα το Rafael Hall ήταν ήδη γεμάτο. Μπήκα, κάθισα και ιδού το πρόγραμμα.

Μεταξύ των πολύ αξιόλογων παρουσιάσεων ξεχώρισα αυτή του κ. Ανδρέα Λατίνη, Δάσκαλου στο 13ο Δημοτικό Σχολείο Σερρών. Ο Ανδρέας παρουσίασε την εξαιρετική δουλειά που κάνει στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι του σχολείου του. Και επειδή ότι και να πω θα ναι λίγο παρακαλώ δείτε κάποιες από τις δουλειές που έχουν κάνει προετοιμασμένοι απλά "για να πάθετε την πλάκα σας"...

Παλιότερες ταινίες τους μπορείτε να βρείτε εδώ
Το ιστολόγιο της ομάδας τους είναι εδώ





Τετάρτη 3 Ιουνίου 2015

Για τη Δημόσια, Δωρεάν Παιδεία!!!


Με αφορμή την επιστροφή των συναδέλφων σε διαθεσιμότητα που ήταν σε διαθεσιμότητα (δημοσιεύτηκε σήμερα 3/6/2015 το ΦΕΚ της επιστροφής) σκάλισα και έφερα στην επιφάνεια 2-3 αναρτήσεις εκείνης της εποχής...

Πόσοι συμβολισμοί και πόσα μηνύματα χωράνε σε ένα βίντεο;

Φιλόλογοι, Μηχανολόγοι. Αργυροχρυσοχόοι και Κομμωτές δίνουν δίπλα-δίπλα μία μάχη για τη "Δημόσια Δωρεάν Παιδεία" που μοιάζει να είναι χαμένη, αλλά χαμένες είναι μόνο οι μάχες που δεν δίνονται...




Ας διεκδικήσουμε επιτέλους τις ζωές μας... from Vrefonipiokoma Arxiroxrisoxoou on Vimeo.


Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

Μπροστά στο νέο σχολείο...


αντιγράφω από το http://ardin-rixi.gr/archives/18200
Τα κενά, και οι αναξιοποίητες λόγω αγκυλώσεων ευκαιρίες

…Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει
τη δική σου μελαγχολία
κι έρχεται η στιγμή για ν’ αποφασίσεις
με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις»

Διονύσης Σαββόπουλος

Του Γιώργου Κυριακού από τη Ρήξη φ. 106

Η λήξη της φετινής χρονιάς στα δημοτικά σχολεία ήταν συμμορφωμένη με την εμπέδωση μιας νέας καθημερινότητας. Οι ασκήσεις ομαδικής «αυτοαξιολόγησης», που επιβλήθηκαν στα πληρώματα των σχολικών μονάδων, και η διεκπεραίωσή τους από την πλειοψηφία, που αρνήθηκε να πραγματοποιήσει στάσεις εργασίας κρατώντας γραμμή άμυνας, πιστοποίησαν και το τέλος του παλιού σχολείου. Αυτού που άρχιζε με γοργό ρυθμό να αλλάζει από το 2006 μέσω της χρήσης των νέων εγχειριδίων, της εφαρμογής των ΔΕΕΠΣ και ΑΠΣ, μέσω σεμιναρίων διάχυτων από νεολογισμούς, μέσω θεσμικών αλλαγών που απέδιδαν στους διευθυντές επιτελικό ρόλο στην αξιολόγηση, μέσω της διάλυσης του σχολείου με προσωπικό μιας χρήσης, μέσω ενός σχεδίου που βρήκε το «παλιό» σχολείο με τις «πόρτες ανοιχτές». Και μπήκε.

Από το 2006 αξιοποιήθηκαν συμπεριφορές που διαδέχτηκαν την αντίληψη των μεταρρυθμίσεων Αρσένη και βρίσκονταν στο όριο εμπλουτισμού του επαγγελματικού φακέλου. Πληθώρα κόσμου της εκπαίδευσης, διαισθανόμενη τις αλλαγές, επιδόθηκε στη «εξομοίωση», στα μεταπτυχιακά, στα διδακτορικά, για λόγους που αφορούσαν σε μια καλύτερη θέση.

Από την εποχή της ύστερης μεταπολίτευσης και του «εκσυγχρονισμού» ξεκίνησε δειλά να αλλάζει το παλιό σχολείο στην οργάνωση, στη μορφή και στο περιεχόμενό του. Η «κοινωνία της γνώσης» όφειλε να ανταποκριθεί στις παγκόσμιες προκλήσεις και αλλαγές. Γι’ αυτό έπρεπε το σχολείο να ξεπεράσει τον «αναχρονιστικό» φορμαλισμό και να απολαύσει τη χαρά των «πληροφοριών». Μέσω «ομάδων εργασίας» σε «διαθεματικές» δραστηριότητες στην «ευέλικτη ζώνη», αποκτώντας «δεξιότητες», το μάθημα γίνεται «παιχνίδι». Έπρεπε ο δάσκαλος να γίνει εμψυχωτής των παιδιών στην προσπάθειά τους να «μαθαίνουν πώς να μαθαίνουν». Έπρεπε κάθε δράση που ξέφευγε από το πρόγραμμα να καταγράφεται ως project και να ίσως να βρίσκει χορηγό. Έπρεπε να αποκεντρωθούν οι οικονομικές λειτουργίες του σχολείου και, γιατί όχι, και οι εκπαιδευτικές.

Όσα αποτέλεσαν ιερά κείμενα της ευρωπαϊκής Λευκής Βίβλου ξεκίνησαν να γίνονται καραμέλα στο στόμα των σχολικών συμβούλων, που προσπαθούσαν να αρθρώσουν άγνωστες λέξεις όπως «κονστρουκτιβισμός» σε ακροατήρια με χεράκια που υψωνόντουσαν για «απορίες», με κάπως ψυλλιασμένους από τα πληρώματα που ανακοίνωναν εμφατικά τις «καινοτομίες» τους, με τους συνδικαλιστές που έφταναν μέχρι στο «η παιδεία είναι η πιο σημαντική επένδυση».

Χαριτωμένες συνάξεις που διοργάνωναν κάτοχοι μεταπτυχιακών και διδακτορικών που εντρυφούσαν στη «διαπολιτισμική και πολυπολιτισμική» εκπαίδευση, αγκαλιά με laptop και power point με τη φιγούρα του Αρμπέν για το pet shop της παγκοσμιοποιημένης εκπαίδευσης. Μούτσοι που έγιναν καπεταναίοι και επιδείκνυαν με ύφος χιλίων Μοντεσόρι τις ανακαλύψεις… αρχών του προηγούμενου αιώνα, τις οποίες επένδυαν με νεολογισμούς περί «σπειροειδούς μάθησης» και άλλες μετα-λέξεις.

Ένας νέος φορμαλισμός με τις πιο νωθρές υστερίες ενός φιλελεύθερου ελευθεριακού λόγου, μεταμοντέρνος και παλαιάς κοπής, διατυπώθηκε στο χωνευτήρι του παλιού σχολείου, που απέκτησε σαφή χαρακτηριστικά στην καρδιά της μεταπολίτευσης με πληρώματα που είχαν δέσει το γάιδαρό τους, μέσω θέσεων σε «διάφορες» υπηρεσίες, μέσω κομματικών διαύλων στα υπηρεσιακά συμβούλια, με τη διάχυτη συνενοχική «συναδελφικότητα», με τα ιδιαίτερα μαθήματα που πήγαιναν σύννεφο μαζί με τη βιομηχανία φωτοτυπίας, με ένα συνδικάτο που χαϊδεύει τα αυτιά και συνεργάζεται με τις κυβερνήσεις.

Αυτό το σχολείο αποτέλεσε το κέλυφος του νέου σχολείου. Τα προεδρικά διατάγματα που προβλέπουν τις απολύσεις, οι επικείμενες συμπτύξεις τμημάτων και σχολείων, οι διαθεσιμότητες, καθώς και άλλες δεξαμενές απολύσεων, οι «επιορκίες» που εξυφαίνονται τρομοκρατικά, δείχνουν το αέριο που καταλαμβάνει το κενό.

Ως παρασιτική εκδοχή της ελλαδικής μεταπολίτευσης, ο κλαδικός συνδικαλισμός καθιέρωσε μια ήττα 0-2 από τα αποδυτήρια, επενδυμένη με αριστερίστικες ιαχές και δεξιές κορόνες: α) 0-1 διότι ακολούθησε το διάγραμμα της κλαδικής διεκδίκησης με 1264/82 διαχωρισμούς, β) 0-2 διότι το σχολείο αφέθηκε στα χέρια της γραφειοκρατίας και της αγοράς. Έγινε αυτό που δεν έπρεπε να γίνει και δεν πραγματοποιήθηκε αυτό που έπρεπε να συμβεί. Γι’ αυτό και στο γήπεδο πανηγυρίζει η μεταρρύθμιση «που έγινε» απέναντι στην ηττημένη μεταρρύθμιση «που δεν έγινε».

Και οι διαιρέσεις δεν σταματούν εδώ: από τις κατηγοριοποιήσεις μέσα στο ίδιο το εκπαιδευτικό σώμα, από τον κατακερματισμό του σχολείου με αναπληρωτές και στη συνέχεια ΕΣΠΑ ευκαιρίας, μέχρι τη διαχρονική αντιπαλότητα με τους γονείς των μαθητών. Από τη μία, εφαρμόζεται το ευέλικτο σχολείο που παραδίδει μαθήματα αγγλικών στην Α’ δημοτικού, στο πλαίσιο μιας φανερής υποβάθμισης της ελληνικής γλώσσας. Από την άλλη, η κατάσταση στην ελληνική οικογένεια είναι τραγική, διότι δίπλα στην ανεργία που μαστίζει, έχουμε παιδιά που μεγαλώνουν σαν ορφανά μπροστά στις οθόνες, χωρίς βιβλίο, με μυριάδες ασχολίες… Σχολείο και σπίτι βαδίζουν στο άγνωστο, με οδηγό την αποσύνθεση της γνώσης, τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής, με την αμάθεια των νέων ανθρώπων ως προσόν για την ευέλικτη αγορά, στο παγκόσμιο σχέδιο καταστροφής κάθε προσκόμματος που εμποδίζει το κέρδος. Το τέλμα αναλύεται στη μετατροπή της εναπομείνασας παιδείας και εκπαίδευσης, σε χώρο ασκήσεων χάρτου για το παρασιτικό, αντιπαραγωγικό και αποικιοποιημένο μοντέλο στη χώρα μας.

Δάσκαλοι και δασκάλες που στηρίζουν και μορφώνουν τα παιδιά, που πορεύονται με τους γονείς, που πορεύονται με αληθινούς συναδέλφους στα μονοπάτια της κιμωλίας και της αυλής, βρίσκονται στο κέντρο συνιστωσών που τραβούν προς την υπονόμευση κάθε δυνατότητας πνευματικής αναγέννησης, προς τη φτωχοκτονία, προς την ανάδειξη πολιτικών που μετατρέπουν τη χώρα σε χώρο.

Ανάμεσα στο συνδικαλισμό και στο ραγιαδισμό/ Ανάμεσα στον «κοσμοπολιτισμό» και στην «εθνικοφροσύνη»/Ανάμεσα στην αποδόμηση της γνώσης και στην στείρα αποθήκευσή της/Ανάμεσα στο project και στην αδιαφορία, έχουμε μπροστά μας την κρίση ως ευκαιρία για να συνθέτουμε το θρυμματισμένο κόσμο μας.

Το συνδικάτο της ζωής ενώνει: ο δάσκαλος, ο ναυτεργάτης, ο αγρότης, ο υπάλληλος, ο άνεργος, η νοσοκόμα, η κομμώτρια, ο μικροεπαγγελματίας, ο συνταξιούχος, που θα απαιτούν τα αυτονόητα. Οι δάσκαλοι είναι αυτοί που θα μιλήσουν για την εκπαίδευση, που θα ενώσουν τις φωνές τους με το γυμνάσιο που υποδέχεται τους μαθητές τους, και, με το λύκειο που βιώνει την υποθήκευση της νεότητας σε «τράπεζες θεμάτων».

Αυτοί είναι που θα παλέψουν με όλους τους κλάδους. Αυτοί είναι που θα παλέψουν διακριτά για απεργίες μέσα στα σχολεία για τη σύνθεση της γνώσης, για τον εκσυγχρονισμό της κλασικής παιδείας, για τον πολιτισμό. Αυτοί είναι που θα παλέψουν να ενωθούν με τους γονείς, πέρα από τη συνδικαλιστική προτροπή, πέρα από τη λειτουργική αξιοποίησή τους στο ρεφενέ των σχολικών δράσεων. Μπροστά μας είναι ένα νήμα που συνδέει τις περιόδους των εκπαιδευτικών αναζητήσεων στις επαναστάσεις του 1821 και του 1940-44, του μεσοπολέμου, της δεκαετίας του ’60, του ’73, της πρώιμης μεταπολίτευσης. Ας το πιάσουμε.

Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

Future Learning - Πως θα ναι η μάθηση στο μέλλον...


Ένα εκπληκτικό βίντεο (δυστυχώς στα αγγλικά) σχετικά με τίτλο "Future Learning".

Κι ενώ στην αρχή ξεκίνησα να καταγράφω τις φράσεις που μου κάναν εντύπωση στη συνέχεια κατάλαβα ότι θα ήταν τόσες πολλές που το σταμάτησα.

Αξίζει πραγματικά να το δείτε...





Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

Μία έρευνα σχετικά με την "ελεύθερη επιλογή σχολείου"...


Το μεγαλούτσικο άρθρο που ακολουθεί (διαβάστε το καθιστοί ;-)) περιγράφει τις συνέπειες της απόπειρας εφαρμογής του μέτρου της "ελεύθερης επιλογής σχολείου" στις Αγγλοσαξονικές χώρεςμε βάση την κατάταξη των σχολείων, που προέκυψε μετά από την αξιολόγηση τους (αξιολόγηση; χμ, σαν κάτι να μου θυμίζει αυτό...)

κάντε ένα κουράγιο και διαβάστε το... 

του Κώστα Θεριανού και του Νίκου Φωτόπολου, (εισήγηση στο Τρίτο Τακτικό Συνέδριο Ελληνικής Κοινωνιολογικής Εταιρείας)

Η επιλογή σχολείου από τους γονείς (parental choice) αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί το βασικό εργαλείο για τη μετατροπή του σχολείου από δημόσιο και καθολικό αγαθό σε υπηρεσία που υπάγεται εξ ολοκλήρου στην ηγεμονία της αγοράς. Οι μεταρρυθμίσεις στις Η.Π.Α. και την Αγγλία, οι οποίες ήταν οι κυριότερες και οι πιο αντιπροσωπευτικές στο ζήτημα της εισαγωγής της επιλογής σχολείου, έχουν μελετηθεί επαρκώς από διάφορες οπτικές γωνίες και θεματικές. Έρευνες από την σκοπιά της αποτελεσματικότητας του σχολείου έχουν δείξει ότι οι επιδόσεις των μαθητών που μετακινήθηκαν από το σχολείο της γειτονιάς τους δεν βελτιώθηκαν θεαματικά. 

Έρευνες από την σκοπιά της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης έχουν δείξει ότι ακόμη και μετά την αλλαγή του σχολικού περιβάλλοντος το μορφωτικό κεφάλαιο της οικογένειας παρέμεινε ο ισχυρότερος επικαθοριστικός παράγοντας της επίδοσης του μαθητή.

Ορισμένες έρευνες όμως είχαν και ένα απροσδόκητο εύρημα που σχηματικά αποκλήθηκε από τους ερευνητές “the frog pond effect”: ορισμένοι από τους μαθητές που κατάγονταν από τα λαϊκά στρώματα και ήταν αριστούχοι στα σχολεία της γειτονιάς τους, έχασαν τα πρωτεία στα σχολεία που μετακινήθηκαν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της αυτοεκτίμησης τους και τη δραματική μείωση της επίδοσης τους.

Στην Ελλάδα, πέρα από την επιλογή της ιδιωτικής εκπαίδευσης από τα παραδοσιακά εύπορα κοινωνικά στρώματα, το πρόσφατο νομοθετικό πλαίσιο μέσα από τις ρυθμίσεις για πειραματικά σχολεία επιχειρεί να εισάγει στοιχεία επιλογής σχολείου.

Στην εργασία μας αυτή θα επιχειρήσουμε:
  • την ανάλυση και ερμηνεία των στρατηγικών που οι κοινωνικές τάξεις ακολουθούν στην επιλογή σχολείου
  • τη διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο διαμορφώνονται οι «στρατηγικές επιλογής σχολείου» στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνικής διαστρωμάτωσης
  • την ανάλυση όψεων του ιδεολογικού και πολιτικού υπόβαθρου πάνω στο οποίο εδράζεται το ιδεολόγημα της «ελεύθερης» επιλογής σχολείου.

1. Η επιλογή σχολείου ως μέτρο εκπαιδευτικής πολιτικής

Ένα από τα κεντρικά μέτρα του νεοφιλελευθερισμού στο χώρο της εκπαιδευτικής πολιτικής είναι η ελεύθερη επιλογή σχολείου από τους μαθητές και τους γονείς τους (parental choice). Στη νεοφιλελεύθερη συλλογιστική, μαθητές και γονείς θεωρούνται εκλαμβάνονται ως «χρήστες» ή «καταναλωτές» εκπαιδευτικών υπηρεσιών οι οποίες προσφέρονται και ζητούνται ελεύθερα στην εκπαιδευτική αγορά. Κατά συνέπεια, η δυνατότητά τους να επιλέξουν τον «πάροχο» της εκπαιδευτικής υπηρεσίας, θεωρητικά αποτελεί ένα μέτρο το οποίο διασφαλίζει:
  • το δικαίωμα στην ελεύθερη επιλογή μέσα από τη χρήση των κουπονιών (vouchers)εκπαίδευσης
  • τη βελτίωση των σχολείων, καθώς ανταγωνιζόμενα μεταξύ τους για την προσέλκυση όλο και περισσότερων «καταναλωτών», συμμετέχουν σε ένα αγώνα δρόμου διεκδίκησης μαθητών, γεγονός που συμβάλει στη βελτίωση των εκπαιδευτικών υπηρεσιών που προσφέρουν[1]
  • τη δυνατότητα ενός παιδιού από μια υποβαθμισμένη γειτονιά να μετακινηθεί σε ένα δημόσιο σχολείο μιας καλύτερης γειτονιάς ή σε ένα καλύτερο δημόσιο σχολείο από αυτό της γειτονιάς του, προκειμένου να κερδίσει τόσο από την ποιότητα της διδασκαλίας όσο και από τη φοίτηση μέσα σε ένα θετικό και αποτελεσματικό σχολικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από κουλτούρα «θετικής στάσης απέναντι στο σχολείο» και κλίμα «σχολικής επιτυχίας».
Προκειμένου λοιπόν να δούμε τα πράγματα στην πιο ρεαλιστική τους διάθεση και σε επίπεδο εφαρμοσμένης εκπαιδευτικής πολιτικής, η επιλογή σχολείου σε συνδυασμό με την αξιολόγηση και την αποκέντρωση είναι τα μέτρα που αποτελούν μόνιμες σταθερές όλων σχεδόν των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων της εκπαιδευτικής πολιτικής σε πολλές αναπτυγμένες χώρες. Πιο συγκεκριμένα, οι χώρες στις οποίες έγιναν μεταρρυθμίσεις σε αυτήν την κατεύθυνση είναι η Αγγλία, η Ουαλία, οι Η.Π.Α., η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία και η Σουηδία. Είναι σαφές ότι η εκπαιδευτική πολιτική της κάθε χώρας έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και παραμέτρους, των οποίων η αναλυτική παρουσίαση ξεφεύγει από τα πλαίσια αυτού του άρθρου.

Παρόλα αυτά ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η χρηματοδοτική αποκέντρωση στην Αγγλία και την Ουαλία έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και το κάθε σχολείο αναζητά πόρους για τη λειτουργία του πέραν των επιχορηγήσεων που δίνουν οι Δήμοι (LEA – Local Education Authorities). Στη Νέα Ζηλανδία η χρηματοδοτική αποκέντρωση έχει νομοθετηθεί και βρίσκεται στα πρώτα βήματα της πρακτικής εφαρμογής της με την τέως υπουργό παιδείας Maris O’ Rourke να θεωρεί ότι η εκπαίδευση είναι «θέμα χρήστη» για αυτό και η χρηματοδότηση των σχολείων πρέπει να είναι εξατομικευμένη. Επιπροσθέτως, στις Η.Π.Α., η νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση έχει ήδη ωριμάσει και μετά την οργάνωση και λειτουργία του δημόσιου σχολείου με ιδιωτικά οικονομικά κριτήρια έχουν εμφανισθεί νέες μορφές αποκέντρωσης/ ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης, όπως τα ανάδοχα σχολεία (charter schools).

Σε κάθε περίπτωση, κοινός τόπος των παραπάνω μεταρρυθμίσεων είναι η αναδιανομή της εξουσίας ανάμεσα στο κράτος, την τοπική αυτοδιοίκηση, τα σχολεία και τους γονείς μέσω της δημιουργίας μιας «εκπαιδευτικής αγοράς» και τη μετάλλαξη του ρόλου της εκπαίδευσης από δημόσια πολιτική σε ιδιωτική μέριμνα και ατομική υπόθεση. Ειδικότερα όμως, ο όρος «εκπαιδευτική αγορά» με την κλασική έννοια του όρου περιλαμβάνει το χώρο και τα μέσα όπου διασταυρώνονται οι δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης και οι εταίροι της συναλλαγής προσπαθούν να αποκομίσουν το μεγαλύτερο κόστος με το μικρότερο όφελος, σύμφωνα με την βασική οικονομική αρχή της νεοκλασικής μικροοικονομικής προσέγγισης. Ταυτόχρονα, όμως, οι όποιες ανταλλακτικές τους πράξεις υπάγονται σε σχέσεις άνισης δύναμης που προκύπτει από τη διαφορετική κοινωνική τους θέση ή από τις καταστάσεις της συναλλαγής (Abercrombie – Hill – Turner, 1991:1).

Η παραγνώριση αυτών των άνισων σχέσεων δύναμης που συμπυκνώνονται στην ανταλλαγή οδηγεί σε μια απρόσωπη και φετιχιστική σχέση η οποία αποτελεί ουσιαστικά το θεμέλιο λίθο αυτού που αποκαλούμε «φονταμενταλισμό της αγοράς» (Zafirovski, 2007: 2775). Όμως, επειδή η εκπαιδευτική διαδικασία, ιδιαίτερα στις πρώτες βαθμίδες, καθορίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την κρατική παρέμβαση στην πραγματικότητα η εκπαιδευτική αγορά είναι μια «οιονεί αγορά» (quasi-market) (LeGrand and Barlett, 1993). Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι η εξατομίκευση της χρηματοδότησης των σχολείων, τα οποία καλούνται να προσελκύσουν γονείς που θα τα επιλέξουν για να φοιτήσουν τα παιδιά τους. Όμως, το πρόγραμμα των σχολείων, ο τρόπος αξιολόγησης μαθητών και εκπαιδευτικών, οι μέθοδοι διδασκαλίας καθορίζονται από το κράτος. Τελικά, αυτό που μένει στην νεοφιλελεύθερη παρέμβαση στην εκπαίδευση είναι η επιλογή σχολείου από τους γονείς, χωρίς την παρεμβολή κάποιων χωροταξικών σχεδίων με βάση τα οποία το παιδί τους θα εγγραφεί με κριτήριο την διεύθυνση της κατοικίας του σε συγκεκριμένο σχολείο (Levacic, 1995: 167· &. Whitty, Power and Halpin, 1998).

Υπό αυτή την έννοια, ο όρος ιδιωτικοποίηση (privatization) της εκπαίδευσης δεν περιγράφει στην ακρίβεια του το φαινόμενο της εισόδου αγοραίων λογικών και πρακτικών στη δημόσια εκπαίδευση. Όπως παρατηρεί και οChitty (1992: 5) ο όρος ιδιωτικοποίηση στην οικονομία χρησιμοποιείται προκειμένου να περιγράψει την απόδοση στον ιδιωτικό τομέα διαφόρων επιχειρήσεων όπως οι σιδηρόδρομοι, οι τηλεπικοινωνίες, η παραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, νερού, φωταερίου, οι υπηρεσίες αποχέτευσης. Στην περίπτωση του εκπαιδευτικού συστήματος δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Δεν έχουμε το φαινόμενο της παραχώρησης σχολικών μονάδων σε ιδιώτες. Αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος χρηματοδότησης των δημόσιων σχολείων, τα οποία χρηματοδοτούνται ανάλογα με τον αριθμό των μαθητών που τα επιλέγουν.

Η Margaret Thatcher που εφάρμοσε την ιδέα των κουπονιών (vouchers) στο Ηνωμένο Βασίλειο περιγράφει ανάγλυφα αυτή την πολιτική στα πολιτικά της απομνημονεύματα: «Εισαγάγαμε την ανοικτή εγγραφή, η οποία επέτρεψε στα δημοφιλή σχολεία να αναπτυχθούν. Η ανοικτή εγγραφή διεύρυνε τις επιλογές των γονιών και εμπόδισε τις τοπικές αρχές να θέτουν όρια στην ανάπτυξη των καλών σχολείων προκειμένου να κρατήσουν αποτυχημένα σχολεία ανοικτά. Ουσιώδες στοιχείο της μεταρρύθμισής μας ήταν η χρηματοδότηση του σχολείου ανά μαθητή, δηλαδή τα χρήματα που διέθετε το κράτος σε κάθε μαθητή τον ακολουθούσαν όποιο σχολείο και αν επέλεγε να παρακολουθήσει. Με αυτό τον τρόπο, οι γονείς ψήφιζαν ανάλογα με το σχολείο που επέλεγαν για το ποιο σχολείο είναι καλό. Το καλό σχολείο κέρδιζε μαθητές. Το κακό σχολείο θα έπρεπε ή να βελτιωθεί ή να κλείσει. Έτσι, προχωρήσαμε σε μια δημόσια μορφή εκπαιδευτικού κουπονιού» (Thatcher 1993: 591)

Όπως γίνεται κατανοητό, η υπαγωγή του σχολείου στην ηγεμονία της λογικής και των πρακτικών της αγοράς έχει πολιτικές προεκτάσεις. Η κοινωνία των πολιτών μετατρέπεται σε κοινωνία καταναλωτών υπό την κυριαρχία μιας κοσμοαντίληψης όπου ο κόσμος ταυτίζεται με ένα αχανές supermarket. Μέσα σε αυτό τοsupermarket οι διεκδικήσεις αλλά και οι προσδοκίες των πολιτών για ένα αποτελεσματικότερο και καλύτερο κράτος πρόνοιας αντικαθίσταται από την καταναλωτική επιλογή στην οποία ρευστοποιούνται οι λειτουργίες των συνδικάτων και των πολιτικών κομμάτων. Στο πλαίσιο της αντίληψης αυτής, ο όρος «λαός» αντικαθίσταται από μια γενικόλογη, και πολιτικά άχρωμη έννοια «πολίτες», στη βάση μιας ατομιστικής προσέγγισης των δικαιωμάτων του πολίτη η οποία, εκτός του ότι υπονομεύει την έννοια της κοινότητας, αποκρύπτει συνειδητά τους διαχωρισμούς, τις ανισότητες και τις διακρίσεις που η κυρίαρχη κοινωνική ιεράρχηση διαμορφώνει με βάση τους ισχύοντες συσχετισμούς των πολιτικών δυνάμεων.

Αναμφίβολα λοιπόν, ο αφηρημένος ιδεότυπος του «πολίτη» μέσα σε αυτόν τον κυρίαρχα πολιτικό λόγο, απομονώνεται από τους συμπολίτες του, δρα σε ανταγωνισμό μαζί τους και εμφανίζεται να «δικαιούται» αγαθά και υπηρεσίες που οι άλλοι με τις πράξεις του, είτε τού τα στερούν, είτε τον εμποδίζουν να τα οικειοποιηθεί και να τα απολαύσει. Έτσι για παράδειγμα οι απεργοί εκπαιδευτικοί στερούν το δικαίωμα της εκπαίδευσης από τους άλλους πολίτες, οι νόμοι ρυθμίζουν τη ροή και την κατανομή των μαθητικών εγγραφών στερούν το δικαίωμα της επιλογής σχολείου κ.ο.κ


2. Η επιλογή σχολείου διασφαλίζει την ποιότητα της εκπαίδευσης;

Σε επίπεδο «κοινής» λογικής, κλίμα πολιτικής ρητορικής εντυπωσιασμού, καθώς και αφηρημένων νοητικών συλλογισμών η νεοφιλελεύθερη λογική της επιλογής σχολείου αρχικά τουλάχιστον κέρδισε οπαδούς. Στην πρακτική της εφαρμογή όμως, φάνηκε ότι οι πραγματικές κοινωνικές καταστάσεις διαφέρουν από τα ιδεατά υποθετικά σχήματα. Ο Wallford (2001) επισημαίνει ότι στην πράξη φάνηκε πολύ σύντομα ότι η αγορά μέσω των λειτουργιών της προσφοράς και της ζήτησης δεν μπορούσε να διασφαλίσει με αποτελεσματικότητα και σιγουριά την άνοδο της ποιότητας της εκπαίδευσης. Κι αυτό γιατί η επιλογή σχολείου δεν είναι το ίδιο με την επιλογή ξενοδοχείου ή μάρκας καφέ στο supermarket.

Αν κάποιος επιλέξει ξενοδοχείο και δεν μείνει ικανοποιημένος από τις υπηρεσίες μπορεί την επόμενη ημέρα να πάει σε άλλο. Αν δεν του αρέσει ο καφές μπορεί να αλλάξει μάρκα ή καφενείο. Όμως, αν κάποιος διαλέξει σχολείο και δεν μείνει ικανοποιημένος από την ποιότητα των σπουδών, δεν είναι εύκολο στη μέση της σχολικής χρονιάς να μετακινηθεί σε άλλο ή να αλλάξει με την ίδια ευκολία σχολικό περιβάλλον το οποίο περιλαμβάνει ένα ολόκληρο σύστημα ανθρωπίνων σχέσεων.

Επίσης, η ποιότητα της εκπαιδευτικής υπηρεσίας δεν είναι κάτι που γίνεται άμεσα αντιληπτό ούτε εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το φορέα που τη χορηγεί. Εξαρτάται, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό, και από το μαθητή που «καταναλώνει» αυτές τις υπηρεσίες, από τη θέληση του, τη στάση του απέναντι στη γνώση, τις ικανότητές του, το μορφωτικό κεφάλαιο της οικογένειας του, το γνωστικό του υπόβαθρο, το «ατομικό φίλτρο» που διαθέτει η προσωπικότητά του.

Άλλωστε, και πέρα από την εκπαίδευση οι εγγυήσεις στην ποιότητα των υπηρεσιών που μπορεί να παρέχει μια επώνυμη επιχείρηση, οποιασδήποτε μορφής, είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένες. Η επώνυμη επιχείρηση εγγυάται καλό επίπεδο υπηρεσιών. Ένα καλό ξενοδοχείο ή ένα καλό τουριστικό γραφείο μπορεί να εγγυηθεί την καλή ποιότητα του φαγητού, τον κλιματισμό, την καθαριότητα του δωματίου. Δεν μπορεί να εγγυηθεί τον καιρό και την ανυπαρξία ατυχημάτων που ενδεχομένως να καταστρέψουν το ταξίδι.

Δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο τουρίστας θα περάσει όμορφες στιγμές με την παρέα του, θα βρει ερωτικό σύντροφο, δεν θα τσακωθεί με τους φίλους του και δεν θα χωρίσει με τη σύζυγο του. Ανάλογα λοιπόν, το επώνυμο σχολείο μπορεί να εγγυηθεί τον καλό εξοπλισμό των αιθουσών και τους έμπειρους εκπαιδευτικούς, όχι όμως το ζήλο του μαθητή για μάθηση, τις ικανότητες του ή την ποιότητα των σχέσεων που θα έχει με τους συμμαθητές του, τα βιώματα που θα προκύψουν από αυτές, ότι δε θα έχει προβλήματα με τους συνομηλίκους του ή ότι δε θα υποστεί ερωτική απογοήτευση στη διάρκεια της φοίτησης κ.ο.κ Παράγοντες αστάθμητοι που όμως όσοι έχουν μπει σε σχολική τάξη ξέρουν ότι επηρεάζουν άμεσα την επίδοση του μαθητή.

Οι μεταρρυθμίσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις Η.Π.Α. προσφέρουν ένα σημαντικό εμπειρικό υλικό που έχει διερευνηθεί ενδελεχώς και το οποίο μπορεί σήμερα, αρκετά χρόνια μετά την πρώτη εφαρμογή αυτών των μεταρρυθμίσεων, να δείξει με σαφήνεια αν η νεοφιλελεύθερη ρητορική επαληθεύτηκε. Οι Ball and Youdell (2011) σε μια πρόσφατη εργασία τους συνόψισαν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε μια σειρά από χώρες. Κοινό αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών δεν ήταν η βελτίωση της εκπαίδευσης μέσω του ανταγωνισμού των σχολείων. Ήταν η απορρύθμιση της εκπαίδευσης ως δημόσιου αγαθού και η τραγική αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων στην εκπαίδευση.

Όμως, πέρα από την εξέταση του κατά πόσο συρρικνώθηκαν ή όχι οι δημόσιες εκπαιδευτικές υπηρεσίες – κάτι που όχι μόνο δεν ενδιαφέρει αλλά αντίθετα αποτελεί και στόχο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής – έχει ιδιαίτερη σημασία να εξετάσουμε την νεοφιλελεύθερη πολιτική της επιλογής σχολείου και της συγκρότησης εκπαιδευτικής αγοράς με κριτήριο την ίδια την λογική της: πόσο δηλαδή αποτελεσματική είναι στη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και την αύξηση της αποτελεσματικότητας του σχολείου με όρους της κυρίαρχης παιδαγωγικής: της τεχνοκρατικής αντίληψης της διδασκαλίας σχετικά με τις επιδόσεις των μαθητών στις σταθμισμένες εθνικές εξετάσεις για το πέρασμα από την μια βαθμίδα στην άλλη ή στα πανεπιστήμια.

Άλλωστε, η ελεύθερη επιλογή σχολείου σε όλες τις χώρες που εφαρμόσθηκε δεν δημιούργησε τους όρους για την ανάπτυξη ποικιλίας στα σχολεία όσον αφορά το αναλυτικό πρόγραμμα, την παιδαγωγική ή την οργάνωση τους (Apple, 2002: 108). Έρευνες από την σκοπιά της αποτελεσματικότητας του σχολείου έχουν δείξει ότι οι επιδόσεις των μαθητών που μετακινήθηκαν από το σχολείο της γειτονιάς τους δεν βελτιώθηκαν θεαματικά (Witte, 2000). Ουσιαστικά, αυτές οι έρευνες επαναφέρουν στη συζήτηση περί αποτελεσματικότητας του σχολείου και της σχέσης σχολικού περιβάλλοντος και κοινωνικής προέλευσης των μαθητών, το απροσδόκητο εύρημα μιας παλιάς έρευνας του Davis (1966) το οποίο είχε αποκληθεί σχηματικά ως “the frog pond effect”: ορισμένοι δηλαδή από τους μαθητές που κατάγονταν από τα λαϊκά στρώματα και ήταν αριστούχοι στα σχολεία της γειτονιάς τους, έχασαν τα πρωτεία στα σχολεία που μετακινήθηκαν.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της αυτοεκτίμησης τους και τη δραματική μείωση της επίδοσης τους. Ουσιαστικά, ακόμη και μετά την αλλαγή του σχολικού περιβάλλοντος το μορφωτικό κεφάλαιο της οικογένειας παρέμεινε ο ισχυρότερος επικαθοριστικός παράγοντας της επίδοσης του μαθητή. Στην περίπτωση μάλιστα που ο μαθητής «μετακόμιζε» σε ένα σχολικό περιβάλλον με υψηλή ακαδημαϊκή κουλτούρα και συμμαθητές προερχόμενους από οικογένειες με μεγάλο μορφωτικό κεφάλαιο, χωρίς να παρεμβάλλονται διαφοροποιημένες μορφωτικές και διδακτικές στρατηγικές και πρακτικές, η επίδοση του αντί να βελτιώνεται, χειροτέρευε.

Η νεοφιλελεύθερη πρακτική της ελεύθερης επιλογής σχολείου έφερε αλλαγές και στον τρόπο με τον οποίο κινούνται τα σχολεία μέσα στην «εκπαιδευτική αγορά». Στο Ηνωμένο Βασίλειο η έκδοση εθνικών πινάκων (leaguetables) με την κατάταξη των σχολείων ανάλογα με την επίδοση των μαθητών τους, προκειμένου να ξέρουν οι γονείς ποια είναι τα καλά σχολεία, επέφερε την πόλωση των σχολείων.

Οι Benn και Chitty (1997: 51) παραθέτουν στοιχεία από περιοχές του Hampshire, του Newcastle, του Rothrman, του Oldham, του Manchester, όπου υπήρξε πόλωση των σχολείων σε «καλά» και «κακά» και ανταγωνισμός των καλών σχολείων με τρόπους όπου το ένα προσπαθούσε να δυσφημίσει το άλλο για να συγκεντρώσει περισσότερους μαθητές και να εξασφαλίσει την επιβίωσή του. Για παράδειγμα τα καλά σχολεία της περιοχής του Yorkshire απέβαλλαν πιο εύκολα μαθητές προκειμένου να κρατήσουν την καλή τους φήμη και την υψηλή τους θέση στους εθνικούς πίνακες επίδοσης. Ή σε άλλη περίπτωση, ένα δυσλεκτικό παιδί ή ένας ανήσυχος μαθητής με προβλήματα διάσπαση προσοχής ή ένας μαθητής με χωρισμένους γονείς και άλλα οικογενειακά προβλήματα, με κενά και άλλες μαθησιακές δυσκολίες, είναι «κακό μαντάτο» για το καλό σχολείο, κηλίδα που ο εκάστοτε διευθυντής θα κοιτάξει να την ξεφορτωθεί με κάθε πρόσφορο μέσο (Vulliamy and Webb, 2000). Αυτό τελικά που συνέβη στην πραγματικότητα, όπως περιγράφεται με συνοπτικό και απτό τρόπο από τον Vulliamy (2000), ήταν ότι η πραγματικότητα διαμορφώθηκε με τέτοιο τρόπο που: «Αντί οι γονείς να επιλέγουν σχολεία, τα σχολεία επέλεγαν γονείς».

2. Επιλογή σχολείου και στρατηγική των κοινωνικών τάξεων.

Οι κοινωνικές τάξεις έχουν αναπτύξει διαφορετικές στρατηγικές στο ζήτημα της πολιτικής της επιλογής σχολείου. Ο Walberg (2007) μελετώντας το σύστημα των vouchers και των ανάδοχων σχολείων (charterschools) στις Η.Π.Α. επισήμανε ότι η επιλογή σχολείου είναι ένα μέτρο που όχι μόνο δεν έχει ενώσει, απεναντίας έχει προκαλέσει διχαστικές τομές στα δύο μεγάλα κόμματα. Για παράδειγμα στο Κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, οι νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί τάσσονται υπέρ της επιλογής σχολείου σαν το μέτρο εκείνο που υλοποιεί πλήρως την εισαγωγή της λογικής της αγοράς στα σχολεία.

Όμως, απέναντι σε αυτό το μέτρο τα συντηρητικά μεσαία στρώματα που ψηφίζουν το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων στέκονται επιφυλακτικά αφού η εφαρμογή του ανοίγει την αίθουσα της σχολικής τάξης του παιδιού τους σε παιδιά Λατίνων και Αφροαμερικανών οι οποίοι θα θελήσουν να επωφεληθούν από αυτό το μέτρο. Από την άλλη πλευρά, στο εσωτερικό του Δημοκρατικού Κόμματος των Η.Π.Α. οι Λατίνοι και Αφροαμερικανοί ψηφοφόροι βλέπουν θετικά το μέτρο που θα τους επιτρέψει να έχουν τα παιδιά τους τη δυνατότητα να φοιτήσουν σε σχολεία καλύτερων περιοχών. Όμως, την ίδια στιγμή στο εσωτερικό του ίδιου κόμματος, τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών τάσσονται εναντίον αυτού του μέτρου καθώς απειλεί τις εργασιακές τους σχέσεις.

Η επιλογή σχολείου, όπως δείχνει τόσο η εμπειρία αλλά και οι έρευνες στις χώρες που εφαρμόσθηκε το μέτρο, δεν αφορά τελικά όλες τις κοινωνικές τάξεις. Στην ουσία απευθύνεται κυρίως στα μεσαία στρώματα αφού τα ανώτερα στρώματα απευθύνονται εξ αρχής σε μεγάλα ιδιωτικά σχολεία. Όπως έχει παρατηρήσει και ο Apple(2002: 110) οι αγορές στην εκπαίδευση είναι μια συνισταμένη της προσπάθειας του κεφαλαίου να ιδιωτικοποιήσει μέρος της δημόσιας σφαίρας προκειμένου να βρει νέα πεδία κερδοφορίας. Όμως, αυτή η προσπάθεια βρίσκει σύμμαχους στα μεσαία στρώματα τα οποία παραδοσιακά αρνούνται ή «ξεχνούν» την ταξική τους καταγωγή και την κοινωνική τους προέλευση προσπαθώντας ταυτόχρονα να αλλάξουν τους κανόνες του ανταγωνισμού στην εκπαίδευση λόγω της αυξημένης ανασφάλειας που αισθάνονται για το μέλλον των παιδιών τους.

Το οικονομικό και κοινωνικό κεφάλαιο των μεσαίων στρωμάτων μπορεί αρκετά εύκολα να μετατραπεί σε μορφωτικό στην περίπτωση της λειτουργίας των σχολείων με όρους αγοράς. Οι γονείς από τα μεσαία στρώματα έχουν πιο ευέλικτα ωράρια, διαθέτουν αυτοκίνητα ή μπορούν οικονομικά να συνδράμουν στην περίπτωση μεταφοράς του παιδιού τους με σχολικά λεωφορεία, έχουν κοινωνικό δίκτυο που τους επιτρέπει την άντληση πληροφοριών σχετικά με τα σχολεία και την οικονομική δυνατότητα να ανταπεξέρθουν σε εξωσχολικές δραστηριότητες ενός σχολείου με συχνές εκδρομές, κατασκηνώσεις, πολιτιστικές πρωτοβουλίες κ.λπ. Η συγκέντρωση πολλών παιδιών από τα μεσαία στρώματα σε ένα δημόσιο σχολείο δημιουργεί τις προϋποθέσεις να λειτουργήσει το σχολείο σε αυτό το μοτίβο.

Πέρα όμως από το ζήτημα της ποιότητας της λειτουργίας του σχολείου, η επιλογή σχολείου παίζει και έναν άλλο ρόλο. Σε μια εποχή οικονομικής ύφεσης και επιδείνωσης των εισοδημάτων των μεσαίων στρωμάτων, η πολιτική της επιλογής σχολείου αφενός μεν παρέχει τη δυνατότητα φοίτησης των παιδιών των μεσαίων στρωμάτων σε σχολεία χωρίς μετανάστες ή «ειδικές» κατηγορίες μαθητικού πληθυσμού (ρομά, παιδιά μεταναστών κ.λπ.) και αφετέρου ενδυναμώνει πρακτικά τη νεοφιλελεύθερη ρητορική της μη υποχρέωσης καταβολής φόρων σε αναποτελεσματικά δημόσια σχολεία. Πρόκειται για τη «γεμάτη φοβίες» ή «φοβική» μεσαία τάξη (fearful middle class), όπως την έχουν περιγράψει οι Ball and Vincent (2001), η οποία ελπίζει ότι μέσω της επιλογής σχολείου μπορεί να επιτύχει:
  • τη φοίτηση των παιδιών της σε ένα σχολικό περιβάλλον που θα προσιδιάζει σε μια «φαντασιακή κοινότητα» της πειθαρχίας, της αριστείας, της εθνικής ομοιογένειας που δυστυχώς έχει πια χαθεί.
  • την ταξική απόδραση έστω και με φαντασιακό τρόπο καθώς αν δεν μπορεί να αλλάξει γειτονιά και να πραγματοποιήσει ανοδική κοινωνική κινητικότητα μπορεί τουλάχιστον να στείλει το παιδί του σε ένα καλό σχολείο το οποίο θα αποτελέσει και το όχημα για διαγενεακή ανοδική κοινωνική κινητικότητα.

3. Επιλογή σχολείου: όψεις της ελληνικής πραγματικότητας

Στη χώρα μας, οι μαθητές εγγράφονται στο σχολείο με βάση τη διεύθυνση της κατοικίας τους. Υπάρχει το Π.Δ. 104/79 που στο άρθρο 15 ρυθμίζει τον τρόπο μετεγγραφής σε άλλο σχολείο πέρα από εκείνο στο οποίο πρέπει να εγγραφεί ο μαθητής με βάση την διεύθυνση της κατοικίας του. Έτσι στο άρθρο 15 προβλέπεται ότι προκειμένου να πάρει μεταγραφή ένας/ μια μαθητής/ - τρια πρέπει να πιστοποιεί με επίσημα έγγραφα:

α) Ότι ο μαθητής μετώκησεν εις απόστασιν καθιστώσαν αδύνατον ή εξαιρετικώς δυσχερή την φοίτησιν του εις το εξ ου η μετεγγραφή Γυμνάσιον ή Λύκειον.
β) Ότι η μετεγγραφή επιδιώκεται προς φοίτησιν εις σχολείον ετέρας κατευθύνσεως ή εις τμήμα ετέρας κατευθύνσεως μη υφισταμένης εις το εξ ου η μετεγγραφή σχολείον.

γ) Ότι ο μαθητής ημερησίου Γυμνασίου ή Λυκείου ήρξατο εργαζόμενος προς βιοπορισμόν κατά την ημέραν και ως εκ τούτου έχει ανάγκην μετεγγραφής εις εσπερινόν Γυμνάσιον ή Λύκειον.

δ) Ότι ο μαθητής Εσπερινού Γυμνασίου ή Λυκείου έπαυσεν εργαζόμενος βιοποριστικώς την ημέραν και αιτείται την μετεγγραφήν του εις ημερήσιον Γυμνάσιον ή Λύκειον.

ε) Ότι ο μαθητής απέκτησεν, κατά τας κειμένας διατάξεις, δικαίωμα φοιτήσεως εις Πρότυπον ή Πειραματικόν Σχολείον.

Από τη νομοθεσία λοιπόν βλέπουμε ότι ουσιαστικά δεν επιτρέπεται η επιλογή σχολείου. Από την εμπειρική διερεύνηση του φαινομένου όμως μπορούμε να συμπεράνουμε ότι υπάρχουν τρεις κατά κανόνα στρατηγικές στην επιλογή σχολείου στην ελληνική κοινωνία:

α) όταν οι γονείς δηλώνουν ψευδή διεύθυνση κατοικίας (μέσω των λογαριασμών ΔΕΚΟ κλπ) προκειμένου να εγγραφούν σε σχολείο που γεωγραφικά αντιστοιχεί σε άλλη περιοχή

β) όταν επιλέγουν τα πειραματικά σχολεία (μέσω κλήρωσης) και όπως όλα δείχνουν σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο μέσω εισιτήριων εξετάσεων

γ) όταν επιλέγουν ευθέως ιδιωτικό σχολείο είτε αναλόγως του βαλαντίου τους είτε συμμετέχοντας στα προγράμματα υποτροφιών - χορηγιών που τα ιδιωτικά σχολεία προσφέρουν.

Σύμφωνα λοιπόν με την εμπειρία μας, φαίνεται ότι στην ελληνική κοινωνία λειτουργούν και οι τρεις από τους παραπάνω εναλλακτικούς τρόπους είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό. Για παράδειγμα ενδημούν αφανείς πρακτικές όπου οι γονείς δηλώνουν διαφορετική διεύθυνση κατοικίας προκειμένου να αποφύγουν το σχολείο της γειτονιάς αν αυτό δεν τους αρέσει. Άλλοι απευθύνονται στα πειραματικά σχολεία, τα οποία μέχρι πρόσφατα επέλεγαν τους μαθητές με κλήρωση, ενώ αναμένεται να εφαρμοστεί στην πράξη ο νέος νόμος που δημιουργεί προϋποθέσεις εισιτηρίων εξετάσεων. Τέλος, υπάρχει και το 7% περίπου του συνολικού μαθητικού πληθυσμού που φοιτά σε ιδιωτικά σχολεία.

Δεδομένης της ανυπαρξίας του μέτρου της επιλογής σχολείου έχει σημασία να εξετάσουμε για ποιο λόγο επιλέγει κάποιος γονιός το ιδιωτικό σχολείο προκειμένου να φοιτήσει εκεί το παιδί του. Η επιλογή αυτή μπορεί ουσιαστικά να αφορά λιγότερο από το 10% του μαθητικού πληθυσμού, ωστόσο η «συμβολική» αξία του πληθυσμού αυτού είναι ιδιαίτερα μεγάλη αφού μέσω των μεγάλων κυρίως ιδιωτικών σχολείων αναπαράγεται μια κρίσιμη κοινωνική κατηγορία η οποία συγκροτεί ένα σημαντικό τμήμα της εγχώριας οικονομικής, πνευματικής και πολιτικής elite.

Επισημαίνουμε ότι για λόγους που συνδέονται με τις ιδιαιτερότητες των μεσαίων στρωμάτων στην Ελλάδα, μας ενδιαφέρουν όχι οι γονείς από τα μεγαλοαστικά στρώματα, αλλά γονείς από τη μεσαία τάξη και κυρίως αυτοί που μένουν σε περιοχές του κέντρου της Αθήνας και προσπαθούν να αποφύγουν την φοίτηση του παιδιού τους στο σχολείο της γειτονιάς τους. Έτσι, σε μικρής κλίμακας έρευνα που επικαιροποιήσαμε [2] στην περιοχή της Κυψέλης και των Πατησίων, σε περιορισμένο δείγμα γονιών που επιλέγουν ιδιωτικά σχολεία προκειμένου να φοιτήσουν τα παιδιά τους, εμφανίζονται με την εξής σειρά οι τρεις κυριότεροι λόγοι επιλογής ιδιωτικού σχολείου:

Οι τρεις πρώτοι λόγοι επιλογής ιδιωτικού σχολείου: %
  • δεν γίνονται απεργίες και καταλήψεις
  • δε φοιτούν αλλοδαποί/παλλινοστούντες μαθητές
  • χρήσιμες γνωριμίες 
Έρευνα: Διερεύνηση των λόγων επιλογής του ιδιωτικού σχολείου με ερωτηματολόγιο.
Δείγμα: 82 γονείς των οποίων τα παιδιά φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία
Περίοδος: 2007
Περιοχή: Κυψέλη, Πατήσια


Στην Ελλάδα ο χώρος της ιδιωτικής εκπαίδευσης δεν μελετηθεί ενδελεχώς. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν συστηματικές μελέτες και έρευνες πάνω στα κίνητρα επιλογής του ιδιωτικού σχολείου με αποτέλεσμα τα όσα γνωρίζουμε να προέρχονται από εμπειρικές αναφορές ή από τη συλλογή και την αξιολόγηση στοιχείων, πολλές φορές αντιφατικών και επιστημονικά μη αξιόπιστων, αφού η εικόνα των ιδιωτικών σχολείων ποικίλει και εμφανίζει σημαντικό βαθμό ανομοιογένειας.

Είναι λοιπόν σαφές ότι για το λόγο αυτό δεν θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε ένα «κλειστό κατάλογο» κριτηρίων επιλογής, αφού το φαινόμενο «ιδιωτικά σχολεία» μεταλλάσσεται παράλληλα με μεταβολές στοιχείων, όπως η κοινωνική και ταξική δομή, οι μεταρρυθμίσεις και οι επιμέρους αλλαγές στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής πολιτικής, η οικονομική συγκυρία, οι νοοτροπίες και τα κοινωνικά στερεότυπα, ο βαθμός της οικονομικής ύφεσης.

Στην παρούσα φάση, επιχειρώντας να σταχυολογήσουμε ορισμένους από τους βασικούς λόγους επιλογής του ιδιωτικού σχολείου, θα μπορούσαμε να εστιάσουμε σε κίνητρα όπως «η αίσθηση του ασφαλούς σχολικού περιβάλλοντος», «η φύλαξη πέραν του σχολικού ωραρίου», η «ανάληψη της μετακίνησης προς και από το σχολείο», οι «εξωσχολικές δραστηριότητες» (extra curricular activities) «η εκμάθηση των ξένων γλωσσών», «τα εκπαιδευτικά ταξίδια, οι εκπαιδευτικές ανταλλαγές και τα εκπαιδευτικά προγράμματα», «η έλλειψη αλλοδαπών / παλιννοστούντων μαθητών», η «μη απώλεια ωρών λόγω απεργιών ή καταλήψεων», «η ύπαρξη λογοδοσίας του εκπαιδευτικού προσωπικού προς τη διεύθυνση», «η απαλλαγή από διεκδικήσεις των εκπαιδευτικών (απεργίες, καταλήψεις) οι οποίες εμποδίζουν τη ροή της εκπαιδευτικής διαδικασίας».

Σε αρκετές περιπτώσεις, το ιδιωτικό σχολείο λύνει το πρόβλημα της μετακίνησης, φύλαξης και παραμονής των παιδιών σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, κυρίως για τους γονείς που εργάζονται με φορτωμένα ωράρια.

Παρ' όλο που πολλοί μιλούν για το επίπεδο σπουδών των ιδιωτικών σχολείων, οι μαθητές τους ούτε τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα μαθήματα αποφεύγουν, ούτε οι πρωτιές στα ΑΕΙ ανήκουν σε αυτούς. Στα ολιγάριθμα μεγάλα ιδιωτικά σχολεία, εκτός από τα προαναφερόμενα, παίζουν ρόλο και άλλα κίνητρα τα οποία συνδέονται με παράγοντες όπως η οικογενειακή παράδοση, το περιεκτικό «πολιτισμικό περιβάλλον» του σχολείου, το κεφάλαιο των κοινωνικών και δημόσιων σχέσεων, οι προοπτικές μετά την αποφοίτηση και οι απευθείας σπουδές στο εξωτερικό, ενώ μπορείς να συναντήσεις ακόμα και «νεο-ελιτίστικες» νοοτροπίες που επιδιώκουν τη συμμετοχή σε τέτοιους χώρους για λόγους κοινωνικού γοήτρου. Δεν είναι λίγα άλλωστε τα μεγάλα σχολεία που διαφημίζουν τους αποφοίτους τους, οι οποίοι σήμερα διακρίνονται στην πολιτική, στα γράμματα και την επιχειρηματική ζωή, με στόχο να προσελκύσουν πελάτες.

Συζήτηση

Συμπερασματικά το φαινόμενο της επιλογής σχολείου, εκτός από τα παραδοσιακά υψηλά κοινωνικό - οικονομικά στρώματα τα οποία καταφεύγουν στα ιδιωτικά σχολεία λόγω παράδοσης και οικογενειακής στρατηγικής φαίνεται να μην απασχολεί ιδιαίτερα τους γονείς από τα χαμηλής κοινωνικό οικονομικής προέλευσης στρώματα.

Αυτό συμβαίνει γιατί η προσδοκία μια καλύτερης παιδείας γίνεται αντιληπτή κυρίως μέσα από την παροχή φροντιστηριακής εκπαίδευσης είτε στο επίπεδο των ξένων γλωσσών, είτε στο επίπεδο της προετοιμασίας για τις εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο. Αντίθετα η το ζήτημα της επιλογής ενός ιδιωτικού σχολείου μοιάζει να αποτελεί είτε εξω-πραγματική προσδοκία, είτε «άπιαστο όνειρο» άρα και των εκ των πραγμάτων μη αντικείμενο προβληματισμού και αναζήτησης.

Η εμπειρική διερεύνηση αποδεικνύει επίσης ότι το ζήτημα της επιλογής σχολείου δεν φαίνεται επίσης να απασχολεί σε μεγάλη έκταση τους μαθητές και τις οικογένειες της επαρχίας. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί απουσιάζει η πραγματικότητα της σχολικής ιδιωτικής εκπαίδευσης, είτε γιατί τα δημόσια σχολεία δεν αντιμετωπίζουν τόσο σοβαρά προβλήματα όπως τα σχολεία στα αστικά κέντρα (ύπαρξη αλλοδαπών μαθητών, νεανική παραβατικότητα, η μαζικοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας μέσα σε απρόσωπα σχολεία «μαμούθ» κ.ο.κ)

Το ζήτημα της επιλογής σχολείου, φαίνεται να απασχολεί κυρίως τις οικογένειες που προέρχονται από μεσαία και ανώτερα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα τα οποία διευθετούν την απαίτηση αυτή είτε με την επιλογή του ιδιωτικού σχολείου, είτε με την επιλογή ενός πειραματικού δημόσιου, είτε ακολουθώντας τη μέθοδο των ψευδών στοιχείων για «μετακόμιση» σε γειτονικά σχολεία.

Κατά κανόνα το ζήτημα του δικαιώματος της επιλογής, φαίνεται να αφορά κυρίως τα στρώματα εκείνα που δυσφορούν με τις πραγματικά αντίξοες συνθήκες των σχολείων των υποβαθμισμένων περιοχών (κυρίως στο κέντρο των μεγάλων αστικών κέντρων ή εκεί που υπάρχει υψηλός βαθμός πολύ-πολιτσμικότητας) και θέλουν πάση θυσία τα παιδιά τους να μη φοιτήσουν εκεί. Ωστόσο υπάρχει και μια άλλη κατηγορία η οποία για δικούς της λόγους αποφεύγει να ταυτίζεται με την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα καλλιεργώντας για τον εαυτό της τη συλλογική φαντασίωση του «ανήκειν» σε μια ανώτερη θέση στην πυραμίδα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Επιπροσθέτως, η κατηγορία αυτή διατηρεί την προσδοκία ανάπτυξης ανοδικής κινητικότητας διαμορφώνοντας απέναντι στην επιλογή σχολείου μια καθαρά ωφελιμιστική και «εργαλειακή» τάση αφού πιστεύει ότι το σχολείο είναι το μόνο μέσο για να σταδιοδρομήσουν τα μέλη της και να υπερβούν τα όρια της κοινωνικής τους προέλευσης και καταγωγής.


Βιβλιογραφικές αναφορές

Abercrombie, N. – Hill, S. – Turner, B. (1991) Λεξικό Κοινωνιολογίας (μτφρ. Α. Κάντας & Σ. Κάντας – επιμ. Π. Τερλεξής). Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Apple, M. (2002) Εκσυγχρονισμός και Συντηρητισμός στην Εκπαίδευση (μτφρ. Μ. Δεληγιάννη). Αθήνα: Μεταίχμιο.

Ball, S. and Vincent, C. (2011) New Class Relations in Education: the Strategies of the “Fearful” Middle Classes. In Demaine, J. (ed.) Sociology of education today. London: Palgrave.

Ball, St. and Youdell, D. (2011) H κρυφή ιδιωτικοποίηση στη δημόσια εκπαίδευση (μτφρ. Β. Παππή – επιμ. Γ. Γρόλλιος). Αθήνα: ΙΠΕΜ – ΔΟΕ.

Bartlett, W. (1993) Quasi-markets and educational reforms. In J. Le Grand and W. Bartlett (eds) Quasi-markets and Social Policy. London: Macmillan.

Benn, C and Chitty, C. (1997) Thirty Years On. London: Penguin Books.

Bourdieu, P (1998) Αντεπίθεση πυρών (μτφρ. Κ. Διαμαντάκου). Αθήνα: Πατάκης.

Chitty, C. (1992) The education system transformed. Chortlon: Baseline books.

Davis, J. (1966) ‘‘The Campus as a Frog Pond: An Application of the Theory of Relative Deprivation to Career Decisions of College Men.’’ American Journal of Sociology 72(1):17-31.

Dixon, K. (2001) Οι ευαγγελιστές της αγοράς (μτφρ. Κ. Διαμαντάκου). Αθήνα: Πατάκης.

Klein, N. (2010) Το Δόγμα του Σοκ (μτφρ. Α. Φιλλιπάτος). Αθήνα: εκδόσεις Λιβάνη.

Levacic (1995) Local Management of Schools: Analysis and Practice. Buckingham: Open University Press.

Thatcher, M. (1993) The Downing Street Years. London: Harper Collins.

Vulliamy, G. (2000) New Labour and school exclusions: excluding sociology or a sociology of exclusions?Professorial Inaugural Lecture (Department of Educational Studies, University of York).

Walberg, H. (2007) School choice. The findings. Washington, D.C.: Cato Institute.

Walford, G. (2001) ‘Does the market ensure quality?’ Westminster Studies in Education. 24, 1: 23-33.

Whitty G., Power, S. and Halpin, D. (1998) Devolution and Choice in Education: The school, the state and the market. Buckingham: Open University Press.

Witte, J. (2000) The market approach to education. An analysis of America’s first voucher program. Princeton University Press.

Zafirovski, M. (2007) Markets. In George Ritzer (ed.) The Blackwell Encyclopedia of Sociology. Oxford: Blackwell Publishing.


[1] (πιο αναλυτικά για το νεοφιλελευθερισμό βλ. Bourdieu, 1998· Dixon, 2001· και μια νεώτερη αποτίμηση των κοινωνικών συνεπειών του στο Klein, 2010)

[2] Βλ. Φωτόπουλος, Ν (2002) «Ιδιωτικά Σχολεία, Επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ή Ιδρύματα με εκπαιδευτικό και πολιτιστικό προσανατολισμό», Aθήνα: Εκπαιδευτική Κοινότητα, τ. σελ.

Πηγή: criticeduc.blogspot.gr

Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Τι αγνοούν -ή θέλουν να αγνοούν- οι Αμερικάνοι για την επιτυχία του φινλανδικού μοντέλου


Παρακαλώ κάντε τον κόπο και διαβάστε το παρακάτω άρθρο της Anu Partanen, Φινλανδής δημοσιογράφου που ζει στη Νέα Υόρκη. Το άρθρο συγκρίνει το φιλανδικό και το αμερικάνικο εκπαιδευτικό μοντέλο, το οποίο (Αμερικάνικο) πασχίζουμε εδώ και 2-3 χρόνια να μαϊμουδίσουμε...

Για να σας ανοίξω την όρεξη (μιας και το άρθρο είναι μεγαλούτσικο) αντιγράφω πέντε-έξι φράσεις που μου καρφώθηκαν στο μυαλό, διαβάστε τες και είμαι σίγουρος ότι δε μπορέσετε να αντισταθείτε στον πειρασμό να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο:
  • Η σκανδιναβική χώρα είναι μία εκπαιδευτική υπερδύναμη επειδή εκτιμά περισσότερο την ισότητα παρά την αριστεία.
  • “Α, και δεν υπάρχουν ιδιωτικά σχολεία στη Φινλανδία”
  • “Δεν υπάρχει λέξη για την λογοδοσία στη Φινλανδία”. “Η λογοδοσία είναι αυτό που μένει όταν η ευθύνη έχει αφαιρεθεί” 
εδώ ανατριχιάζω - κυριολεκτικά...
  • στη Φινλανδία όλοι οι καθηγητές και οι διοικούντες έχουν κύρος, αξιοπρεπή μισθό και μεγάλη αίσθηση του καθήκοντος (είναι πολύ υπεύθυνοι)
  • Και ενώ οι αμερικάνοι λατρεύουν να μιλούν για ανταγωνισμό, o Sahlberg τονίζει ότι δεν υπάρχει τίποτα που να κάνει τους φινλανδούς να νιώθουν πιο άβολα από αυτό. Στο βιβλίο του, αναφέρει το απόφθεγμα ενός φινλανδού συγγραφέα του Samuli Paronen: “Οι αληθινοί νικητές δεν διαγωνίζονται”.
  • ο στόχος του μεταρυθμιστικού προγράμματος που η Φινλανδία θεσμοθέτησε, και η οποία κατέληξε σε τόσο μεγάλη επιτυχία σήμερα, δεν ήταν ποτέ η αριστεία. Ήταν η αμεροληψία, η ίση μεταχείριση. 
  • Από το 1980, ο κύριος οδηγός της φινλανδικής εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν η ιδέα ότι κάθε παιδί πρέπει να έχει την ίδια ακριβώς ευκαιρία να μάθει, ανεξάρτητα από το οικογενειακό ιστορικό, εισόδημα, ή γεωγραφική προέλευση. Η εκπαίδευση λογιζόταν κυρίως και πάνω απ’ όλα όχι ως ένα τρόπος να παράγει σταρ επιδόσεων, αλλά ως ένα όργανο για να εξισορροπήσει την κοινωνική ανισότητα. 
...κι εδώ είναι που με πιάνουν τα κλάματα μιας και προέρχομαι από σχετικά φτωχή οικογένεια χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, μεγάλωσα στην επαρχία (αγροτικό χωριό 1500 κατοίκων) αλλά παρόλα αυτά το όποιο κουτσουρεμένο ελληνικό δημόσιο σχολείο και οι δάσκαλοι-καθηγητές που το υπηρετούσαν (όχι όλοι εξίσου καλά, οι περισσότεροι όμως...) μου έδωσε τη δυνατότητα να περάσω στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, να μάθω μια ξένη γλώσσα, να κάνω ένα μεταπτυχιακό, να κάνω το όνειρο μου πραγματικότητα και το χόμπι μου δουλειά (είμαι εκ-παιδευτικός), να παλεύω με ένα διδακτορικό σχετικό με τη δουλεία μου, να ονειρεύομαι και και να κάνω σχέδια για το μέλλον (χμ, αυτό εδώ και 1-2 χρόνια έχει αλλάξει, αλλά τέλος πάντων...)

Τα σημερινά παιδιά όμως; Τα παιδιά μου (οι κόρες μου) αλλά και τα "παιδιά μου" (οι μαθητές μου) με τις αλλαγές που συντελούνται δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να έχουν αυτή τη δυνατότητα. Δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε αυτό... Πρέπει να παλέψουμε για ένα άλλο σχολείο, για το σχολείο που ονειρευόμαστε όπως το είχαμε περιγράψει σε ένα κείμενο που προέκυψε από συζητήσεις κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων του Σεπτέμβρη με τίτλο "ένα άλλο σχολείο είναι εφικτό"...

Ακολουθεί το άρθρο:

Το παρακάτω άρθρο της Anu Partanen, Φινλανδής δημοσιογράφου που ζει στη Νέα Υόρκη, αποτελεί μία σύγκριση του φιλανδικού και του αμερικάνικου εκπαιδευτικού συστήματος. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της Φινλανδίας έχει εμπνεύσει πολλές χώρες -μεταξύ των οποίων και τη δική μας. Όμως, η μετάβαση σε ένα τέτοιο μοντέλο εκπαίδευσης, όπως επισημαίνεται και στο άρθρο είναι μία πολύ δύσκολη διαδικασία γιατί απαιτεί διαφορετική οργάνωση της κοινωνίας και των αξιών της. Δυστυχώς στην Ελλάδα οι εκπαιδευτικές “μεταρρυθμίσεις” των τελευταίων χρόνων έχουν ως πρότυπο το μοντέλο των Η.Π.Α και όχι της Φιλανδίας.


Η σκανδιναβική χώρα είναι μία εκπαιδευτική υπερδύναμη

επειδή εκτιμά περισσότερο την ισότητα παρά την αριστεία.


Όλοι συμφωνούν πως οι ΗΠΑ πρέπει να βελτιώσουν δραματικά το εκπαιδευτικό τους σύστημα. Αλλά πως; Τελευταία μία από τις πλέον ένθερμες τάσεις της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης εξετάζει τη θεαματική επιτυχία της Φιλανδίας που έχει αναδειχθεί σε εκπαιδευτική υπερδύναμη της Δύσης. Δυστυχώς όμως, όταν αναφερόμαστε στο τι μαθήματα έχουν να μας προσφέρουν τα φιλανδικά σχολεία, η συζήτηση φαίνεται να χάνει το νόημα της.

Η μικρή σκανδιναβική χώρα, ήταν γνωστή -αν ήταν γενικά γνωστή για κάτι- ως η πατρίδα της Nokia, της εταιρεία-κολοσσού της κινητής τηλεφωνίας. Αλλά τελευταία η Φιλανδία έχει τραβήξει το ενδιαφέρον παγκοσμίων ερευνών για την ποιότητα ζωής -το Newsweek την κατέταξε στην πρώτη θέση τον περασμένο χρόνο- και το φινλανδικό εκπαιδευτικό σύστημα λαμβάνει ιδιαίτερο έπαινο, καθώς τα τελευταία χρόνια οι Φινλανδοί μαθητές πετυχαίνουν τα υψηλότερα σκορ στον κόσμο.

Τα φινλανδικά σχολεία χρωστούν τη νεαποκτειθήσα φήμη τους κυρίως σε μία έρευνα: την έρευνα PISA, η οποία διεξάγεται κάθε τρία χρόνια από τον Οργανισμό για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ). Η έρευνα συγκρίνει τις επιδόσεις των 15χρονων σε διαφορετικές χώρες στους τομείς: ανάγνωση, μαθηματικά και επιστήμες. Η Φινλανδία κατατάσσεται στην κορυφή ή κοντά σε αυτήν και στις τρεις κατηγορίες σε κάθε έρευνα από το 2000, πλάι σε χώρες με υπερεπιδόσεις όπως η Νότια Κορέα και η Σιγκαπούρη. Στην πρόσφατη έρευνα του 2009 η Φινλανδία έπεσε ελαφρά με τους μαθητές της Σανγκάης, και της Κίνας να έχουν τα καλύτερα σκορ, αλλά να συνεχίζουν να είναι κοντά στην κορυφή. Καθ’ όλη αυτήν την περίοδο, οι αποδόσεις των αμερικανών στην ίδια έρευνα είναι μέτριες στην καλύτερη των περιπτώσεων.

Συγκρινόμενη με τα στερεότυπα του ανατολικοασιατικού μοντέλου -πολλές ώρες εξοντωτικού διαβάσματος για εξετάσεις και παπαγαλία- η επιτυχία της Φινλανδίας είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα επειδή τα φινλανδικά σχολεία αναθέτουν λιγότερη δουλειά στο σπίτι και απασχολούν τα παιδιά με ένα πιο δημιουργικό τρόπο. Όλο αυτό έχει οδηγήσει ένα συνεχές ρεύμα ξένων εκπροσώπων που ταξιδεύουν στη Φινλανδία για να επισκεφτούν σχολεία και να μιλήσουν με τους εθνικούς ειδικούς της εκπαίδευσης, αλλά και μία συνεχή κάλυψη των παγκοσμίων μέσων ενημέρωσης που εντυπωσιάζονται από το φινλανδικό θαύμα.

Γι’ αυτό το λόγο υπήρχε αρκετό ενδιαφέρον για την πρόσφατη επίσκεψη στις ΗΠΑ ενός εκ των κορυφαίων φινλανδών ειδικών στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, του PasiSahlberg, διευθυντή τουEducation‘s Center for International Mobility (Κέντρων Εκπαίδευσης για την Διεθνή Κινητικότητα) και συγγραφέα του βιβλίουFinnish Lessons: What Can the World Learn from Educational Change in Finland? (μεταφρασμένο και στα ελληνικά: Φινλανδικά Μαθήματα: Τι μπορεί να μάθει ο κόσμος από την εκπαιδευτική αλλαγή στη Φινλανδία) Νωρίτερα αυτό το μήνα, o Sahlberg σταμάτησε στο Dwight School της Νέας Υόρκης για να μιλήσει με εκπαιδευτικούς και μαθητές. Η επίσκεψή του τράβηξε την προσοχή των εθνικών ΜΜΕ και ήταν η αφορμή για πολλή συζήτηση.

Και όμως δεν είναι ξεκάθαρο αν το μήνυμα του Sahlberg έγινε σαφές. Όπως ο ίδιος μου εξήγησε αργότερα,υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που κανείς στην Αμερική δε θέλει να τα συζητήσει πραγματικά.

***
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Dwight School ένας φωτογράφος των New York Times αγωνίστηκε για μία θέση στο τηλεοπτικό συνεργείο του Dan Rather καθώς ο Sahlberg συμμετείχε σε μία συζήτηση στρογγυλής τραπέζης μετους μαθητές. Το επακόλουθο άρθρο των Times σχετικά με το γεγονός θα εστίαζε στη Φινλανδία ως ένα “ενδιαφέρον μοντέλο σχολικής μεταρρύθμισης”.

Όμως ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που ο Sahlberg είπε σε αυτήν την επίσκεψη πέρασε πρακτικά απαρατήρητο: “Α, και δεν υπάρχουν ιδιωτικά σχολεία στη Φινλανδία”.

Αυτή η αντίληψη ίσως είναι δύσκολο να κατανοηθεί από έναν Αμερικάνο, αλλά είναι αλήθεια. Μόνο ένας μικρός αριθμός ανεξάρτητων σχολείων υπάρχει στην Φιλανδία και ακόμα και αυτά χρηματοδοτούνται από το δημόσιο. Δεν επιτρέπεται σε κανένα να επιβάλλει δίδακτρα. Δεν υπάρχουν ούτε ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ο καθένας στην Φινλανδία παρακολουθεί ένα δημόσιο σχολείο, είτε μιλάμε για παιδικό σταθμό είτε για διδακτορικό δίπλωμα.

Η ειρωνεία του σχολίου του Sahlberg στην διάρκεια της ομιλίας του στο Dwight School είναι προφανής. Όπως πολλά από τα καλύτερα σχολεία της Αμερικής, το Dwight είναι ένα ιδιωτικό ίδρυμα, στο οποίο η φοίτηση κοστίζει πάνω από $35.000 για τους μαθητές του λυκείου -χωρίς να αναφέρουμε πως το Dwight είναι ένας κερδοσκοπικός οργανισμός, μία καινούρια τάση στις ΗΠΑ. Εν τούτοις κανείς δεν σχολίασε την δήλωση του Sahlberg. Με ξάφνιασε αυτό το γεγονός. Όχι όμως και τον ίδιο τον Sahlberg.

Ο Sahlberg γνωρίζει τι αρέσει στους Αμερικάνους να συζητούν όταν πρόκειται για εκπαίδευση γιατί είναι ο άνθρωπος τους σε αυτόν προστρέχουν σε ό,τι αφορά τη Φινλανδία. Γιος δύο δασκάλων, μεγάλωσε μέσα σε ένα φινλανδικό σχολείο. Σπούδασε μαθηματικά και φυσική σε ένα γυμνάσιο στο Ελσίνκι, δούλεψε σε πολλές θέσεις στο φινλανδικό υπουργείο Παιδείας και πέρασε χρόνια ως ειδικός εκπαίδευσης στον ΟΟΣΑ, την Παγκόσμια Τράπεζα και άλλους διεθνείς οργανισμούς.

Τώρα, μαζί με τα υπόλοιπα καθήκοντα του, ο Sahlberg υποδέχεται περίπου 100 επισκέψεις ξένων εκπαιδευτικών το χρόνο, συμπεριλαμβανομένων πολλών αμερικανών, οι οποίοι θέλουν να μάθουν το μυστικό της φινλανδικής επιτυχίας. Το καινούργιο του βιβλίο είναι εν μέρει μία προσπάθεια να απαντηθούν οι ερωτήσεις που δέχεται συνέχεια.

Σύμφωνα με τη δική του άποψη, οι αμερικάνοι έχουν μόνιμες εμμονές με συγκεκριμένες ερωτήσεις: Πώς μπορείς να ελέγχεις τις επιδόσεις των μαθητών σου αν δεν τους κάνεις τεστ συνεχώς; Πώς μπορείς να βελτιώσεις τη διδασκαλία αν δεν λογοδοτούν οι κακοί δάσκαλοι ή αν δεν υπάρχει χρηματικό κίνητρο (merit pay) για τους καλούς δασκάλους; Πώς ενθαρρύνεις τον ανταγωνισμό και εμπλέκεις τον ιδιωτικό τομέα; Πώς παρέχεις την επιλογή σχολείου;

Οι απαντήσεις που δίνουν οι Φινλανδοί δείχνουν να είναι εντελώς αντίθετες από ό,τι οι Αμερικάνοι μεταρρυθμιστές προσπαθούν να κάνουν.

Κατ’αρχάς, η Φινλανδία δεν έχει καθιερωμένου τύπου τεστ. Η μόνη εξαίρεση είναι το λεγόμενο “National Matriculation Exam”, (Εθνικές Εξετάσεις Εισαγωγής στο Παν/μιο), το οποίο δίνουν όλοι στο τέλος ενός εθελοντικού δευτεροβάθμιου σχολείου, του σχετικά ανάλογου με το αμερικανικό λύκειο.

Αντ’αυτού, οι δάσκαλοι των δημόσιων σχολείων εκπαιδεύονται να αξιολογούν τα παιδιά στις τάξεις τους χρησιμοποιώντας ανεξάρτητα τεστ τα οποία δημιουργούν μόνοι τους. Όλα τα παιδιά παίρνουν έναν έλεγχο (report card) στο τέλος κάθε τριμήνου, αλλά τα δεδομένα σε αυτούς βασίζονται σε ατομική αξιολόγηση από τον κάθε δάσκαλο. Κατά περιόδους, το υπουργείο εκπαίδευσης παρακολουθεί την εθνική πρόοδο κάνοντας δειγματολειπτικά τεστ σε ομάδες μαθητών από πολλά και διαφορετικά σχολεία.

Όσο για την «υπαιτιότητα» των δασκάλων και των διοικούντων o Sahlberg απαντά σηκώνοντας τους ώμους: “Δεν υπάρχει λέξη για την λογοδοσία στη Φινλανδία” είπε αργότερα στο ακροατήριο του Teachers College του Πανεπιστημίου της Columbia. “Η λογοδοσία είναι αυτό που μένει όταν η ευθύνη έχει αφαιρεθεί”.

Για τον Sahlberg αυτό που μετράει είναι ότι στη Φινλανδία όλοι οι καθηγητές και οι διοικούντες έχουν κύρος, αξιοπρεπή μισθό και μεγάλη αίσθηση του καθήκοντος (είναι πολύ υπεύθυνοι). Απαιτείται μεταπτυχιακό για να μπορέσει κάποιος να μπει στο επάγγελμα και τα προγράμματα εκπαίδευσης δασκάλων είναι ανάμεσα στα πιο εκλεκτικά επαγγελματικά σχολεία στη χώρα. Αν ο δάσκαλος είναι κακός, είναι ευθύνη του διευθυντή να το παρατηρήσει και να το αντιμετωπίσει.

Και ενώ οι αμερικάνοι λατρεύουν να μιλούν για ανταγωνισμό, o Sahlberg τονίζει ότι δεν υπάρχει τίποτα που να κάνει τους φινλανδούς να νιώθουν πιο άβολα από αυτό. Στο βιβλίο του, αναφέρει το απόφθεγμα ενός φινλανδού συγγραφέα του Samuli Paronen: “Οι αληθινοί νικητές δεν διαγωνίζονται”. Είναι δύσκολο να σκεφτείς μία πιο μη-αμερικανική ιδέα αλλά όταν μιλάμε για την εκπαίδευση, η επιτυχία των Φινλανδών δείχνει ότι η στάση τους ίσως έχει πλεονεκτήματα. Δεν υπάρχουν λίστες με κορυφαία σχολεία ή δασκάλους. Η κύρια ιδέα που οδηγεί την εκπαίδευση δεν είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ εκπαιδευτικών και σχολείων αλλά η συνεργασία.

Τέλος, στη Φινλανδία η επιλογή σχολείου προφανώς δεν είναι προτεραιότητα, όπως δεν είναι και η εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα. Το οποίο μας φέρνει πίσω στη σιωπή μετά το σχόλιο του Sahlberg στο Dwight ότι τέτοια σχολεία δεν υπάρχουν στη Φινλανδία.

“Εδώ στην Αμερική” είπε ο Sahlberg στο Teachers College “οι γονείς μπορούν να διαλέξουν να πάνε τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία. Είναι η ίδια ιδέα με την έννοια της αγοράς που ισχύει, ας πούμε στα μαγαζιά. Τα σχολεία είναι ένα μαγαζί και οι γονείς μπορούν να αγοράσουν οτιδήποτε θέλουν. Και στη Φινλανδία οι γονείς μπορούν επίσης να διαλέξουν. Αλλά οι επιλογές είναι όλες οι ίδιες”.

Εδώ ακριβώς είναι το αληθινά σοκαριστικό. Καθώς ο Sahlberg συνέχισε, το κεντρικό μήνυμα του ξεπρόβαλε είτε κάποιος από το ακροατήριο ήθελε να το ακούσει είτε όχι.

Δεκαετίες πριν, όταν το φινλανδικό σύστημα χρειαζόταν άμεσα μεταρρύθμιση, ο στόχος του προγράμματος που η Φινλανδία θεσμοθέτησε, και η οποία κατέληξε σε τόσο μεγάλη επιτυχία σήμερα, δεν ήταν ποτέ η αριστεία. Ήταν η αμεροληψία, η ίση μεταχείριση.

Από το 1980, ο κύριος οδηγός της φινλανδικής εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν η ιδέα ότι κάθε παιδί πρέπει να έχει την ίδια ακριβώς ευκαιρία να μάθει, ανεξάρτητα από το οικογενειακό ιστορικό, εισόδημα, ή γεωγραφική προέλευση. Η εκπαίδευση λογιζόταν κυρίως και πάνω απ’ όλα όχι ως ένα τρόπος να παράγει σταρ επιδόσεων, αλλά ως ένα όργανο για να εξισορροπήσει την κοινωνική ανισότητα.

Κατά τους Φινλαδούς, όπως το περιγράφει ο Sahlberg, αυτό σημαίνει ότι τα σχολεία πρέπει να είναι υγιή, ασφαλή περιβάλλοντα για τα παιδιά. Αυτό ξεκινά με τα βασικά. Η Φινλανδία προσφέρει σε όλους τους μαθητές δωρεάν σχολικά γεύματα, εύκολη πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ψυχολογική υποστήριξη και εξατομικευμένη καθοδήγηση σε κάθε μαθητή.

Στην πραγματικότητα, μια που η ακαδημαϊκή αριστεία δεν ήταν συγκεκριμένη προτεραιότητα στην φινλανδική λίστα, όταν οι μαθητές τους πέτυχαν τόσο υψηλά σκορ στην έρευνα PISA το 2001, πολλοί Φινλανδοί θεώρησαν ότι τα αποτελέσματα ήταν λάθος. Αλλά τα επακόλουθα τεστ PISA επιβεβαίωσαν ότι η Φινλανδία -σε αντίθεση με πολύ κοντινές στη φιλοσοφία χώρες, όπως η Νορβηγία- παρήγαγε ακαδημαική αριστεία μέσω της συγκεκριμένης πολιτικής γραμμής στόχευσης στην ίση μεταχείριση.

Το ότι αυτό το σημείο αγνοείται πάντα ή μένει στην άκρη στις ΗΠΑ φαίνεται ιδιαίτερα οξύ τώρα, που η οικονομική κρίση και το κίνημα “Occupy Wall Street” (“Καταλάβετε την Wall Street”) έχουν επισημάνει με τόσο έντονο τρόπο τα προβλήματα της ανισότητας στην Αμερική. Το χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που μπορούν να διαθέσουν 35.000$ δίδακτρα για κάθε παιδί το χρόνο -ή απλά την τιμή ενός σπιτιού σε μία περιοχή με καλά σχολεία- και του υπόλοιπου “99 τοις εκατό” είναι οδυνηρά απλό να το δεις.

***

O Pasi Sahlberg επισημαίνει ότι το βιβλίο του «Finnish Lessons» δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας δες-πώς-το-κάνω-οδηγός για να διορθωθούν τα εκπαιδευτικά συστήματα σε όλες τις χώρες. Κάθε χώρα είναι διαφορετική και όπως πολλοί Αμερικάνοι επισημαίνουν, η Φινλανδία είναι ένα μικρό έθνος με πολύ πιο ομοιογενή πληθυσμό από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Όμως ο Sahlberg δεν πιστεύει ότι το μέγεθος ή η ομοιογένεια πρέπει να δώσουν άλλοθι στην Αμερική να απορρίψει το φινλανδικό παράδειγμα. Η Φινλανδία είναι σχετικά ομοιογενής χώρα -το 2010 μόνο 4,6% των κατοίκων της έχουν γεννηθεί σε άλλη χώρα συγκρινόμενοι με το 12,7% στις ΗΠΑ. Αλλά ο αριθμός των γεννημένων σε ξένη χώρα κατοίκων διπλασιάστηκε την δεκαετία μέχρι το 2010 και η χώρα δεν έχασε τις αρχές της στην εκπαίδευση. Οι μετανάστες τείνουν να συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένες περιοχές, κάνοντας τον πληθυσμό ορισμένων σχολείων πιο μεικτό από άλλα, εξακολουθεί να μην υπάρχει ιδιαίτερη διακύμανση ανάμεσα στα φινλανδικά σχολεία στην έρευνα PISA την ίδια περίοδο.

Ο Samuel Abrams, επισκέπτης καθηγητής στο Teachers College του πανεπιστημίου του Columbia, έχει ασχοληθεί με την επίδραση του μεγέθους και της ομοιογένειας στην εκπαιδευτική επίδοση ενός έθνους συγκρίνοντας τη Φινλανδία με μία άλλη σκανδιναβική χώρα: τη Νορβηγία. Όπως και η Φινλανδία, η Νορβηγία είναι μικρή και χωρίς ιδιαίτερη διαφοροποίηση γενικά, αλλά έχει μία προσέγγιση στην εκπαίδευση η οποία είναι περισσότερο αμερικανική παρά φινλανδική. Το αποτέλεσμα; Μέτρια απόδοση στην έρευνα PISA. Η εκπαιδευτική πολιτική, ισχυρίζεται ο Abrams, είναι μάλλον πιο σημαντική για την επιτυχία του σχολικού συστήματος από το μέγεθος της χώρας και την εθνική σύστασή της.

Πράγματι, ο πληθυσμός της Φινλανδίας (5,4 εκατομμύρια) μπορεί να συγκριθεί με μία αμερικανική πολιτεία -έτσι κι αλλιώς το μεγαλύτερο ποσοστό της αμερικανικής εκπαίδευσης καθορίζεται σε πολιτειακό επίπεδο. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Μεταναστευτικής Πολιτικής, έναν ερευνητικό οργανισμό στην Ουάσιγκτον, το 2010 υπήρχαν 18 πολιτείες με ίδιο ή σημαντικά μικρότερο ποσοστό μεταναστών από τη Φινλανδία.

Ακόμα, παρά τις πολλές διαφορές τους, η Φινλανδία και οι ΗΠΑ έχουν έναν κοινό εκπαιδευτικό στόχο. Όταν οι φινλανδοί αξιωματούχοι αποφάσισαν να μεταρρυθμίσουν το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας τους τη δεκαετία του 1970, το έκαναν επειδή συνειδητοποίησαν ότι για να γίνουν ανταγωνιστικοί δε μπορούσαν να βασιστούν στη βιομηχανία ή στους λιγοστούς φυσικούς πόρους. Αντ’ αυτού έπρεπε να επενδύσουν σε μία γνωσιοκεντρική οικονομία.

Με τα βιομηχανικά κέντρα της Αμερικής τώρα σε παρακμή, ο στόχος της εκπαιδευτικής πολιτικής των ΗΠΑ -όπως έγινε σαφές από τον ίδιο τον πρόεδρο Ομπάμα- είναι να διατηρηθεί η αμερικανική ανταγωνιστικότητα κάνοντας το ίδιο πράγμα. Η εμπειρία της Φινλανδίας δείχνει ότι για να κερδίσει σε αυτό το παιχνίδι μία χώρα πρέπει να προετοιμάσει καλά, όχι μόνο ένα μέρος ένα μέρος του πληθυσμού της, αλλά όλον τον πληθυσμό της για τη νέα οικονομία. Το να κατέχεις κάποια από τα καλύτερα σχολεία του κόσμου ίσως δεν είναι και αυτό αρκετό αν υπάρχουν παιδιά που μένουν πίσω.

Είναι αυτός ένας αδύνατος στόχος; Ο Sahlberg λέει ότι ενώ το βιβλίο του δεν αποτελεί εγχειρίδιο χρήσης, σκοπεύει να είναι ένα “φυλλάδιο ελπίδας”.

“Όταν ο πρόεδρος Κένεντι έκανε την έκκληση του για αναβάθμιση της αμερικανικής επιστήμης και τεχνολογίας στέλνοντας έναν άνθρωπο στο φεγγάρι το τέλος της δεκαετίας του ’60, πολλοί είπαν ότι δε μπορεί να γίνει” είπε ο Sahlberg κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Νέα Υόρκη. “Αλλά είχε ένα όνειρο. Όπως ακριβώς ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ κάποια χρόνια πριν είχε ένα όνειρο. Αυτά τα όνειρα έγιναν πραγματικότητα. Το όνειρο της Φινλανδίας ήταν ότι θέλαμε να έχουμε ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα για κάθε παιδί ανεξάρτητα από το που πήγαινε σχολείο ή από το τι οικογένεια προερχόταν. Και πολλοί ακόμα και στη Φινλανδία έλεγαν ότι κάτι τέτοιο δε μπορεί να γίνει”.

Προφανώς, πολλοί έκαναν λάθος. Είναι δυνατό να δημιουργήσεις ισότητα. Και ίσως ακόμα πιο σημαντικό -ως πρόκληση στον αμερικάνικο τρόπο σκέψης σχετικά με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση- η εμπειρία της Φινλανδίας δείχνει ότι είναι δυνατό να πετύχεις αριστεία με το να εστιάσεις όχι στον ανταγωνισμό αλλά στη συνεργασία, όχι στην επιλογή αλλά στην ίση μεταχείριση.

Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η εκπαίδευση στην Αμερική δεν είναι η εθνική ποικιλομορφία του πληθυσμού της αλλά η οικονομική ανισότητα της κοινωνίας και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα που η φινλανδική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση αντιμετώπισε. Περισσότερη ίση μεταχείριση εντός συνόρων ίσως είναι αυτό ακριβώς που η Αμερική χρειάζεται για να είναι πιο ανταγωνιστική στο εξωτερικό.

Το άρθρο αποτελεί μετάφραση του “What Americans keep ignoring about Finland’s school success” της Anu Partanen

 αντιγραφή από το http://giaenadiaforetikosxoleio.wordpress.com

Φιλανδία: Αναζητώντας το σχολείο της ισότητας


Αντιγράφω από το http://www.o-klooun.com/





Φιλανδία: Αναζητώντας το σχολείο της ισότητας


    Μπαίνοντας στο δημοτικό σχολείο της Ράουμα, μιας φινλανδικής πόλης στον κόλπο του Μπότνικ, δεν βλέπεις ούτε περίφραξη, ούτε είσοδο : περνάς απλώς μπροστά από ένα πάρκινγκ ποδηλάτων κι από μια παιδική χαρά. Από το γυμναστήριο έως την αίθουσα μουσικής, τα πάντα μοιάζουν να έχουν σχεδιαστεί για να κάνουν τα παιδιά να νιώθουν όσο το δυνατόν πιο άνετα.
    Κατά τη διάρκεια των σαράντα πέντε λεπτών που διαρκεί το μάθημα, η καθηγήτρια των αγγλικών εναλλάσσει πέντε διαφορετικές δραστηριότητες. Διατηρεί αμείωτη την προσοχή των μαθητών της ήδη από τα πρώτα δευτερόλεπτα του μαθήματος, χάρη σε μια μπάλα που κυκλοφορεί στην τάξη και στέλνεται με μια πάσα σε κάθε μαθητή που λαμβάνει τον λόγο. Βέβαια, το σύστημα δεν είναι άγνωστο στις τάξεις κι άλλων χωρών, όμως, στη Φινλανδία, με 12,4 μαθητές ανά εκπαιδευτικό (μία από τις καλύτερες αναλογίες στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση στην Ευρώπη) αποδεικνύεται εξαιρετικά αποτελεσματικό.
    Στα μέσα Αυγούστου, ο θερισμός δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί, όταν οι Γαλλίδες Φανί Σολεϊγιαβού και Φαμπιέν Μουαζί συνόδεψαν τα παιδιά τους στο σχολείο, για την πρώτη ημέρα της σχολικής χρονιάς. Ήταν η δεύτερη χρονιά τους σε φινλανδικό σχολείο. Οι μητέρες τους είναι καθηγήτριες που έλαβαν από το γαλλικό υπουργείο Παιδείας άδεια άνευ αποδοχών για να ακολουθήσουν τους συζύγους τους που εργάζονται στη χώρα, και επέλεξαν για τα παιδιά τους το τοπικό σχολείο και όχι το γαλλικό, στο οποίο τους προσφερόταν η δυνατότητα να φοιτήσουν. Και οι οποίες δεν φαντάζονταν ποτέ ότι η επιλογή τους θα άλλαζε ριζικά την εικόνα που έχουν για την παιδεία.
    Η Κλερ Ερπέν, μια άλλη Γαλλίδα που αποφάσισε να μείνει μακριά από τη Γαλλία, προσθέτει : « Τα τρία μου παιδιά έχουν αρχίσει να γίνονται σωστοί άνθρωποι. Στο σχολείο σέβονται τη διαφορετικότητά τους κι αυτά σέβονται τους άλλους. Οι καθηγητές γνωρίζουν πώς να ενθαρρύνουν τους μαθητές και να τους κάνουν να βγάλουν ό,τι καλύτερο κρύβουν μέσα τους ». Τα παιδιά των οικογενειών αυτών είχαν βρεθεί αντιμέτωπα με προβλήματα δυσλεξίας, σχολικής αποτυχίας ή πρόωρης διανοητικής ανάπτυξης : όσο κι αν δεν πρόκειται για σπάνιες καταστάσεις, το γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα δυσκολεύεται να τις αντιμετωπίσει.
    Πολλοί θα δυσκολευτούν να πιστέψουν όλα όσα διηγούνται αυτές οι γυναίκες : ένα σχολείο δίχως εντάσεις, δίχως ανταγωνισμό ανάμεσα στους μαθητές, δίχως επιθεωρητές, χωρίς κανένας μαθητής να μένει στην ίδια τάξη, χωρίς καν βαθμούς κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών της φοίτησης. Κι όλα αυτά, ενώ κατορθώνει να επιτυγχάνει τις καλύτερες επιδόσεις παγκοσμίως.
    Οι έρευνες του PISA (Διεθνές πρόγραμμα για την παρακολούθηση των γνώσεων που αποκτήθηκαν από τους μαθητές), του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) προκαλούν μεγάλη ανησυχία στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ για την ώρα σχολιάζονται ελάχιστα στη Γαλλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες, χώρες οι οποίες δεν επιτυγχάνουν καλύτερες επιδόσεις.
    Παρά τις επενδύσεις τους στην παιδεία, κατατάσσονται στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ όσον αφορά τις ικανότητες των δεκαπεντάχρονων μαθητών τους στην κατανόηση κειμένου, στα μαθηματικά ή στις επιστήμες [1]. Εκτός από τη μεθοδολογική τους ακρίβεια, με την οποία επιδιώκεται η εξάλειψη κάθε παράγοντα που ενδέχεται να οφείλεται σε πολιτισμικές παραμέτρους και να επηρεάζει τα αποτελέσματα, οι αξιολογήσεις παρουσιάζουν το πλεονέκτημα ότι δεν αφορούν την αφομοίωση ενός συγκεκριμένου εκπαιδευτικού προγράμματος, αλλά την απόκτηση ενός συνόλου ικανοτήτων, οι οποίες είναι χρήσιμες για την κατανόηση του κόσμου και για την επίλυση προβλημάτων στην καθημερινή ζωή του ατόμου.
    Είναι, ωστόσο, οι ίδιες έρευνες που ανέδειξαν απρόσμενα τη Φινλανδία σε χώρα μοντέλο. Στην κατάταξη του 2009, η οποία αφορούσε 65 χώρες, όπως εξάλλου και στις τρεις προηγούμενες (2000, 2003 και 2006), η Φινλανδία κατατάσσεται ανάμεσα στις κορυφαίες χώρες, μαζί με τη Νότια Κορέα και αρκετές ασιατικές πόλεις εταίρους του ΟΟΣΑ (Σαγκάη, Χονγκ Κονγκ και Σιγκαπούρη). Πρόκειται επίσης για τη χώρα (μαζί με τη Νότια Κορέα) της οποίας οι επιδόσεις είναι περισσότερο ομοιογενείς, καθώς επίσης και για εκείνη όπου η σχέση ανάμεσα στο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον του μαθητή και στις σχολικές του επιδόσεις αποδεικνύεται μικρή. Εξάλλου, το 93% των νεαρών Φιλανδών επιτυγχάνουν στις εξετάσεις του απολυτηρίου Λυκείου (το οποίο επιτρέπει την πρόσβαση στα ΑΕΙ χωρίς κατατακτήριες εξετάσεις) έναντι 80% κατά μέσο όρο στις δυτικές χώρες [2]. Βέβαια, είναι αλήθεια ότι στη Φινλανδία το επίπεδο των κοινωνικών ανισοτήτων είναι από τα χαμηλότερα που παρατηρούνται στις χώρες του ΟΟΣΑ.
    Τα αποτελέσματα του PISA προσέλκυσαν ένα νέο είδος τουριστών στη χώρα. Μετά την επίσκεψή του στη Φινλανδία, τον Αύγουστο του 2011, ο Γάλλος τότε (δεξιός) υπουργός Παιδείας, Λικ Σατέλ, δήλωνε : « Υπάρχει ένας αριθμός συνταγών τις οποίες είδα να λειτουργούν σε αυτήν τη χώρα και οι οποίες μπορούν να μεταφερθούν στη δική μας, κυρίως η μεγάλη αυτονομία » [3] « που δίνεται στις σχολικές μονάδες » [4]. Έναν χρόνο αργότερα, η βρετανική επιθεώρηση Socialist Review χαιρέτιζε ένα σύστημα « δίχως εξετάσεις », στο οποίο « κάθε παιδί δικαιούται ένα υγιεινό γεύμα κάθε μεσημέρι » [5]. Είτε προέρχεται από τη νεοφιλελεύθερη γαλλική δεξιά, είτε από τον αγγλικό τροτσκισμό, κάθε ξένος παρατηρητής έρχεται να « ψωνίσει » από το φινλανδικό εκπαιδευτικό σύστημα κάποια καινοτομία, η οποία –αποκομμένη από το συνολικό της πλαίσιο- θα επιβεβαιώσει την ορθότητα του δικού του προγράμματος.
    Τις περισσότερες φορές, τα διεθνή μέσα ενημέρωσης αγνοούν τις ιδιαίτερες συνθήκες κάτω από τις οποίες γεννήθηκε το συγκεκριμένο μοντέλο, [6] στο οποίο έχουν αφιερωθεί αρκετά συναρπαστικά βιβλία [7]. Ωστόσο, στη Φινλανδία, πρώτον, η αποκέντρωση δεν είναι συνώνυμο της επιδίωξης να υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στις περιφέρειες, δεύτερον, όταν γίνεται λόγος για μεγαλύτερη συμμετοχή των εκπαιδευτικών στη ζωή του σχολείου δεν υπονοείται η αύξηση των ωρών παρουσίας τους μέσα στο σχολείο και, τρίτον, πίσω από την επιδίωξη της συγκράτησης των δαπανών δεν κρύβεται η επιθυμία να προωθηθούν τα συμφέροντα των ιδιωτικών επιχειρήσεων. « Ξεχάστε το PISA », μας λέει ο Ζούκα Σαρτζάλα, ένας από τους πρωτεργάτες της μεταρρύθμισης του σχολείου τη δεκαετία του 1970. « Φυσικά, είμαστε υπερήφανοι που αναγνωρίζεται η δουλειά μας. Ωστόσο, το σύστημά μας θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα σύνολο : δεν είναι δυνατόν να τσιμπολογάει κανείς οποιαδήποτε πλευρά του αρέσει ».
    Δυσπιστία απέναντι στις αξιολογήσεις
    Στη Φινλανδία, η δωρεάν παιδεία δεν περιορίζεται μονάχα στη διδασκαλία. Μέχρι την ηλικία των 16 ετών, το κράτος αναλαμβάνει τη δωρεάν παροχή όλων των ειδών που χρειάζεται ο μαθητής κατά τη φοίτησή του [8], καθώς επίσης και των γευμάτων στο σχολικό εστιατόριο, όλες τις ιατροφαρμακευτικές δαπάνες και τα έξοδα μεταφοράς του μαθητή από και προς το σχολείο. Η χρηματοδότηση προέρχεται κατά κύριο λόγο από τους 336 δήμους της χώρας, όμως το κράτος διαχειρίζεται τους πόρους που διατίθενται για την παιδεία.
    Παρ' όλο που η συμμετοχή στη χρηματοδότηση των εκπαιδευτικών δαπανών του Έσποο, του πλουσιότερου δήμου της χώρας, που βρίσκεται κοντά στην πρωτεύουσα, ανέρχεται μονάχα στο 1%, ο μέσος όρος της κρατικής χρηματοδότησης ανέρχεται στο 33% [9] και φθάνει το 60% στους φτωχότερους δήμους. Επίσης, η κυβέρνηση προσπαθεί να αποθαρρύνει το άνοιγμα ιδιωτικών σχολείων. Τη δεκαετία του 1970, τα ιδιωτικά σχολεία σχεδόν εξαφανίστηκαν (σε αυτά φοιτά το 2% των μαθητών, έναντι 17% στη Γαλλία [10]), με εξαίρεση τα ιδιωτικά σχολεία που ανήκουν σε συνεταιρισμούς που εφαρμόζουν εναλλακτικά συστήματα, του τύπου Steiner ή Freinet.
    Το κόστος της δημόσιας παιδείας δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα υψηλό, το αντίθετο μάλιστα. Αν οι δαπάνες για την παιδεία σταθμιστούν με τον παράγοντα της αγοραστικής δύναμης κάθε χώρας, η Φινλανδία δαπανά λιγότερα χρήματα για κάθε μαθητή της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε σχέση με τον μέσο όρο των δυτικών χωρών, και πολύ λιγότερα σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή με το Ηνωμένο Βασίλειο [11].
    Δίνεται δε έμφαση στην ποιότητα της στελέχωσης, καθώς και στον αριθμό και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού έχει υψηλό κύρος και μεγάλη ζήτηση, παρά το γεγονός ότι προϋποθέτει μακροχρόνιες σπουδές, τουλάχιστον πενταετείς, (μάστερ, συχνά δε ακόμα πιο μακροχρόνιες) ενώ το επίπεδο των μισθών βρίσκεται –λίγο πολύ- στον μέσο όρο των απολαβών των εκπαιδευτικών στον δυτικό κόσμο [12] : αν και στην αρχή της καριέρας του ένας Φινλανδός εκπαιδευτικός έχει μισθό κατά 36% υψηλότερο στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και κατά 27% στη δευτεροβάθμια σε σχέση με τον Γάλλο συνάδελφό του, στο τέλος της καριέρας τους οι απολαβές τους είναι συγκρίσιμες.
    Στη Φινλανδία, μονάχα ένας στους δέκα υποψήφιους κατορθώνει να εργαστεί ως εκπαιδευτικός. Εξάλλου, από τον εκπαιδευτικό περιμένουν τόσο μεγάλη αφοσίωση στη δουλειά του, ώστε ορισμένοι καθηγητές δεν διστάζουν να δίνουν στους γονείς των μαθητών τους τον αριθμό του τηλεφώνου τους ή την ηλεκτρονική τους διεύθυνση. Επιπλέον, μεγάλο μέρος της ειδικής επαγγελματικής κατάρτισης την οποία παρακολουθούν μετά τις σπουδές τους (τουλάχιστον ένα έτος) δεν αφορά το περιεχόμενο των γνώσεων που θα κληθούν να μεταδώσουν, αλλά την παιδαγωγική, τον τρόπο με τον οποίο θα μεταδοθούν οι γνώσεις.
    Η Ούλα Ροχιόλα, υποδιευθύντρια του δημοτικού σχολείου της Ράουμα, περιγράφει ως εξής την αποστολή της : «Έχουμε το καθήκον να ενσωματώσουμε στην κοινωνία όλα τα παιδιά. Καθένα από αυτά είναι σημαντικό ! » Πρέπει να δίνεται μια απάντηση σε κάθε αναπηρία, διαφορά ή δυσκολία στο κοινωνικό, συναισθηματικό ή σχολικό επίπεδο. Και εξηγεί : « Εάν αισθάνεστε άνετα μέσα στην ομάδα και μαθαίνετε πράγματα που αντιστοιχούν στο δικό σας επίπεδο, δεν θα αναπτύξετε αισθήματα απογοήτευσης. Ένα παιδί που μαθαίνει γρήγορα μπορεί να περάσει ολόκληρη τη σχολική ζωή του δίπλα σε έναν πολύ πιο αργό συμμαθητή του, εάν λαμβάνουμε υπόψη τις ανάγκες και των δυο τους στην καθημερινή ζωή ».
    Ενώ το μοντέλο που επικρατεί σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο προωθεί τους δείκτες επιδόσεων, τις αξιολογήσεις και τις κατατάξεις σε λίστες αριστείας, οι Φινλανδοί παιδαγωγοί προβαίνουν σε μια διαφορετική μορφή αξιολογήσεων. Κατά τη γνώμη τους, η αξιολόγηση οφείλει να αποτελεί ένα εργαλείο για την αναπροσαρμογή των μέσων και των μεθόδων που τίθενται στην υπηρεσία της ανάπτυξης της προσωπικότητας των παιδιών και των εκπαιδευτικών και σε καμία περίπτωση ένα εργαλείο ελέγχου και προώθησης του ανταγωνισμού.
    Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο οι αξιολογήσεις πραγματοποιούνται δειγματοληπτικά και όχι σε εθνικό επίπεδο. Καθένας γνωρίζει τα δικά του αποτελέσματα, όχι όμως και εκείνα των υπόλοιπων σχολείων. Εξάλλου, πολλοί δήμοι προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη εναντίον εφημερίδων που ήθελαν να δημοσιοποιήσουν τις κατατάξεις που προέκυπταν από τις αξιολογήσεις. Κι ακόμα κι όταν τα δικαστήρια απέρριψαν το αίτημά τους, μεγάλο μέρος του Τύπου προτίμησε τελικά να μην τις δημοσιεύσει.
    Η Σους Χούθα, φιλόλογος στο Ελσίνκι, διηγείται : « Τη δεκαετία του 1990 ενθαρρύνθηκε ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα σχολεία. Μάλιστα, στο Ελσίνκι, ένας συντηρητικός αιρετός της τοπικής αυτοδιοίκησης τα παρακίνησε να κάνουν ακόμα και διαφήμιση. Σήμερα, έχουμε συνειδητοποιήσει ότι αυτό ήταν λάθος ». Με την κατάργηση του « σχολικού χάρτη » [13] πυροδοτήθηκε ένα κύμα αναζήτησης σχολείων με καλή φήμη : αν και αυτό το φαινόμενο είναι περιθωριακό στην υπόλοιπη χώρα, στην πρωτεύουσα έχει πάρει διαστάσεις, καθώς το 30% της 7ης τάξης (παιδιά 13 ετών) δεν φοιτούν στο σχολείο της γειτονιάς τους.
    Το φαινόμενο συμβαδίζει με την ταχύτατη αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και την κοινωνική εξέλιξη που παρατηρείται στην Φινλανδία. Σύμφωνα με τον Τουόμα Κουρτίλα, διευθυντή της Ένωσης Γονέων, « υπάρχει ο κίνδυνος να μετατραπεί η εκπαιδευτική μας πολιτική σε μια απλή βιτρίνα, πίσω από την οποία οι κοινωνικές πολιτικές μας θα γνωρίζουν υποχώρηση και υποβάθμιση. Οι σημερινές επιτυχίες οικοδομήθηκαν τη δεκαετία του 1970 και το 1980. Και οι επιτυχίες του αύριο οικοδομούνται σήμερα.
    Εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά παιδιά που δεν ξεπερνούν την υποχρεωτική φοίτηση. Είμαι αισιόδοξος, αλλά θα πρέπει να υπάρχει επαγρύπνηση μπροστά στην αύξηση των ανισοτήτων ». Κι ο Πέτρι Ποχτζόνεν, αναπληρωτής διευθυντής του Εθνικού Γραφείου Εκπαίδευσης, συμπληρώνει : « Ζητάμε από το σχολείο να δώσει απάντηση σε όλα τα προβλήματα της κοινωνίας, πράγμα δύσκολο ».
    Ο Έερο Βααταΐνεν, ο οποίος για μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρξε διευθυντής σχολείου και στη συνέχεια διευθυντής του Γραφείου Εκπαίδευσης της πόλης Βαντάα, κοντά στο Ελσίνκι, συνοψίζει ως εξής μια άποψη η οποία είναι ευρύτατα διαδεδομένη στους κύκλους των Φινλανδών εκπαιδευτικών : « Οφείλουμε να μην ξεχνάμε ότι τα παιδιά δεν βρίσκονται στο σχολείο για να υποβάλλονται σε τεστ. Έρχονται στο σχολείο για να μάθουν τη ζωή, για να βρουν τον δρόμο τους. Μπορούμε άραγε εμείς να μετρήσουμε τη ζωή ; » Στην ευρωπαϊκή χώρα η οποία καταλαμβάνει τις καλύτερες θέσεις στις διεθνείς κατατάξεις και αξιολογήσεις, υπάρχει μεγάλη δυσπιστία απέναντι σε αυτές.
    Notes
    [1] ΟΟΣΑ, Αποτελέσματα του PISA σε έξι τόμους, Εκδόσεις του ΟΟΣΑ, Παρίσι, 2011.
    [2] Στατιστική του ΟΟΣΑ, 2010.
    [3] (ΣτΜ) : Για τους νεοφιλελεύθερους πολιτικούς, η « αυτονομία » αποτελεί ένα εργαλείο χάρη στο οποίο θα μπορέσουν να δημιουργήσουν δημόσια σχολεία πολλών ταχυτήτων.
    [4] « En visite en Finlande, Chatel prepare la rentrée de 2012 », Les Echos, Παρίσι, 19-8-11.
    [5] Terry Wrigley, « Growing up in Goveland : How Politicians Are Wrecking Schools », Socialist Review Λονδίνο, Ιούλιος-Αύγουστος 2012.
    [6] Το 1966, μετά τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου, στο οποίο συμμετείχαν κεντρώοι υπέρμαχοι της αγροτικής μεταρρύθμισης και ολόκληρη η φινλανδική Αριστερά, δρομολογήθηκε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η οποία άρχισε να εφαρμόζεται το 1972, συνδυάζοντας στοιχεία από τη Σουηδία και τη Ανατολική Γερμανία, με πλήθος πρωτοφανείς εκπαιδευτικές καινοτομίες. Υποστηρίχθηκε από τη νέα γενιά των εκπαιδευτικών και το ενωτικό συνδικάτο OAJ που ιδρύθηκε το 1974, το οποίο, ωστόσο, δεν δίστασε να έρθει σε πολύ σκληρή σύγκρουση το 1984 με την αριστερή κυβέρνηση, προκειμένου να επιτύχει την ικανοποίηση ριζοσπαστικών θεσμικών και μισθολογικών αιτημάτων.
    [7] Paul Robert, « La Finlande : un modèle éducatif pour la France ? Les secrets de la réussite », ESF éditeur, 2008, Pasi Sahlberg. « Finnish Lessons\ : What Can the World Learn from Educational Change in Finland ? » Teachers College Press, Νέα Υόρκη, 2011. Hannelle Niemi, Auli Toom, Arto Kallioniemi, « Miracle of Education : The Principles and Practices of Teaching and Learning in Finnish Schools », Sense Publishers, Ρότερνταμ, 20012.
    [8] (ΣτΜ) : Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι μαθητές αγοράζουν τα βιβλία.
    [9] Δεδομένα του Εθνικού Γραφείου Εκπαίδευσης, του ανεξάρτητου οργανισμού που είναι επιφορτισμένος με την παρακολούθηση των προγραμμάτων και με την αξιολόγηση της διδασκαλίας στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
    [10] (ΣτΜ) : Καθώς η Γαλλία είναι ένα ουδετερόθρησκο κράτος με πλήρη απουσία των θρησκειών από τον τομέα των κρατικών δραστηριοτήτων, δεν υπάρχει μάθημα θρησκευτικών στα σχολεία(ούτε και προσευχή, εκκλησιασμός κ.λπ.), με αποτέλεσμα όσοι επιθυμούν τα παιδιά τους να λάβουν θρησκευτική αγωγή να τα γράφουν σε ιδιωτικό σχολείο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και μια ταξική ομοιογένεια : στη Γαλλία τα περισσότερα ιδιωτικά σχολεία σχετίζονται με κάποια θρησκεία ή θρησκευτικό δόγμα.
    [11] ΟΟΣΑ, « Regards sur l'éducation », 2010.
    [12] Ό.π.
    [13] (ΣτΜ) : Του χάρτη που ορίζει τα σχολεία στα οποία οφείλουν να φοιτήσουν τα παιδιά κάθε περιοχής. Αν στην Ελλάδα είναι σχετικά εύκολο να παρακαμφθεί, έτσι ώστε ένα παιδί να γραφτεί σε διαφορετικό σχολείο, στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αυτό είναι πολύ δυσκολότερο, με αποτέλεσμα να αποτελεί αίτημα των νεοφιλελεύθερων η κατάργησή του, έτσι ώστε οι γονείς να διαθέτουν το « δικαίωμα επιλογής », να γράψουν το παιδί τους σε « καλό » σχολείο.